ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΣ

Επίδικα αντικείμενα

Και όπως πάντα, οι πρόσφατες εκλογές υπήρξαν οι κρισιμότερες από γενέσεως ελληνικού κράτους, όπως άλλωστε και όλες οι προηγούμενες. Σ' όλες τις εκλογές αναπαράγεται η προαιώνια σύγκρουση "προόδου-συντήρησης", διακυβεύεται η "σταθερότητα της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας" (που σήμερα καλείται "πορεία στην μετά-ΟΝΕ εποχή"), καλείται "ο πολίτης" να απαιτήσει "χρηστότερη διαχείριση" του δημοσίου χρήματος και περισσότερη "διαφάνεια" και "δικαιοσύνη".

Και όπως πάντα η προσφυγή στις εκλογές γίνεται με την απίστευτη θεσμοπροσήλωση που προσφεύγει στην επίκληση "σοβαρού εθνικού θέματος" για να ορίσει την ημερομηνία προσφυγής στις κάλπες σύμφωνα με τις συστάσεις των δημοσκόπων ή και των πολιτικών καιροσκόπων (σε ευθεία αντιστοίχηση με το "συνταγματικό δεδικασμένο" που έχουν παράσχει οι πρόωρες εκλογές του 77 του 85, οι ταχυδακτυλουργίες της περιόδου '89-'90 και η "άσκηση" του 96).

Και όπως πάντα, οι εκλογές αυτές επιβεβαίωσαν ορισμένες πολιτικές σταθερές που φαίνεται να αντέχουν στο χρόνο.

· Το ΠΑΣΟΚ έκανε την έως σήμερα πιο συντηρητική προεκλογική του εκστρατεία με κεντρικό σύνθημα "Διαλέξτε πείρα και όχι πειραματισμούς". Απόφυγε να μιλήσει για τον πολιτικό πυρήνα της συνέχειας, όπως για παράδειγμα το ασφαλιστικό και την ανεργία από τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, γιατί δεν ήθελε να δεσμευθεί. Μόλις το τελευταίο δεκαήμερο πριν τις εκλογές έφερε στο προσκήνιο τις πολιτικά πιο ακραίες και εμφανώς φασίζουσες θέσεις της ΝΔ ("καθαροί Έλληνες"), πολιτικοποιώντας την ατμόσφαιρα σε επιλεκτικά ζητήματα, στα οποία όμως η κοινωνία είναι εμφανώς συντηρητική.

· Η ΝΔ για μια ακόμη φορά υποστήριξε ότι δεν είναι δεξιά ούτε συντηρητική. Όμως είχε ενδυθεί τη λεοντή της "λαϊκής δεξιάς", που σε απλά ελληνικά σημαίνει ότι είχε υιοθετήσει όλες τις φασίζουσες αυθόρμητες ιδεολογίες της σύγχρονης ρατσιστικής και ξενοφοβικής νεοελληνικής πραγματικότητας, μαζί με το προφίλ μιας "λαϊκής" ευαισθησίας που προσπαθεί να ενσωματώσει τις πιο λούμπεν εκδοχές των κοινωνικών αντιστάσεων απέναντι στις αναδιαρθρώσεις που προωθεί η νεοφιλελεύθερη πολιτική · Το ΚΚΕ έμεινε πιστό στη γραμμή που χάραξε την τελευταία τετραετία, που στοχεύει στη σύμπηξη μετώπου Εθνικο-κομουνισμού. Ο σύμμαχός του Κ. Ζουράρις πρέπει να ευτυχεί ιδιαίτερα διότι ο πρωθυπουργός φοβήθηκε την απειλή του και απέφυγε ως ημερομηνία εκλογών την 23η Απριλίου, Κυριακή των Βαΐων, γεγονός που θα αποτελούσε προσβολή στο θρησκευτικό αίσθημα του λαού...

· Ο εκσυγχρονιστικός Συνασπισμός, αφού είχε δεχθεί την ισχυρότερη εμβολή από το ΠΑΣΟΚ του Κ. Σημίτη, πελαγοδρομούσε μεταξύ της διαδικασιολογικής θεσμολαγνείας και μιας μετατόπισης προς τα αριστερά, ενώ το ΔΗΚΚΙ παρέπαιε σε πολιτικό no man's land.

