ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΤΟΜΟΥ

ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

ΤΟΥ KARL MARX1


του Γιώργου Σταμάτη



***


Σ’ ένα από τα αφηγήματά του ο Παπαδιαμάντης αρχίζει με τρεις λιπόψυχες, καθότι σύντομες (ημισέλιδες), παρεκτροπές. Δειλές και διστακτικές επίσης, αφού την τρίτη απ’ αυτές την δικαιολογεί κιόλας και μάλιστα με το ότι πριν λίγες μέρες είχε τα γενέθλιά του. Γενναιόδωρος ο καλός μας χριστιανός! Δηλαδή οι αναγνώστες του θα έπρεπε να περιμένουν τουλάχιστον ένα χρόνο την επόμενη παρέκβασή του. Δεν είχε προφανώς διαβάσει ο γλυκύτατος ούτε Laurence Sterne ούτε και Αλέξανδρο Πάλλη, διαφορετικά θα γνώριζε ότι οι γνήσιες παρεκβάσεις είναι μιας κάποιας έκτασης και δεν υπόκεινται σε κανενός είδους όρους όσον αφορά την έκταση και το αντικείμενο ή τα αντικείμενά τους και πριν απ’ όλα δεν χρήζουν κανενός είδους αιτιολόγησης όσον αφορά την αναφύησή τους. Απλώς ξεφυτρώνουν. Γιατί; Γιατί έτσι! Έτσι για παράδειγμα: Αν θέλετε να μάθετε πόσα κιβδηλοποιεία είχε ιδρύσει στην Ελλάδα η ηρωίς της Εθνικής ημών Επαναστάσεως του 1821 Μπουμπουλίνα ή γιατί το άλογο ή τα άλογα που κατά καιρούς ίππευε ο Γέρος του Μωριά, όταν πολεμούσε τους Τούρκους στα βουνά, αποκλείεται να ήσαν της ίδιας ράτσας μ’ αυτό, το οποίο ιππεύει στην αρχή της οδού Σταδίου, τότε δεν έχετε παρά να ανατρέξετε στο βιβλίο του Αλέξανδρου Πάλλη Μπουσός για το ταξίδι του σ’ αυτό το ορεινό χωριό της Αιτωλοακαρνανίας.

Όταν λοιπόν άκουσα το 1990 ότι κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Κέδρος το Ulysses του Joyce σε ελληνική μετάφραση του Σωκράτη Καψάσκη, απόρησα που δεν χτύπησαν οι καμπάνες για το χαρμόσυνο γεγονός. Αντ’ αυτού άκουσα ότι ένας κριτικός έψεξε τον μεταφραστή γιατί μετέφραζε ως και το επιτακτικό indeed. Το άκρον άωτον αρειμάνιας εν σιγή αντιπαράπλευσης της εν λόγω μετάφρασης αποτελεί όμως ο μέγας γνώστης του έργου του Joyce αν όχι γενικώς και πέρα έως πέρα τουλάχιστον του Ulysses του Άρης Μαραγκόπουλος με το πολυσέλιδο πόνημά του Ulysses, Οδηγός ανάγνωσης, Κέδρος, Αθήνα 2001, ο οποίος καταφέρνει να μην αναφερθεί πουθενά ούτε με μια λέξη στη μετάφραση του Καψάσκη. Προφανώς, για να το πούμε ευφημιστικά, η μετάφραση του Καψάσκη δεν τον ικανοποιεί καθόλου. Ωστόσο το πόσο καλά θα είχε μεταφράσει, αν το είχε επιχειρήσει, αυτός ο ίδιος τον Ulysses και πόσο καλά γνωρίζει τον Joyce δείχνουν οι ακόλουθες δύο περιπτώσεις δικής του μετάφρασης και κατανόησης.

Περίπτωση πρώτη: Γράφει, μεταφράζοντας Joyce ο εν λόγω (σ. 217): «Στο βιβλίο των αναγνωστών ο Κάσελ Μπόυλ Ο’ Κόννορ Φίτζμόρις Τίσντολ Φάρελ παρ(αφρ)άζει* τα πολυσύλλαβά του». Και στην υποσημείωση (σ. 217): «* Ο Τζόυς γράφει parafes αντί paraphrases, εφαρμόζοντας έτσι στην ίδια τη λέξη τη λειτουργία της […]». Ο Α.Μ. δεν κάνει σκόντο. Α, μην ξεχνάμε! Με Joyce έχουμε να κάνουμε. Έτσι λοιπόν χρησιμοποιεί Liddell Scott (δες σ. 215). Αλλ’ ακόμη και σ’ ένα οποιοδήποτε αγγλοελληνικό λεξικό να είχε προσφύγει κανείς – αρκεί να μην το είχε αγοράσει από κατάστημα τουριστικών ειδών – θα εύρισκε ότι το parafes σημαίνει απλώς μονογραφεί. Συνεπώς ο Joyce γράφει: «Στο βιβλίο των αναγνωστών ο Κάσελ Μπόυλ Ο’ Κόννορ Φίτζμόρις Τίσντολ Φάρελ μονογραφεί τα πολυσύλλαβά του», όπου αυτό «τα πολυσύλλαβά του» σημαίνει το μακρύ του όνομα (στην πρώτη, θεωρημένη από τον ίδιο τον Joyce γερμανική μετάφραση στέκει, αν θυμάμαι καλά, αντ’ αυτού – παραθέτω από μνήμης – «τον σιδηρόδρομο του ονόματός του»). Αλλά όπου το άνοιγμα ενός λεξικού θεωρείται – λόγω γνώσης και μόνον βεβαίως – περιττό, εκεί προστρέχει σε βοήθεια της – παρά την περί του αντιθέτου ιδίαν άποψη – αγνοίας ένας βλακώδης εξυπνακισμός, όπως αυτός ο απαράμιλλος «εφαρμόζοντας έτσι στην ίδια τη λέξη τη λειτουργία της».

