Γράμμα στις Θέσεις

 

Παρακαλώ δεχθείτε το παρακάτω.

 

Για την βιβλιοκριτική του Ηλία Ιωακείμογλου (Θέσεις τ. 144) στο Louis Althusser, Tο υπόγειο ρεύμα του υλισμού της συνάντησης, μτφρ. Τάσος Μπέτζελος, Εκτός Γραμμής, 2018.

 

Στο κριτικό αυτό σημείωμα στόχος μου είναι η αντιπαράθεση ιδεών και σε καμία περίπτωση η προσωπική αντιδικία. 

Αναζήτησα το τελευταίο τεύχος (144) των Θέσεων κυρίως διότι εμπεριείχε μια βιβλιοκριτική στο Louis Althusser, Το υπόγειο ρεύμα του υλισμού της συνάντησης, από τις εκδόσεις Εκτός Γραμμής. Στο βιβλίο αυτό παρουσιάζεται η απόπειρα του Αλτουσέρ να περιγράψει έναν υλισμό διαφορετικό από τον «υλισμό της ουσίας» ή «της τελεολογίας», τον υλισμό της συνάντησης, του αστάθμητου, της συγκυρίας. Το σημείωμα της έκδοσης είναι αρκετά διαφωτιστικό, για να αποφύγω αναλυτικότερη αναφορά στα του βιβλίου. 

Αυτό που με παρώθησε να γράψω αυτές τις γραμμές είναι η βιβλιοκριτική του Ηλία Ιωακείμογλου (ΗΙ) που κατά τη γνώμη μου αστοχεί εφένος να παρουσιάσει το περιεχόμενο της έκδοσης αφετέρου να σχολιάσει ή και να ερμηνεύσει αξιόπιστα, εννοώ βασιζόμενη στο κείμενο του συγγραφέα, τα όσα υποστηρίζει. Και για το πρώτο (παρουσίαση) δεν έχω κάτι να πω. Για το δεύτερο, όμως, (σχολιασμός - ερμηνεία) αιθάνθηκα ότι ο κ. Ιωακείμογλου επιχειρεί μάταια να «σύρει» τα κείμενα του Αλτουσέρ στον τόπο των δικών του θεωρητικών βεβαιοτήτων παρότι κάτι τέτοιο μάλλον δεν μπορεί να συμβεί. Και τούτο το κάνει α) ανακαλύπτοντας στο κείμενο του Αλτουσέρ έννοιες που δεν υπάρχουν και β) προτάσσοντας μαρξικές αναλύσεις και αποκρύπτοντας τις ίδιες τις θέσεις του Αλτουσέρ που ακριβώς αντίκεινται στις αναλύσεις αυτές.

Εξηγούμαι. α) Από τη δεύτερη παράγραφο κάνει λόγο για την έννοια της «εκλεκτικής συγγένειας» στην συνάντηση του αναγνώστη με τα στοιχεία του κειμένου, παρουσιάζοντας με αυτό τον τρόπο ένα αμέσως εμπειρικό παράδειγμα μιας υλιστικής συνάντησης. Σαν να προϋπήρχε μια κάποια τάση συνάντησης των δύο, σαν να είχε προοικονομηθεί η συνάντηση αυτή από στοιχεία που συγγενώς έλκονται, όπως ακριβώς πιστεύει ο βιβλιοκριτικός, ότι συμβαίνει και στο σχήμα του Αλτουσέρ. Μόνο που ο τελευταίος δεν κάνει λόγο πουθενά για «εκλεκτική συγγένεια». Και δεν θα μπορούσε να το κάνει αν ήθελε να μην διαστρέψει τη βασικότερη πηγή της ανάλυσής του, τον Επίκουρο. Η παρέκκλιση στη βροχή των ά-τόμων και η ενδεχόμενη και όχι βέβαιη συνάντηση του ενός με το άλλο, με ό, τι αυτή μπορεί ή δεν μπορεί στη συνέχεια να συγκροτήσει, γίνεται χωρίς λόγο «δεν γνωρίζουμε πού, ούτε πότε ούτε πώς», «ο κόσμος μπορεί να θεωρηθεί το τετελεσμένο γεγονός εντός του οποίου, αφής στιγμής έχει τελεστεί το γεγονός, εγκαθιδρύεται το βασίλειο του Λόγου, του Νοήματος, της Αναγκαιότητας και του Τελικού Σκοπού … Προ της τέλεσης του γεγονότος υπάρχει μόνο η μη τέλεση του γεγονότος, ο μη κόσμος». Με άλλα λόγια, πριν τη συνάντηση του ά-τόμου με το άλλο ή πριν την παρέκκλιση δεν μπορούμε να πούμε τίποτε, ο τόπος είναι άρρητος. Πόσο μάλλον να μιλήσουμε για «εκλεκτικές συγγένειες».