Τι κρίθηκε τελικά σε αυτές τις εκλογές;

Οι εκλογές της Νέας Δημοκρατίας

Οι εκλογές του 2000 αποτέλεσαν συνέχεια του στίγματος της συγκυρίας όπως την έχουμε ζήσει την τελευταία οκταετία: εγγράφονται στον αστερισμό των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που ηγεμονεύουν σε όλα τα μέτωπα και, παρά το αβέβαιο της έκβασης, προέβαλλαν μια και μόνη μετεκλογική πραγματικότητα: συνέχιση της ίδιας πολιτικής με τα ίδια ή ελαφρά επιθετικότερα μέσα (και τούτο ανεξαρτήτως του ποιος θα επικρατούσε). Εδώ αποκρυσταλλώνεται η συνέπεια της ήττας των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων ενάντια στην κυρίαρχη πολιτική και της αναποτελεσματικότητας της Αριστεράς να ασκήσει ριζική αντιπολίτευση απέναντι στο νεοφιλελευθερισμό.

Η αφλογιστία της Αριστεράς όμως έχει πολύ βαθύτερες ρίζες από τη σημερινή συγκυρία, συνδέεται άρρηκτα με τα ιδεολογήματα τα οποία έχουν εκθρέψει τις κυρίαρχες εκδοχές της και το πολιτικό προσωπικό που τις υπηρετεί, ενώ ο εγκλωβισμός της σε συμπληρωματικές άρχουσες ιδεολογίες εκσυγχρονισμού ("σύγχρονη Αριστερά της επιχειρηματικότητας και του πολίτη") και εθνικισμού ("πατριωτική Αριστερά της διεκδίκησης των δικαίων του Ελληνισμού") αποτελεί το καλύτερο εχέγγυο για τη διατήρηση του status quo.

Οι πολιτικά αφελείς περί τα ανωτέρω είχαν την ευκαιρία να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι τον αριστοτεχνικό τρόπο με τον οποίο --σε πλήρη αντιστοιχία με τη συγκυρία-- ο Α. Παπανδρέου οικειοποιήθηκε αρχικά και διαχειρίστηκε στη δεκαετία του 80 την ιδεολογία ότι η πολιτική, κοινωνική και οικονομική κακοδαιμονία των λαϊκών τάξεων είναι αποτέλεσμα "ξένων" επιβουλών και "εξαρτήσεων", για να την προσαρμόσει στη συνέχεια στην "ισότιμη συμμετοχή στο Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι", η οποία ευθύγραμμα οδηγεί στην "ισχυρή Ελλάδα" του Κ. Σημίτη.

Αν τώρα για το ΚΚΕ αντίπαλο δέος στη στρατηγική του αστισμού είναι η πάλη για τα "εθνικά δίκαια" στα ίδια μετερίζια με τις πιο αποκρουστικές εκδοχές της αντιδραστικής εθνικιστικής ιδεολογίας, συμπλέοντας έτσι με ρεύματα της "λαϊκής" άκρας Δεξιάς και του "νέο-ορθόδοξου" σκοταδισμού, τότε δεν αργεί να αντιληφθεί κανείς γιατί η πολιτική έκφραση των κοινωνικών αγώνων είναι τόσο στρεβλή και αναποτελεσματική.

Αν πάλι για τον ΣΥΝ η αριστερή υποθήκη είναι συνώνυμη της διαδικασιολογίας και της εκσυγχρονιστικής υπερφαλάγγισης του ΠΑΣΟΚ του τύπου του "ειδεχθούς 89", τότε το μάθημα που ήρθε έπρεπε να είναι αναμενόμενο: τα επώνυμα στελέχη του που υπόγραψαν τις εκκλήσεις στήριξης του Κ. Σημίτη (σημειολογική λεπτομέρεια: όχι του "μιαρού" ΠΑΣΟΚ του λαουτζίκου, αλλά του εκσυγχρονιστή πρωθυπουργού) πιστοποιούν την πολιτική ανυπαρξία των στρατηγικών επιλογών του κόμματος. Και ιδού η συνειδητοποίηση και αναστροφή πλεύσης: η διείσδυση του ΠΑΣΟΚ στον πολιτικό χώρο του ΣΥΝ μετατοπίζει κατ' ανάγκην τη στόχευση και τις συμμαχίες προς το χώρο της εναλλακτικής ριζοσπαστικής Αριστεράς σε αναζήτηση πολιτικού αποτελέσματος και εμβέλειας.