Ο Καψάσκης (σ. 259) μεταφράζει το parafes με παραθέτει. Εσφαλμένα μεν, αλλά όχι εσφαλμένα και βλακοεξυπνακίστικα. Parafiert, τουτέστιν μονογραφεί, μεταφράζει και ο καλλίτερος μεταφραστής αγγλικών λογοτεχνικών κειμένων στα γερμανικά, Hans Wollschläger (James Joyce, Frankfurter Ausgabe, Werke 3.1 und 3.2, Suhrkamp Verlag, Frankfurt 1976, σ. 301), τον οποίο ο Suhrkamp πλήρωνε – έτσι λέγεται – μηνιαίως αδρότατα για δέκα ολόκληρα χρόνια για την εκπόνηση της γερμανικής μετάφρασης του Ulysses. Και για δες! Εκεί που ο Wollschläger μεταφράζει λανθασμένα, ο Καψάσκης μεταφράζει σωστά. Στην «Πηνελόπη», δηλαδή στον μονόλογο της κυρίας Μπλουμ, η τελευταία μιλάει για τα ισπανικά, τα οποία γνώριζε όταν στην εφηβεία της ζούσε στο Γιβραλτάρ, και για ένα ισπανικό μυθιστόρημα που της είχε δανείσει τότε μια κάποια κυρία Rubio, όπου όλα τα «ερωτηματικά» ήσαν «τυπωμένα ανάποδα» (σ. 812), δηλαδή τα σημεία των ερωτηματικών έστεκαν, όπως φυσικά στέκουν στα ισπανικά, και στην αρχή και όχι, όπως στις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες, μόνο στο τέλος της ερωτηματικής πρότασης, μεταφράζει σωστά ο Καψάσκης. Ενώ ο Wollschläger αντί «ερωτηματικά» μεταφράζει εσφαλμένα «ερωτήσεις» («Fragen») (Werke 3.2, σ. 1009).

Περίπτωση δεύτερη: Γράφει ο Α.Μ. μεταφράζοντας Joyce: «Η Amor matris, υποκειμενική και αντικειμενική γενική, 36 ίσως είναι το μόνο αληθινό πράγμα στη ζωή»2 (σ. 188). Και στην υποσημείωση 36: «36. Amor matris (= μητρική αγάπη): πρβλ. στο δεύτερο επεισόδιο (Νέστωρ) την αναφορά του Στήβεν στον ματαιόπονο μαθητή Σάρτζεντ: «Amor matris, υποκειμενική και αντικειμενική γενική. Με το αδύναμό της αίμα και το ξυνόγαλά της τον έθρεψε [...]»3 (σ. 195). Αλλού, στο «Πορτρέτο του καλλιτέχνη…» ο Joyce χρησιμοποιεί την έκφραση amor matris, genitivus subjectivus et objectivus. Το amor matris, όταν το matris είναι genitivus subjectivus (= υποκειμενική γενική), όταν δηλαδή το mater είναι υποκείμενο (οπότε το τέκνο είναι αντικείμενο), σημαίνει την αγάπη της μητρός προς το τέκνον της. Το amor matris όμως, όταν το mater είναι αντικείμενο (οπότε υποκείμενο είναι το τέκνο), τότε σημαίνει την αγάπη του τέκνου προς τη μητέρα του. Συνεπώς το amor matris, στην έκφραση amor matris, υποκειμενική και αντικειμενική γενική δεν σημαίνει, όπως γράφει ο Α.Μ. μητρική αγάπη, αλλά σημαίνει την αγάπη μεταξύ μητρός και τέκνου.


***


Η νέα – μετά από περισσότερο από μισό αιώνα – έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου του Μαρξ από τον Θανάση Γκιούρα κυρίως, που έκανε τη μετάφραση, αλλά και τους συνεργάτες του, τον Θωμά Νουτσόπουλο, που μαζί με τον Θανάση Γκιούρα και σε συνεργασία με τον Διονύση Γράβαρη έκαναν την επιστημονική επιμέλεια, τον Ηλία Γεωργαντά, που έκανε την επιλογή και επιμέλεια εποπτικού υλικού σε CD, τη Βάσω Μπαχούρου, που έκανε τη γλωσσική επιμέλεια και διόρθωση του κειμένου, τη Μαρία Ζώγου, που έκανε τη διόρθωση και επιμέλεια του CD, την τεχνική ομάδα των Εκδόσεων ΚΨΜ και τον σύμβουλο έκδοσης Δημήτρη Γκόβα, υπήρξε ασφαλώς μια επίπονη εργασία και ένα μεγάλο επίτευγμα. Για δε τις Εκδόσεις ΚΨΜ του Βασίλη Γραμμέλη, ιδίως σ’ αυτούς τους δύσκολους για επιχειρηματικά τολμήματα καιρούς, ένα μεγάλο εμπορικό τόλμημα. Σε όλους αξίζουν συγχαρητήρια.

Ας δούμε τα περιεχόμενα του τόμου. Ο τόμος περιέχει:


1. Ένα «Σημείωμα των Εκδόσεων ΚΨΜ», σ. XIII-XIV,

2. Έναν «Χαιρετισμό του Γενικού Συντονιστή των MEGA [διάβαζε: της MEGA2 – Γ.Σ.]4 , Δρ. Gerald Hubmann, σ. XV-XVI,

3. Έναν «Πρόλογο των Συντελεστών», σ. XVII-LXI,

4. «Σημειώσεις για την ανάγνωση», σ. LXII-LXIII,

5. Karl Marx, Το Κεφάλαιο, Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας, βιβλίο Ι: Η διαδικασία παραγωγής του κεφαλαίου (με πρόλογο στην πρώτη έκδοση και πρόλογο στη γαλλική έκδοση του Marx), σ. 1-726,

6. Επίλογος στη δεύτερη και επίλογος στη γαλλική έκδοση του Marx, σ. 727-735,

6α. Τι περιλαμβάνουν τα πέντε Παραρτήματα, σ. 738-739,

7. Παράρτημα Ι: Ξενόγλωσσα παραθέματα, σ. 741-793,

8. Παράρτημα ΙΙ: Το Κεφάλαιο. Πρώτο βιβλίο. Πρώτο κεφάλαιο, πρώτη έκδοση, Αμβούργο 1867, σ. 795-899,

9. Παράρτημα ΙΙΙ: Συμπληρώσεις και αλλαγές στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου (Δεκέμβριος 1871—Ιανουάριος 1872), σ. 901-951,

10. Παράρτημα ΙV: Αποσπάσματα της γαλλικής έκδοσης που δεν συμπεριλήφθηκαν σε άλλες εκδόσεις, σ. 954-994 και

11. Παράρτημα V: Προσθήκες και διάφοροι πρόλογοι του Friedrich Engels, σ. 995-1014.

12. Ευρετήριο ονομάτων και τοπωνυμίων, σ. 1015-1022 και

13. Ευρετήριο όρων, σ. 1023-1049.