Στην τέταρτη κιόλας παράγραφο ο ΗΙ οπισθοδρομεί για λίγο από την αρχική του οπτική παραδεχόμενος ότι Εκλεκτική Συγγένεια στον Αλτουσέρ δεν υπάρχει: «Είναι αλήθεια ότι ο Louis Althusser δεν περιλαμβάνει ξεκάθαρα στο σχήμα του την έννοια της εκλεκτικής συγγένειας.» Ωστόσο, η οπισθοδρόμηση δεν έγινε για την προσέγγιση με τον Αλτουσέρ, αλλά για να «πάρει φόρα» και να επιμείνει στην φαντασματική της ύπαρξη: «Σκοντάφτει ωστόσο πάνω της τρεις – τέσσερις φορές μέσα στο κείμενο (χωρίς να την αναφέρει) κάθε φορά που δυσκολεύεται να εκφράσει την ιδέα ότι η συνάντηση δεν πραγματοποιείται μεταξύ άσχετων στοιχείων, αλλά μεταξύ στοιχείων που προσφέρονται να δημιουργήσουν «δεσμούς»». Από ποιον, άραγε, «προσφέρονται» τα στοιχεία να δημιουργήσουν δεσμούς; Ποιος ή τι τα συγκροτεί ώστε να συγγενέψουν και να δέσουν; Όχι πάντως ο Επίκουρος ή ο Αλτουσέρ. Πιθανότατα, η ανάγκη του σχολιαστή να συνταιριάξει μιαν χρήσιμη έννοια (εκλεκτική συγγένεια) ενός αρεστού τελεολογικού σχήματος σε κάτι που εκ των προτέρων απορρίπτει κάθε τέτοιο σχήμα. Κι αν αυτή δεν βρίσκεται εδώ, μπορεί κανείς να τη βρει αλλού: «… Η έννοια της εκλεκτικής συγγένειας, άρρητα, υπάρχει και σε άλλα λογικά σχήματα και τα οποία θα είχε ενδιαφέρον να τα χρησιμοποιήσει όποιος θα επιδίωκε να αναπτύξει περαιτέρω το σχήμα που μας κληροδότησε ο Louis Althusser για το αστάθμητο.» Είναι τέτοια η πεποίθηση του ΗΙ για την ύπαρξη μιας έννοιας που δεν υπάρχει, που συστήνει την χρήση της στην μελλοντική απόπειρα ανάπτυξης του πρωτόλειου αλτουσεριανού σχήματος.