Ποια είναι λοιπόν τα στοιχεία εκείνα που έκριναν αποφασιστικά την έκβαση αυτών των εκλογών; Σε αντίθεση με τη φιλολογία των τελευταίων εβδομάδων πριν από τις εκλογές, που θέλησε να αναδείξει τον κεντρικό ρόλο ωφελιμιστικών και πραγματιστικών προσεγγίσεων από μέρους του εκλογικού σώματος (π.χ. η πορεία των μετοχών στο Χρηματιστήριο και η συμπεριφορά της κυβέρνησης), οι εκλογές κρίθηκαν από βασικά ιδεολογικά ζητήματα που είχε θέσει η Κυβέρνηση και η ΝΔ, που όλα ανάγονται στο παραδοσιακό συντηρητικό έως αντιδραστικό οπλοστάσιο:

· Η βασική παραδοχή ότι η αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα με τις ιδιωτικοποιήσεις δεν είναι ανάγκη να συνοδεύεται από κανένα κοινωνικό μέτρο υποδοχής είτε της αυξημένης ανεργίας που αυτές συνεπάγονται με τις άμεσες απολύσεις, είτε της υπέρμετρης επιβάρυνσης του ασφαλιστικού με τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις που θα επηρεάσουν (μαζί με άλλα) τα μελλοντικά ισοζύγια. Τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις, αντί να οδηγούνται έστω αμυντικά προς την κάλυψη αυτών των κοινωνικών αναγκών, διατίθενται --και με τη συνδικαλιστική συγκατάθεση-- για τις "επενδύσεις" στην υποδομή αυτών των Οργανισμών --δίκτυα υψηλών ταχυτήτων για μετάδοση video on demand στον ΟΤΕ, εξαγορές άλλων τηλεπικοινωνιακών οργανισμών στην περιφέρεια-- που προφανώς είναι πολύ πιο "αναγκαίες" (για το κεφάλαιο) από την κάλυψη κοινωνικών ελλειμμάτων. Όλοι ενστερνίζονται την πεποίθηση ότι η αγορά θα τα καλύψει με τους μηχανισμούς ρύθμισης που διαθέτει...

· Η αναγνώριση της ανεργίας ως φυσικού φαινομένου, το οποίο σε τελική ανάλυση ανάγεται και σε υπαιτιότητα των ατόμων, που δεν εκπαιδεύονται, δεν είναι ευέλικτα, δεν προσαρμόζονται, δεν αποδέχονται τη μερική απασχόληση. Ουδείς θέτει σε πρώτο πλάνο τη βασική διαπίστωση ότι η διαρκής αναδιανομή υπέρ του κεφαλαίου και εις βάρος της εργασίας που πραγματοποιείται τις τελευταίες δεκαετίες, δημιουργεί με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος σπειροειδή καθοδική κίνηση που --πέρα από την πρωτογενή ανεργία των απολύσεων-- αυξάνει ακόμη περισσότερο την ανεργία επειδή η προσφορά εργασίας από τη μεριά των νοικοκυριών αυξάνει ταχύτερα από την ζήτηση εργασίας από τη μεριά των επιχειρήσεων.

· Η αποδοχή ότι ο μόνος τρόπος κρατικής παρέμβασης στην "μετά ΟΝΕ εποχή", στην οποία το όπλο της νομισματικής πολιτικής έχει παραδοθεί από τα κράτη-μέλη στα θησαυροφυλάκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, είναι η απορύθμιση της αγοράς εργασίας, η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, η ύπαρξη και η διατήρηση μεγάλης στρατιάς ανέργων και εφεδρικής δεξαμενής (λαθρο)μεταναστών, η οποία θα επιτρέπει σε κάθε χώρα να χειρίζεται το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ή μειονέκτημά της "προσαρμόζοντας" την παράμετρο εργασία στο επιθυμητό επίπεδο.

· Η γενική λίγο-πολύ συμφωνία ότι για να γίνουν τα παραπάνω οφείλει το κράτος να έχει τους μηχανισμούς εκείνους που θα του επιτρέπουν να επιβάλλει τις αναγκαίες ρυθμίσεις. Ιδού λοιπόν το εφαλτήριο για τη θεωρία της "ασφάλειας" του πολίτη, την πάταξη (και) της (εισαγόμενης) εγκληματικότητας, την ξενοφοβία και το ρατσισμό. Δεν ενδιαφέρει κανέναν βέβαια ότι η σύνδεση εγκληματικότητας και μεταναστών είναι ανύπαρκτη. Το σκεπτικό για την ενίσχυση των μηχανισμών καταστολής έχει ήδη γίνει κοινός τόπος και θα χρησιμεύσει στο μέλλον για τη διαχείριση των συμπληρωματικών όψεων της ανεργίας, των ροών μεταναστών που θα κρίνονται κάθε φορά αναγκαίοι για τη διατήρηση της "οικονομίας" στα επιθυμητά επίπεδα.