Σε ποια κείμενα βασίζονται οι μεταφράσεις των σημείων 5, 6, 7, 8, 9, 10 και 11; Γράφουν οι συντελεστές: «Η δεύτερη γερμανική έκδοση και η γαλλική έκδοση του πρώτου τόμου ήταν οι τελευταίες εκδόσεις που επιμελήθηκε ο Marx πριν πεθάνει, ενώ είχε ήδη ξεκινήσει τη νέα αναθεώρηση [διάβαζε: την αναθεώρηση της δεύτερης έκδοσης - Γ.Σ.] του πρώτου τόμου εν όψει της τρίτης έκδοσής του21» (σ. XXXVI). Και στην αντίστοιχη υποσημείωση 21 γράφουν: «21. Για τους λόγους αυτούς η ανά χείρας μετάφραση έχει ως σημεία αναφοράς τις εξής δημοσιεύσεις από την έκδοση των Απάντων: Das Kapital, Kritik der Politischen Ökonomie, πρώτος τόμος, Αμβούργο 1867 (MEGA II/5, 1983)˙ Das Kapital, Kritik der Politischen Ökonomie, Αμβούργο 1872 (MEGA ΙΙ/6, 1987)˙ Le Capital, Παρίσι 1872-1875, (MEGA ΙΙ/7, 1989). Επίσης ελήφθη υπόψη η έκδοση των τριών τόμων του Κεφαλαίου από τη σειρά Marx Engels Werke, τόμ. 23-255 (Βερολίνο 1962 κ.ε.)» (σ. XXXVI).

Πρώτη φορά συναντώ παρουσίαση ταυτότητας μεταφρασθέντων προτύπων επιστημονικών κειμένων να γίνεται με τόση ασάφεια και δη σε υποσημείωση.

Τα κείμενα του Σημείου 11, δηλαδή του Παραρτήματος V, θέτουν το ζήτημα από ποια έκδοση μεταφράστηκαν: από τη MEW τόμος 23 ή από τη MEGA2 II/6, για να μπορεί να ελέγξει κανείς τη μετάφρασή τους; Ποιος διαβεβαιώνει τον αναγνώστη ότι αυτά τα κείμενα είναι και στις δύο αυτές εκδόσεις ταυτά; Τέλος μια «συντακτική» παρατήρηση, ιδίως όταν γνωρίζουμε ότι η MEW, τ. 23 είναι η τέταρτη, ενώ η MEGA2 II/6 είναι η δεύτερη έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου. Γιατί αποσπάστηκαν οι προσθήκες του Engels στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου και παραπέμφθηκαν σ’ αυτό εδώ το Παράρτημα V; Ως σαφώς διακριτές προσθήκες στο κείμενο του Μαρξ συνέβαλαν σε ό, τι συνέβαλαν στο μέτρο που συνέβαλαν, ενώ εδώ στο Παράρτημα είναι ξεκάρφωτες και ακατανόητες.

Τα κείμενα του Σημείου 10, δηλαδή του Παραρτήματος IV, βρίσκονται, μας το λένε εδώ έμμεσα οι συντελεστές, στη MEGA2 II/7, 1989, δηλαδή στη γαλλική έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου των ετών 1872-75. Ωστόσο την βρήκαμε αλλού: Στην τέταρτη έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου στη MEGA2 II/10, Apparat, 1991, σ. 732-783, την οποία οι συντελεστές δεν αναφέρουν πουθενά στις πηγές της μετάφρασής τους! Έτσι δημιουργείται η εντύπωση ότι οι συντελεστές συνέκριναν τη γαλλική με τις «άλλες» εκδόσεις και διαπίστωσαν αυτοί οι ίδιοι τα αποσπάσματα της γαλλικής έκδοσης που δεν συμπεριλήφθηκαν σε άλλες εκδόσεις. Κατά τα λοιπά, όπως λένε και οι ίδιοι (σ. XXXV), δεν μεταφράζουν και δεν δημοσιεύουν όλα αυτά τα αποσπάσματα αλλά ορισμένα μόνον εξ αυτών.

Το κείμενο του Σημείου 9, δηλαδή το Παράρτημα ΙΙΙ, το βρήκαμε ψαλιδισμένο κατά τις δύο πρώτες σελίδες του, που περιέχουν τον Πίνακα Περιεχομένων αυτών των Συμπληρώσεων και Αλλαγών, στη MEGA2 II/6, 1987, σ. 1-54.6 Γι’ αυτό και τα σημεία [Α], [Β] κ.λπ. παραμένουν ξεκάρφωτα, αφού ορίζονται στον παραλειφθέντα Πίνακα Περιεχομένων. Κατά τα λοιπά, ήδη στην πρώτη σελίδα της μετάφρασης του Παραρτήματος ΙΙΙ (σ. 901) λείπει η μετάφραση του υπότιτλου «Kapitel I, p. 34» (= «Κεφάλαιο Ι, σ. 34») (δες MEGA2 II/6, σ. 3). Επίσης λείπουν σχεδόν όλα τα σχήματα εντονισμού του περιεχομένου του κειμένου του Μαρξ στο περιθώριο ή και στο ίδιο το κείμενο ορισμένων σελίδων. Αλλά αυτό δεν είναι και τίποτα σημαντικό.

Το κείμενο του Σημείου 8, δηλαδή το Παράρτημα ΙΙ, είναι, όπως αναφέρουν και οι συντελεστές (σ. XXXVI, υποσ. 21), η MEGA2 II/5. Με την εξής αξιοσημείωτη διαφορά: Στη μετάφραση λείπει ο πρόλογος του Μαρξ! Θα εξηγήσουμε λίγο παρακάτω γιατί.