β) Ο ΗΙ διατείνεται ότι η μαρξική θεωρία για τους νόμους και την αναγκαιότητα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπου ρυθμίζονται τα άτομα «σαν το ψάρι μές το δίχτυ ενός συστήματος που λειτουργεί με αντικειμενικό τρόπο που διαφεύγει της θέλησης τους» συνάδει με την αλτουσεριανή ανάλυση για τον υλισμό της συνάντησης και μάλιστα η τελευταία την εμπλουτίζει. Αφήνω το κείμενο του Αλτουσερ να μιλήσει μόνο του σταχυολογώντας από τα σχετικά χωρία : «Σημασία σε αυτή την αντίληψη δεν έχει τόσο η εξαγωγή νόμων, επομένως μιας ουσίας, όσο ο αστάθμητος χαρακτήρας του «δεσίματος» αυτής της συνάντησης που ανοίγει τον δρόμο σε τούτο το τετελεσμένο γεγονός, του οποίου μπορούμε να διατυπώσουμε τους νόμους. Το όλο που προκύπτει από το «δέσιμο» της «συνάντησης» δεν είναι προγενέστερο αλλά μεταγενέστερο του «δεσίματος» των στοιχείων και κατά συνέπεια θα μπορούσε να μην δέσει, ή η συνάντηση να μην λάβει χώρα. … Τα στοιχεία αυτά (προλετάριοι, χρηματική συσώρρευση, τεχνικά μέσα κλπ) δεν υπάρχουν μέσα στην ιστορία προκειμένου να υπάρξει ένας τρόπος παραγωγής, αλλά υπάρχουν εντός αυτής σε «αιωρούμενη» κατάσταση πριν την «συσσώρευσή» τους και τον «συνδυασμό» τους, αφού καθένα από αυτά είναι προϊόν της προσίδιας ιστορίας του και κανένα δεν συνιστά το τελεολογικό προϊόν των άλλων. Όταν ο Μαρξ και ο Ένγκελς θα πουν ότι το  προλεταριάτο είναι το «προϊόν της μεγάλης βιομηχανίας», θα έχουν εκστομίσει μια μεγάλη ανοησία, αφού θα έχουν τοποθετηθεί εντός της λογικής του τετελεσμένου γεγονότος της διευρυμένης αναπαραγωγής του προλεταριάτου και όχι εντός της αστάθμητης λογικής της «συνάντησης», η οποία παράγει (και όχι αναπαράγει) αυτή τη μάζα των στερημένων και απογυμνωμένων ανθρώπων ως προλεταριάτο… δεν υπάρχει καμία οργανική και τελεολογική σχέση ανάμεσα σε αυτά. … Πράγματι, υπάρχει κάτι στον Μαρξ που τον ωθεί να υποπέσει σε αυτό το σφάλμα: μια ολοκληρωτική, τελεολογική και φιλοσοφική αντίληψη. … Ο Μαρξ αφήνει ηθελημένα στην άκρη τον αστάθμητο χαρακτήρα της «συνάντησης» και του «δεσίματος» για να στοχαστεί μόνο εντός του τετελεσμένου γεγονότος και άρα εντός του προδιαγεγραμμένου χαρακτήρα του. Κανένα στοιχείο πλέον δεν διαθέτει ανεξάρτητη ιστορία αλλά μόνο μια ιστορία με έναν τελικό σκοπό. … Δεν υπάρχει συνάντηση, διότι η ενότητα προηγείται των στοιχείων, διότι δεν υπάρχει αυτό το κενό που είναι αναγκαίο για κάθε αστάθμητη συνάντηση. Ενώ είναι ακόμη ζητούμενο να στοχαστούμε το προς τέλεση γεγονός, ο Μαρξ εγκαθίσταται ηθελημένα εντός του τετελεσμένου γεγονότος και μας καλεί να τον ακολουθήσουμε στους νόμους της αναγκαιότητάς του.». Στην ριζική κριτική που ασκεί ο Αλτουσέρ στον ουσιοκρατικό υλισμό του Μαρξ, στην ευφυή ανάδειξη των ιδεαλιστικών επιλογών του που γενούν σοβαρότατες δυστοκίες ανάλυσης της πραγματικότητας και επανατροφοδότησης από αυτήν ο ΗΙ βλέπει έναν καταπλητικό πολλαπλασιασμό «των επιπέδων ανάλυσης της συγκυρίας» εντός, πάντοτε, του συστήματος.

 

Με την προσδοκία ενός γόνιμου διαλόγου και με εκτίμηση,

 

Δημήτρης Σελέκος