· Ο κοινός τόπος ότι η στράτευση γύρω από τα ζητήματα της "ισχυρής Ελλάδας" - ρυθμιστικού παράγοντα στα Βαλκάνια και τη γύρω περιοχή, είναι υποχρέωση και καθήκον κάθε καθεστωτικής δύναμης, η νέα μεγάλη ιδέα για την οποία η χώρα είναι ταγμένη και έχει το χρίσμα των υπερατλαντικών συμμάχων και σύσσωμης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μια θέση που μπορεί να ενισχύει και να προσαρμόζει συλλογικά απωθημένα εθνικιστικού και φυλετικού μεγαλείου, τα οποία εγγράφονται ανάλογα με τη συγκυρία σε ένα φάσμα που εκτείνεται από τον εκσυγχρονιστικό ορίζοντα ιδεολογικού κυρίως προσανατολισμού έως τον προγονόπληκτο φασίζοντα και ρατσιστικό ελληνικό αναδελφισμό. Η σημερινή συγκυρία ευνοεί μια μάλλον τεχνοκρατική και συγκρατημένη εκδοχή που τεκμηριώνεται και από την ευρεία αποδοχή που βρίσκει η ελληνοτουρκική προσέγγιση, αλλά ο δρόμος είναι ανοικτός και για την άλλη εκδοχή.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ανεξαρτήτως του συγκεκριμένου αποτελέσματος αυτές οι εκλογές έδρασαν επιταχυντικά στη διολίσθηση του πολιτικού σκηνικού προς συντηρητικότερες και περισσότερο αντιδραστικές θέσεις: Έθεσαν στην ημερήσια διάταξη τη συνέχιση της ίδιας πολιτικής με τα ίδια ή με άλλα μέσα, ήτοι τη συνέχιση του κοινωνικού πολέμου που διεξάγει το κεφάλαιο ενάντια στην εργασία.

Είναι φανερό ότι με την ήττα των κοινωνικών αντιστάσεων και την πολιτική αφλογιστία της Αριστεράς, δημιουργήθηκαν οι αναγκαίοι κοινωνικοί όροι για την εμφάνιση του νεοφιλελευθερισμού ως "μονόδρομου". Το αν υπάρχουν και οι ικανοί όροι για το πέρασμα στην επιθετική φάση του νεοφιλελευθερισμού αυτό θα κριθεί και από το αν η κοινωνία είναι ήδη προετοιμασμένη να αντικρίσει το τερατόμορφο πρόσωπο κοινωνικού δαρβινισμού που έχει καλλιεργήσει.

Υπαρκτός Σουρεαλισμός

Τι παράγει λοιπόν η παραπάνω ανάλυση; Υπάρχει "γραμμή" που να συνιστά έστω μια λογική ήσσονος βλάβης για τα συμφέροντα του κόσμου της εργασίας, μια πολιτική που θα κατέτεινε με τον ένα ή τον άλλον τρόπο στην ενίσχυση της "Αριστεράς", όποια και αν είναι ή θέλει να είναι η τελευταία;

Κατ' αρχάς να σημειώσουμε ότι η συγκυρία μάλλον προκρίνει μια οπτική χαμαιλεοντικού πρίσματος: η "Αριστερά" είναι πολλές και καθεμιά της μπορεί να κρύβει μια άλλη όψη, όχι ιδιαίτερα ελκυστική για τη λογική που θα την πριμοδοτούσε.

Θα μπορούσε για παράδειγμα να υιοθετήσει κανείς τη στάση εκείνων των στελεχών του ΣΥΝ που στηρίζουν το ΠΑΣΟΚ, αν η ανάλυσή τους εντόπιζε τη δεξιά επιτάχυνση και την κοινωνική λαίλαπα που έρχεται στη νέα τετραετία, και την αντιπαρέβαλε ως λύση που προασπίζεται ένα μίνιμουμ κοινωνικών κατακτήσεων. Τίποτε το σχετικό δε μνημονεύεται αλλά τουναντίον υιοθετείται με θέρμη η "εκσυγχρονιστική" προοπτική που ήδη έχει δείξει τα δόντια της.