Για τα Κείμενα του Σημείου 6 ισχύει ό, τι ελέχθη για τα κείμενα του Σημείου 11, δηλαδή του Παραρτήματος V: Ποια έκδοση των γερμανικών κειμένων χρησιμοποιήθηκε κατά τη μετάφραση;

Απομένουν τα συναρτώμενα κείμενα των Σημείων 5 και 7. Απομένει δηλαδή να απαντηθεί το ερώτημα: Ποια γερμανική έκδοση χρησιμοποίησαν οι συντελεστές της μετάφρασης του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου, δεδομένου ότι μια από τις εξής τρεις θα πρέπει να έχουν χρησιμοποιήσει, ή τη δεύτερη (MEGA2 II/6) ή την τρίτη (MEGA2 II/8) ή την τέταρτη (εναλλακτικά είτε την MEGA2 II/10 είτε την MEW τόμος 23). Θα δείξουμε αργότερα ότι σε καμιά περίπτωση δεν χρησιμοποιούν την τέταρτη έκδοση της MEGA2, δηλαδή την MEGA2 ΙΙ/10. Οι ίδιοι αφήνουν στην υποσημείωση 21 (σ. XXXVI) να εννοηθεί ότι χρησιμοποίησαν τη δεύτερη έκδοση της MEGA2, δηλαδή την MEGA2 ΙΙ/6. Φαίνεται λοιπόν σαν να μεταφράζουν πράγματι από αυτή τη δεύτερη έκδοση, η οποία περιέχει μόνον τον πρόλογο και τον επίλογο του Μαρξ στην πρώτη έκδοση, και στη μετάφραση της οποίας οι συντελεστές έχουν προσθέσει και τον πρόλογο του Μαρξ στη γαλλική έκδοση. Όπως θα δούμε αργότερα, αφήνουν να εννοηθεί ότι μετέφρασαν από την τρίτη έκδοση (MEGA2 ΙΙ/8). Από τις δύο άλλες εκδόσεις, η τρίτη (MEGA2 ΙΙ/8) περιέχει τον πρόλογο του Μαρξ στην πρώτη έκδοση και τον επίλογό του στη δεύτερη έκδοση καθώς επίσης τον πρόλογο του Engels στην τρίτη έκδοση και η τέταρτη (MEGA2 ΙΙ/10) περιέχει τον πρόλογο του Μαρξ στην πρώτη και τον επίλογό του στη δεύτερη καθώς και τους προλόγους του Engels στην τρίτη και την τέταρτη έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου.

Ο τόμος 23 των MEW (τέταρτη έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου) περιέχει, σε σχέση με την τέταρτη έκδοση της MEGA2 ΙΙ/10, επιπλέον τον επίλογο του Μαρξ στη γαλλική έκδοση και τον πρόλογό του στην αγγλική έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου.

Η τέταρτη έκδοση (MEGA2 ΙΙ/10) είναι ασφαλώς νεότερη, αλλά και διαφορετική από τη δεύτερη (MEGA2 ΙΙ/6) και την τρίτη (MEGA2 ΙΙ/8) που χρησιμοποιούν για τη μετάφρασή τους οι συντελεστές. Τότε γιατί δεν χρησιμοποιούν την τέταρτη έκδοση (MEGA2 ΙΙ/10) και γιατί την αποσιωπούν παντελώς, καίτοι την χρησιμοποιούν για το Παράρτημα IV – διατρέχοντας τον κίνδυνο που αναφέραμε παραπάνω;

Ωστόσο, και οι τρεις εκδόσεις της MEGA2 καθώς και τα MEW τόμος 23 περιέχουν λάθη σύνταξης (redaktionelle Fehler), τα οποία βαρύνουν και την ελληνική μετάφραση. Έτσι διαβάζουμε στη δεύτερη έκδοση: «Der Werth der Waare aber stellt menschliche Arbeit schlechthin dar, Verausgabung menschlicher Arbeit7 überhaupt» (MEGA2 ΙΙ/10, σ. 77.32-33). Το ίδιο διαβάζουμε και στην τρίτη (MEGA2 ΙΙ/8, σ. 75.34 ε.) και στην τέταρτη (MEGA2 ΙΙ/10, σ. 46.8-10 και MEW τόμος 23, σ. 59.4 ε.). Και στην ελληνική μετάφραση: «Η αξία του εμπορεύματος όμως παρισταίνει απλώς ανθρώπινη εργασία, ξόδεμα ανθρώπινης εργασίας εν γένει»8 (σ. 27).

Η αξία όμως δεν παριστά ξόδεμα ανθρώπινης εργασίας εν γένει (το «ξόδεμα εργασίας» είναι nonsense), αλλά ξόδεμα εργασιακής δύναμης, δηλαδή εργασία εν γένει. Οι editors των MEW και της MEGA2 θα πρέπει να είχαν διορθώσει αυτό το σοβαρό λάθος. Κι αφού αυτοί δεν το έκαναν, θα έπρεπε να το είχαν κάνει οι συντελεστές. Μην απορείτε που οι editors της MEGA2 κάνουν τέτοια λάθη. Έχουν κάνει ήδη αρκετά, μερικά από τα οποία τους έχουμε υποδείξει παλιότερα, σε άρθρο μας στα Beiträge zur Marx-Engels-Forschung, 9 μία περιοδική έκδοση που συνοδεύει την έκδοση της MEGA2. Ο τρίτος τόμος του Κεφαλαίου έχει κυκλοφορήσει ήδη στη MEGA2 ως MEGA2 ΙΙ/15. Δεν τον έχω, ωστόσο. Είμαι βέβαιος ότι δεν έχει διορθώσει τα λάθη που περιέχει ο τρίτος τόμος του Κεφαλαίου των MEW, δηλαδή ο τόμος 25 των MEW, τουλάχιστον αυτά τα τέσσερα που γνωρίζω εγώ:

α) Στη σελίδα 227, γραμμή 15 πρέπει να τεθεί το ορθό seiner αντί του εσφαλμένου Ihrer,

β) Στη σελίδα 293, γραμμές 7-9 από κάτω, διαβάζουμε: «[...] gleich sein muß der Differenz zwischen seinem Kaufpreis und seinem Verkaufpreis, gleich dem Überschuß des erstern über den letztern» (=«« «[...] πρέπει [το κέρδος του εμπόρου – Γ.Σ.] να είναι ίσο με τη διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς και της τιμής πώλησης [του εμπόρου – Γ.Σ.], ίσο με το ποσό, κατά το οποίο η πρώτη ξεπερνά την τελευταία»). Το σωστό για το κέρδος είναι προφανώς το ακριβώς αντίθετο!

γ) Στη σελίδα 311, τελευταία γραμμή, λείπει μεταξύ των λέξεων die και frührer ένα κόμμα και

δ) Στο 48ο Κεφάλαιο, σ. 822-839, θα πρέπει, για να αποκτήσει το όλον νόημα, το «ΙΙΙ» στη σελίδα 825 να γίνει «Ι» και το κείμενο των σελίδων 822-825 έως και «[Hier bricht das Ms. ab.]» (= [Εδώ σταματά το χειρόγραφο]), αφού προηγουμένως το «Ι» στη σελίδα 822 γίνει «ΙΙ» και το «ΙΙ» στη σελίδα 824 γίνει «ΙΙΙ», να μεταφερθεί στη σελίδα 831 εκεί που στέκει «[Hier fehlt ein Foliobogen im Ms]» (= [Εδώ λείπει στο χειρόγραφο ένα μεγάλου σχήματος φύλλο χαρτί]). Όποιος έχει τον 25ο τόμο των MEW και την MEGA2 ΙΙ/15 μπορεί να κάνει τις συγκρίσεις και να δει αν οι εικασίες μας ευσταθούν.

Ένα δεύτερο λάθος στο κείμενο, το οποίο χρησίμευσε στους συντελεστές για τη μετάφραση, περιέχεται στην ακόλουθη φράση: «Mit mehr entwickelter Warenproduktion muß jeder Warenproduzent sich den nervus rerum, das “gesellschaftliche Faustpfand” sichern» (MEGA2 ΙΙ/6. σ. 153.5 ε. και MEGA2 ΙΙ/8, σ. 151.5). Και στην ελληνική μετάφραση: «Στην πιο ανεπτυγμένη εμπορευματική παραγωγή πρέπει κάθε εμπορευματοπαραγωγός να εξασφαλίσει το nexus10 rerum*, το “κοινωνικό ενέχυρο”» (σ. 107). Στην αντίστοιχη υποσημείωση διαβάζουμε: «* Τόσο η έκδοση των MEGΑ όσο και η έκδοση των Werke [MEW – Γ.Σ.] έχουν εδώ την έκφραση nervus rerum χωρίς εντούτοις να εξηγούν το γιατί. Πέραν το ότι ο Μαρξ έχει ήδη χρησιμοποιήσει τον όρο nexus rerum στα Grundrisse (στο δεύτερο τεύχος, σ. 149 της έκδοσης των Werke) όπως και στο λεγόμενο Urtext, αξίζει να παρατεθεί εδώ αυτούσια η σημείωση του Γ. Σταμάτη στη μετάφραση του πρώτου κεφαλαίου από την πρώτη έκδοση (Εμπόρευμα και χρήμα, Κριτική, Αθήνα 1991, σ. 173): “Nexus rerum σημαίνει συνάρτηση, συνοχή, διαπλοκή, πλέγμα των πραγμάτων. Nexus σημαίνει όμως και έγγραφη ομολογία οφειλής στα χέρια του πιστωτή, δηλαδή εχέγγυο. Έτσι, nexus rerum σημαίνει εδώ – ως λογοπαίγνιο, όπως δείχνει η επεξήγησή του με «κοινωνικό εχέγγυο» – και έγγραφη ομολογία οφειλής πραγμάτων. Τα πράγματα αυτά είναι προφανώς τα εμπορεύματα που μπορεί να αποκτήσει κανείς με αυτή την «έγγραφη ομολογία οφειλής πραγμάτων», δηλαδή με το χρήμα. Και ο Αριστοτέλης ονομάζει στα Ηθικά Νικομάχεια (βιβλίο Ε', κεφάλαιο VIII 1133b, 14) το χρήμα ‘εγγυητή’. Για ανεξιχνίαστους λόγους η MEGA2 το διορθώνει ρητά σε ‘nervus rerum’ (νεύρο των πραγμάτων ή, όπως ευαρεστείται να το επεξηγεί η ίδια, κυριότερο πράγμα [Hauptsache]). Δες MEGA2 ΙΙ/5, σ. 89. Εντούτοις οφείλουμε να σημειώσουμε ότι στην επιμελημένη από τον Marx γαλλική έκδοση, σ. 54, λέγεται ρητά: “C’est alors le ‘gage social’ le nervus rerum, le nerf des choses”» (σ. 107).

Εν πρώτοις να διευκρινίσουμε το εξής: Στο κείμενο, το οποίο μετέφρασαν οι συντελεστές στέκει nervus rerum και αυτοί το διόρθωσαν άρρητα σε nexus rerum. Συγχρόνως ισχυρίζονται ότι τόσο η MEGA2 όσο και τα Werke χρησιμοποιούν – με άρρητη εξαίρεση φυσικά τον τόμο της MEGA2 ΙΙ/5 που αποτελεί την πρώτη έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου στην οποία περιέχεται ο όρος nexus rerum – τον όρο nervus rerum. Αυτό δεν είναι ορθό. Διότι η τέταρτη έκδοση της MEGA2, ο τόμος δηλαδή MEGA2 ΙΙ/10, σ. 121.30, χρησιμοποιεί – χωρίς προηγούμενη διόρθωση στο Apparat!!!11 – τον όρο nexus rerum, αντί του όρου nervus rerum που χρησιμοποιείται στη δεύτερη (MEGA2 ΙΙ/6, σ. 153.6) και στην τρίτη έκδοση (MEGA2 ΙΙ/8, σ. 151.5) και που χρησιμοποιείται και στα MEW, τόμος 23, σ. 145, γραμμή 8, δηλαδή η από τον Engels επιμελημένη τέταρτη έκδοση. Αυτό σημαίνει μονοσήμαντα ότι οι συντελεστές δεν μεταφράζουν το Κεφάλαιο από την MEGA2 ΙΙ/10! Ή μεταφράζουν από τη δεύτερη έκδοση, δηλαδή από την MEGA2 ΙΙ/6, ή όπως διαβεβαιώνουν οι ίδιοι ότι «η παρούσα μετάφραση αναπαράγει κατά βάση το σώμα της τρίτης έκδοσης του 1883», δηλαδή την MEGA2 ΙΙ/8 (δες σ. LVIII). Ας δεχθούμε το τελευταίο. Αυτό προφανώς σημαίνει ότι στη μετάφρασή τους άρρητα διορθώνουν το nervus rerum σε nexus rerum. Επιστρέφουμε στα σχετικά με τους όρους nexus rerum και nervus rerum.

Οι συντελεστές, παρά το γεγονός ότι αλλάζουν άρρητα το nervus rerum σε nexus rerum στη μετάφρασή τους, είναι διστακτικοί όσον αφορά αυτήν τους τη διόρθωση απ’ ό, τι φαίνεται από την αναφορά τους στη γαλλική έκδοση. Ας δούμε πώς έχει το πράγμα.