Ενδεχομένως να είχε βάση η υποστήριξη του ΣΥΝ μιας και πραγματοποιεί αυτή την περίοδο τη στροφή προς τα ριζοσπαστικά αριστερά αιτήματα και συνεργάζεται με αντίστοιχες δυνάμεις. Δυστυχώς, η στροφή αυτή πραγματοποιείται με διατήρηση των εκσυγχρονιστικών και διαδικασιολογικών θέσεων και του πολιτικού προσωπικού που πρωταγωνίστησε εδώ και δέκα χρόνια στην επιχείρηση "κάθαρσις" και "εθνική συμφιλίωσις". Ιστορία; Ναι, αλλά πώς να δεχθείς ότι οι υπουργοί του Μητσοτάκη μπορούν να διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην Αριστερά! Ο αστισμός έχει πολύ πιο καθαρές θέσεις σε αντίστοιχες καταστάσεις: ο Σπ. Μαρκεζίνης για 3 μήνες συνεργασία με τον Γ. Παπαδόπουλο εξορίστηκε από το πολιτικό σκηνικό, ενώ ο Ευ. Αβέρωφ που κινήθηκε στο παρασκήνιο παραλίγο να γίνει πρωθυπουργός.

Θα μπορούσε να αντέξει κανείς και την υποστήριξη προς το ΚΚΕ που υιοθέτησαν ορισμένοι σύντροφοί μας, αν δεν ήταν τόσο αποκρουστικό το εθνικο- κομουνιστικό πρόσωπο των συμμαχιών του με το νεορθόδοξο και φασιστικό-θρησκόληπτο τόξο, και αν οι υποστηρίζοντες είχαν συνείδηση για το αυγό του φιδιού που εκκολάπτεται στο εσωτερικό του. Αντιθέτως διακρίνουμε μια "αντιιμπεριαλιστική" ευφορία, μια υποβάθμιση του εθνικιστικού παραληρήματος όχι μόνο των συμμάχων αλλά και του ίδιου του ΚΚΕ, και την πεποίθηση ότι εδώ δεν πάει χαμένος ο ακτιβισμός τους. Όμως, οι φόβοι μας δεν διασκεδάζονται και κυρίως δεν διαψεύδονται όταν η ίδια η Α. Παπαρήγα που ερωτάται σε τηλεοπτική εκπομπή για τη εθνικο-κομουνιστική συμμαχία και ακκίζεται σε μια σπάνια στιγμή τηλεοπτικής τσαχπινιάς λέγοντας: "εσείς δεν μας είχατε πει να βάλουμε λίγο νερό στο κρασί μας; Ορίστε λοιπόν".

Για το ΔΗΚΚΙ δεν υπάρχει λόγος εκτενέστερης αναφοράς, μιας και μάλλον αναδεικνύεται ως περιστασιακός συλλέκτης της λαϊκής δυσφορίας με τον πλέον ετερόκλητο και μη δομημένο τρόπο.

Συμπέρασμα: Ενώ κάθε εκδοχή της "Αριστεράς" δείχνει να είναι ολοκληρωτικά απαξιωμένη ως στρατηγική εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία, με σημάδια που άρχισαν να είναι ορατά ήδη από τη δεκαετία του 70, εντούτοις όλες εξακολουθούν να είναι ενεργές στη συγκυρία, μιας και παράγουν πολιτικά αποτελέσματα: κερδίζουν και κυρίως χάνουν μικρές ή μεγάλες πολιτικές ή εκλογικές μάχες εντός ή στις παρυφές της πολιτικής σκηνής. Αυτό δεν συνεπάγεται βέβαια ότι δεν είναι επιλέξιμες ως αφετηρία για μια αναδιάρθρωση της συγκυρίας, ως σημείο εγγραφής στις τάσεις και τις αντιφάσεις της. Υπό έναν όρο: η κάθε επιλογή (οφείλει) να είναι τοποθέτηση πάνω στα διακυβεύματα της συγκυρίας, να συνθέτει το αδιαίρετο όλο με το σκεπτικό που την πριμοδοτεί και να κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Μόνο που κάποτε --και μάλλον σύντομα-- θα πρέπει μια τουλάχιστον, αν όχι περισσότερες επιλογές να καταγράψουν έστω ένα μικρό θετικό νικηφόρο αποτέλεσμα στο πεδίο των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων, γιατί σε αντίθετη περίπτωση θα καταλήξουν σε ιστορικό αξιοπερίεργο, μουσειακό είδος σε εξαφάνιση.