Το nervus στα λατινικά δεν σημαίνει νεύρο. Αλλά σημαίνει: τένων, μυς, χορδή μουσικού οργάνου, σπάγκος, σύρμα, πέος, δερμάτινη πέδη, χειροπέδη, φυλακή, δερμάτινη επικάλυψη ασπίδας κ.ά. Και nervus rerum σημαίνει – στα γερμανικά όμως και μόνον – παιγνιωδώς12 χρήμα (δες Der große Duden, Fremdwörterbuch, Mannheim 1960, λήμμα Nerv, σ. 428). Αν έλειπε η επεξήγηση του Μαρξ, δηλαδή το le nerf des choses, τότε θα μπορούσε να το εννοήσει κανείς έτσι, δηλαδή ως παιγνιώδης έκφραση για το χρήμα. Αν το le nerf des choses σημαίνει ό, τι και το Nerv aller Dinge (= νεύρο όλων των πραγμάτων, κινητήρια δύναμη όλων των πραγμάτων, «καύσιμο όλων των μηχανών», χρήμα), τότε το nervus rerum θα σήμαινε, όπως στα γερμανικά, έτσι και στα γαλλικά χρήμα.

Εν τέλει λοιπόν, ακόμη κι αν λάβουμε και τη γαλλική έκδοση υπόψη μας, το nervus rerum στη θέση του nexus rerum δεν αλλάζει και πολύ τα πράγματα. Μόνον που η έννοια nexus rerum είναι πλουσιότερη, ακριβέστερη και ευστοχότερη.

Ας επιστρέψουμε όμως σύντομα στην πραγμάτευση του ζητήματος της αναφοράς εκ μέρους των συντελεστών στα γερμανικά κείμενα, τα οποία μεταφράζουν. Επειδή οι συντελεστές αφήνουν να διαφανεί πόσο, κι εγώ θα έλεγα όπως λένε και οι Γερμανοί in fremdschämender Weise, υπερήφανοι είναι για τη συνεργασία τους με τους συνεργάτες της MEGA2 (δες και την επιστολή τους στις Θέσεις τ. 137), ένα πράγμα θα πρέπει να είχαν μάθει τουλάχιστον απ’ αυτήν την τελευταία. Ότι, όπως η MEGA2 περιγράφει με απερίγραπτα τρομερή ακρίβεια τι τυπώνει σ’ έναν τόμο, έτσι και αυτοί θα έπρεπε, πράγμα απείρως ευκολότερο, να αναφέρουν ακριβώς τι μεταφράζουν και από πού. Και, ενώ αρχικά μας είπαν ότι «η ανά χείρας μετάφραση έχει ως σημεία αναφοράς τις εξής δημοσιεύσεις από την έκδοση των Απάντων: Das Kapital. Kritik der Politischen Ökonomie, πρώτος τόμος, Αμβούργο 1867 (MEGA2 ΙΙ/5, 1983)˙ Das Kapital. Kritik der Politischen Ökonomie, πρώτος τόμος, Αμβούργο 1872 (MEGA2 ΙΙ/6, 1987)˙ Le Capital, Παρίσι 1872-1875 (MEGA2 ΙΙ/7, 1989). Επίσης ελήφθη υπόψη η έκδοση των τριών τόμων του Κεφαλαίου από τη σειρά Marx Engels Werke, τόμ. 23-2513 (Βερολίνο 1962 κ.ε.)» (σ. XXXVI, υποσημ. 21), αργότερα γράφουν: «… η παρούσα μετάφραση αναπαράγει κατά βάση το σώμα της τρίτης έκδοσης του 1883...» (σ. LVIII). Μα παραπάνω η τρίτη έκδοση του 1883 (MEGA2 ΙΙ/8) δεν αναφέρεται καθόλου. Ας δεχθούμε ότι το πρώτο κεφάλαιο του πρώτου τόμου της πρώτης έκδοσης του Κεφαλαίου του 1867 μεταφράστηκε από την MEGA2 ΙΙ/5 που αναφέρεται αρχικώς αλλά όχι και μετέπειτα, και ας εξετάσουμε το ερώτημα ποια έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου μεταφράστηκε. Η δεύτερη έκδοση του 1872 (MEGA2 ΙΙ/6), η γαλλική έκδοση των 1872-1875 (MEGA2 ΙΙ/7) ή η τέταρτη έκδοση των MEW, τόμος 23 που αναφέρονται αρχικά ή η τρίτη έκδοση του 1883 (MEGA2 ΙΙ/8) που αναφέρεται κατόπιν; Ή η τέταρτη έκδοση του 1890 της MEGA2 ΙΙ/10 που δεν αναφέρεται καθόλου; Δεχθήκαμε παραπάνω ότι η μετάφραση έγινε από την τρίτη έκδοση και σε καμία περίπτωση από την τέταρτη της MEGA2 ΙΙ/10.

Στη συνέχεια πληροφορούμεθα ότι παράλληλα η μετάφραση «έλαβε υπόψη τις αντίστοιχες σημειώσεις στα προσωπικά αντίτυπα της δεύτερης γερμανικής και της γαλλικής έκδοσης καθώς και τον κατάλογο του 1877 που απέστειλε [ο Μαρξ – Γ.Σ.] στον Sorge (και τον οποίο ο Sorge απέστειλε το 1886 στον Engels, ο οποίος δεν γνώριζε την ύπαρξή του) ... Σαφώς κατά τη μετάφραση ελήφθη υπόψη η δυναμική πορεία που οδηγεί από την πρώτη έκδοση (1867) στη δεύτερη διευρυμένη έκδοση του 1872 και στην τρίτη έκδοση του 1883, καθώς και στην τέταρτη γερμανική έκδοση του 1890, επιμελημένη από τον Engels. Για πρώτη φορά ο Έλληνας αναγνώστης έχει στη διάθεσή του: α) μια επιστημονική επιμέλεια που βασίζεται στους καρπούς της διεθνούς έρευνας από το τελευταίο τρίτο του 20ού αιώνα μέχρι τη στιγμή της δημοσίευσης, β) όλες τις εκδοχές της θεωρίας της αξίας (πρώτη έκδοση με το Παράρτημα περί αξιακής μορφής, Συμπληρώσεις του 1871-72, δεύτερη έκδοση), οι οποίες δεν υπάγονται σε μια γραμμική ανάπτυξη του περιεχομένου αλλά το φωτίζουν ποικιλότροπα, γ) αναπτύξεις και σημειώσεις από τη γαλλική έκδοση που δεν ελήφθησαν υπόψη σε άλλες εκδόσεις» (σ. LVIII).

Εν πρώτοις δύο ερωτήματα: Τίνι τρόπω έλαβε υπόψη της η μετάφραση τα μαργκινάλια του Μαρξ στη δεύτερη γερμανική και στη γαλλική έκδοση και τον κατάλογο του 1877 που ο Μαρξ απέστειλε στον Sorge; Πώς είναι δυνατόν να έπαιξαν ρόλο στη μετάφραση, αν δεν επηρέασαν την τρίτη γερμανική έκδοση από την οποία μετέφρασαν οι συντελεστές; Και τίνι τρόπω «κατά τη μετάφραση ελήφθη υπόψη» αυτή «η δυναμική πορεία» που αναφέρεται παραπάνω;

Και μια-δυο παρατηρήσεις: Για την προβαλλόμενη επιστημονική επιμέλεια έχω για τον απλούστατο λόγο επιφυλάξεις, επειδή αυτή προϋποθέτει καλή γνώση του επιστημονικού αντικειμένου, εν προκειμένω της οικονομικής θεωρίας και ιδίως της μαρξικής. (Στο ζήτημα αυτό θα επανέλθουμε παρακάτω.) Το πρώτο κεφάλαιο και το Παράρτημα περί αξιακής μορφής της πρώτης έκδοσης του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου (1867), οι Συμπληρώσεις του 1871-1872, δεύτερη έκδοση14 (Παράρτημα ΙΙΙ) και τα σχετικά με την αξία μέρη της δεύτερης έκδοσης του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου (1872) δεν αποτελούν εκδοχές της θεωρίας της αξίας και πάντως δεν είναι οι μόνες («όλες οι εκδοχές») της μαρξικής θεωρίας της αξίας. Αυτό το «για πρώτη φορά ο Έλληνας αναγνώστης έχει στη διάθεσή του…» δεν ισχύει για την «πρώτη έκδοση με το Παράρτημα περί αξιακής μορφής». Και, τέλος, οι αναπτύξεις και σημειώσεις από τη γαλλική έκδοση που δεν λήφθηκαν υπόψη σε άλλες εκδόσεις (Παράρτημα IV) δεν μου φαίνονται και τόσο σημαντικές. Η σύνταξη της MEGA2 αποφάσισε να συμπληρώσει την τέταρτη έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου (MEGA2 ΙΙ/10) στην υποσημ. 53 της σελίδας 92, γραμμή 41, με κάτι από τη γαλλική έκδοση. Κάνει τη διόρθωση στο Apparat (σ. 736, 785 και 829) και ξεχνάει να περάσει τη διόρθωση στο κείμενο στο προαναφερθέν σημείο – προφανώς λόγω της σπουδαιότητός της. (Δες και Le Capital, Paris 1872-1875, MEGA2 II/7, σ. 74, υποσημ. 52, γραμμή 39). Αν αυτές οι αναπτύξεις και σημειώσεις ήσαν σημαντικές, θα είχε φροντίσει ο Μαρξ να συμπεριληφθούν στην τρίτη γερμανική έκδοση του 1883 «δεδομένου ότι ο Marx είχε ήδη εργαστεί για την αναθεώρηση της τρίτης έκδοσης» (σ. LVIII) και δεδομένου ότι «όπως διαπιστώνει η σύγχρονη έρευνα (MEGA2 ΙΙ/8, σ. 850), η τρίτη έκδοση μπορεί να θεωρείται εν πολλοίς επιμελημένη από τον Marx» (σ. LVIII). Φαίνεται σαν, με μια δόση υπερβολής, να μπορεί να λεχθεί ότι αυτές οι «αναπτύξεις και σημειώσεις» είναι απλώς bon pour la France. Οι ίδιοι οι συντελεστές, αφού σημειώσουν ότι μερικές μόνον από αυτές ελήφθησαν υπόψη από τον Engels, σημειώνουν ότι «δεν αναδεικνύουν κάποιες θεμελιώδεις διαφορές στη μαρξική ανάπτυξη και αντίληψη» (σ. XXXV). Και παρατηρούν «Στην παρούσα μετάφραση περιλαμβάνεται – για πρώτη φορά σε μετάφραση του Πρώτου Βιβλίου – ένα ενδεικτικό απάνθισμα των σημειώσεων αυτών με σκοπό την καλύτερη ενημέρωση του φιλόπονου αναγνώστη. (Μια ολική συμπερίληψη θα ξεπερνούσε κατά πολύ τα όρια μιας χρηστικής έκδοσης ...)» (σ. XXXV). Δημιουργούν έτσι την ψευδή εντύπωση ότι αυτοί οι ίδιοι διαπίστωσαν μετά από σύγκριση της γαλλικής με άλλες εκδόσεις ποια μέρη του γαλλικού κειμένου δεν συμπεριλήφθησαν σ’ αυτές τις άλλες εκδόσεις και μερικά μόνον από αυτά μας μεταφράζουν. Αυτή την ψευδή εντύπωση θέλουν να δημιουργήσουν!

Αυτό προκύπτει από τα εξής δύο δεδομένα: Πρώτον: Υπάρχει ήδη «Κατάλογος χωρίων από τη γαλλική έκδοση, τα οποία δεν συμπεριλήφθησαν στην 3η και 4η γερμανική έκδοση (Verzeichnis von Textstellen aus der Französischen Ausgabe, die nicht in die 3. und 4. deutsche Auflage aufgenommen wurden)», MEGA2 ΙΙ/10, Apparat, σ. 732-783. Γιατί οι συντελεστές δεν αναφέρουν ότι επιλέγουν ήδη από άλλους συντεταγμένο κατάλογο; Και γιατί μεταφράζουν εσφαλμένα και παραπλανητικά τον τίτλο αυτού του καταλόγου; Και γιατί αποσιωπούν τη δημοσίευσή του στο Apparat της MEGA2 ΙΙ/10;

Δεύτερον: Αναφέρουν δύο φορές στις πηγές τους τη γαλλική έκδοση, την οποία δεν χρησιμοποίησαν, όπως φαίνεται, καθόλου και αποσιωπούν παντελώς την τέταρτη έκδοση της MEGA2 ΙΙ/10, από τον προαναφερθέντα «Κατάλογο χωρίων…» της οποίας ανθολόγησαν και μετέφρασαν τα δικά τους «Αποσπάσματα της γαλλικής έκδοσης...» του Παραρτήματος IV.15