Επιμύθιο

Ανακεφαλαιώνοντας: Η ήττα της εργασίας και η μονοκρατορία του κεφαλαίου έχει δημιουργήσει τη μήτρα υποδοχής του κοινωνικού και πολιτικού ανορθολογισμού, η οποία με αφορμή τις εκλογές έχει να επιδείξει πλούσια συγκομιδή, τόσο στην κεντρική πολιτική σκηνή όσο και στις παρυφές της.

Στο κοινωνικό πεδίοκατ' αρχάς: Η επιχείρηση σκούπα κατά των Αλβανών "λαθρομεταναστών" που ζητιέται από το "λαό" (τις Νομαρχίες της Θράκης, σύμφωνα με κύριο τίτλο του Βήματος) να αναβληθεί προς το παρόν τουλάχιστον έως ότου γίνει η συγκομιδή της αγροτικής σοδειάς.

Στο πολιτικό πεδίο, πρώτα και κύρια οι πρωταγωνιστές: Οι μάσκες του κεφαλαίου τσακώνονται για το ποιος εκπροσωπεί καλύτερα τα συμφέροντα των κρατούντων, πάντα στο όνομα του λαού: η "κοινωνική αλληλεγγύη" του ΠΑΣΟΚ ή η "λαϊκή δεξιά" της ΝΔ συναντώνται στον ίδιο πολιτικό στίβο προερχόμενες από διαφορετικές πολιτικές διαδρομές. Η μέριμνα για τους νοικοκυραίους: Τα σποτ της ΝΔ για την εγκληματικότητα που θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερο αιχμηρά αν η συγκυρία έδειχνε ότι είχαν απήχηση, η θετική αναφορά των φυλλαδίων του ΠΑΣΟΚ στην αστυνόμευση που επιτέλους άρχισε επί των ημερών του να υλοποιείται με τις περιπολίες των οργάνων. Κατά δεύτερο η αμφισβήτηση: Οι Αριστερές παραπαίουν ανάμεσα σε ιδεολογικές εγκλήσεις και αγωνιστικές υποθήκες και τον πολιτικό ρεαλισμό που τις υποχρεώνει σε διαφόρων λογιών πολιτικές και κοινωνικές ακροβασίες και ανακολουθίες.

Τέλος, το πολιτικό και κοινωνικό περιθώριο: Η πανσπερμία των εθνικιστικών και φασιστικών τερατογενέσεων της συγκυρίας, από το κόμμα εθνικής και περιφερειακής ανάτασης του Χαραλαμπίδη με τις τουρκοφαγικές αξιώσεις του, έως την ηχηρή Εθνική Συμμαχία που έχει τις ευχές του "στρατηγού" Ντερτιλή και της "κληρονόμου" του Γεωργίου Παπαδοπούλου Δέσποινας, και την Πρώτη Γραμμή του Πλεύρη με την ιστορική συνέχεια που συνδέει τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό με το 3ο Ράιχ, εγγράφονται στη "σύγχρονη" μορφή διεξαγωγής της πάλης των τάξεων, ήτοι την "πάλη των εθνών", των "φυλών", των "κοινοτήτων", των "προδομένων" ομάδων και κατηγοριών ενάντια στους προδότες (ο προδομένος "αξιωματικός" της 21ης Απριλίου, ο "εθνικά τραυματισμένος" ΚΥΠατζής Καλεντερίδης, κλπ.).

Και στο φόντο αυτό υπάρχει μια ολόκληρη στρατιά ανθρώπινων κουρελιών που η τύχη τους ελάχιστα επηρεάζεται είτε από το πολιτικό και κοινωνικό marketing των κρατούντων, είτε από τα τρικ που χρησιμοποίησαν τα μηντιολάγνα επιτελεία των βασικών εκλογομάχων στη μάχη εντυπώσεων για το απίστευτο εκείνο βαλτωμένο 3-5% που με τις αυθόρμητες ιδεολογίες του έκρινε (όπως συμβαίνει πάντα σε περιόδους κοινωνικής ύφεσης) την έκβαση της εκλογικής αναμέτρησης.

Ο 21ος αιώνας άρχισε θυμίζοντας τις καλύτερες στιγμές των προηγουμένων...