Δεν είναι χωρίς ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο αναφέρονται οι συντελεστές σε ελληνικές μεταφράσεις μαρξικών γραπτών. Γράφουν για τη μετάφραση των Grundrisse του Διονύση Διβάρη: «Η μετάφραση του Δ. Διβάρη, παρά το γεγονός ότι επιμέρους αποδόσεις εννοιών χρήζουν αναθεώρησης (φερειπείν, ενίοτε η εργασιακή δύναμη αποδίδεται ως εργατικό δυναμικό), αποτελεί το πρώτο δείγμα αξιόπιστης μετάφρασης του μαρξικού έργου στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης»16 (σ. XXIII). Δεν νομίζω ότι αποδίδει την εργασιακή δύναμη (Arbeitskraft) αλλά τον όρο Arbeitsvermögen με εργατικό δυναμικό ο Διβάρης. Και ναι μεν αυτή η απόδοση του όρου δεν είναι ορθή, αλλά αποτελεί ένα συγγνωστό λάθος δεδομένου α) ότι μέχρι τότε όλοι – εξαιρέσει του γράφοντος ο οποίος τον απέδιδε ως εργασιακή δύναμη – απέδιδαν τους όρους Arbeitskraft και Arbeitsvermögen ως εργατική δύναμη και β) ότι εύκολο είναι να αποδώσει κανείς τον όρο Vermögen όχι, όπως είναι ορθό, με δύναμη αλλά με δυναμικό. Παρασύρεται ο Διβάρης κατά τα λοιπά ίσως και από το γεγονός ότι ο Marx στα Grundrisse ομιλεί εσφαλμένα για «die Disposition über seine [des Arbeiters] Arbeit» (= τη διάθεση της εργασίας του [του εργάτη]), αντί του ορθού «die Disposition seines Arbeitsvermögens» (= τη διάθεση της εργασιακής του δύναμης). Αντιθέτως, ένα ενδιαφέρον λάθος που κάνει ο Διβάρης είναι το εξής: μεταφράζει το «propagandistische … Tendenz»17 με «προπαγανδιστική … τάση», 18 «propagandistische Natur des Kapitals»19 με «προπαγανδιστική φύση του κεφαλαίου».20 Propagieren σήμαινε τον καιρό του Μαρξ στα γερμανικά όχι προπαγανδίζω, και το propagandistischer, e, es δεν σήμαινε προπαγανδιστικός, ή, ό. Το ρήμα propagieren προέρχεται από το λατινικό ρήμα propago που μεταξύ άλλων σημαίνει και επεκτείνω. Αυτό σημαίνει και στα γερμανικά το ρήμα propagieren. Συνεπώς έχουμε να κάνουμε με την επεκτατική τάση, την επεκτατική φύση του κεφαλαίου εις βάρος άλλων τρόπων παραγωγής. Ωστόσο αυτά τα λάθη τού έχουν απλώς ξεφύγει του Διβάρη. Διότι στη ρηματική της μορφή «propagieren»21 αποδίδει τη λέξη σχεδόν σωστά ως «διαδίδω».22 Κατά τα λοιπά, το ίδιο λάθος κάνουν και οι ίδιοι οι Γερμανοί εννοώντας το propagandistisch ως προπαγανδιστικό, με τη σημερινή σημασία της λέξης, δηλαδή ως διαφημιστικό.

Δεν γνωρίζω ποια αξία έχει η διαπίστωση του Διονύση Καράγιωργα στις αρχές της δεκαετίας του 1980 στη διένεξή του με τον Π. Μαυρομμάτη «για τη δυνατότητα, αν όχι την αναγκαιότητα, της αναθεώρησης της λεγόμενης “μετάφρασης Μαυρομμάτη”» (σ. LV). Διότι, απ’ ό, τι θυμάμαι, η συζήτηση άρχισε όταν ο Καράγιωργας παρέθεσε κάπου ένα χωρίο από τη μετάφραση του Κεφαλαίου από τους Μαυρομμάτη et al. με δικές του διορθώσεις, παραπέμποντας απλώς στη μετάφραση των Μαυρομμάτη et al., χωρίς να αναφέρει τις «διορθώσεις» του – πράγμα ανεπίτρεπτο και αδιανόητο, για το οποίο δικαίως διαμαρτυρήθηκε ο Μαυρομμάτης. Τέλος, απ’ ό, τι άκουγα, τα γερμανικά του Καράγιωργα δεν ήταν επαρκή για την ανακίνηση ενός τέτοιου θέματος.

Οι συντελεστές αναφέρονται και σε μεταφράσεις άλλων μαρξικών έργων. Μεταξύ αυτών και στη μετάφραση των «Αποτελεσμάτων της άμεσης διαδικασίας παραγωγής» από την Ειρήνη Μιγάδη με μια Εισαγωγή του Δ. Κωτσάκη από τις Εκδόσεις Α/συνέχεια, Αθήνα χ.χ. Καλό θα ήταν να λένε τα πράγματα με το όνομά τους, ιδιαίτερα σήμερα που κανείς δεν έχει χρήματα για πέταμα. Η εν λόγω μετάφραση είναι άθλια. Το ίδιο και η Εισαγωγή.

Κατά τα λοιπά, τα «Μαργκινάλια στο Εγχειρίδιο της Πολιτικής Οικονομίας» του Adolf Wagner του Μαρξ, στα οποία αναφέρονται μέσω του Hecker, κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κριτική σε μετάφραση Κώστα Σιδηρόπουλου ήδη από το 1991. Στις εκδόσεις Κριτική κυκλοφορούν και άλλες μεταφράσεις έργων του Μαρξ. Στις εκδόσεις Εξάντας κυκλοφορεί μια ανθολογία μαρξικών κειμένων για την παραγωγική εργασία.

Στην απάντηση δύο εκ των συντελεστών, του Θανάση Γκιούρα και του Θωμά Νουτσόπουλου στον Γιώργο Μεταξά (δες περιοδικό Θέσεις, τ. 137, σ. 166-170), διαφαίνεται η αντίληψη ότι στην απαρίθμηση των πραγματικών περιεχομένων του υπό συζήτησιν τόμου από τον Γιώργο Μεταξά23 λανθάνει η άποψη ότι η μετάφρασή τους περιττεύει, στο μέτρο που τα σημαντικότερα σχετικά κείμενα έχουν ήδη μεταφραστεί. Γι’ αυτό και, όσον αφορά, τη δική μου μετάφραση του πρώτου κεφαλαίου και του παραρτήματος για την αξιακή μορφή της πρώτης έκδοσης (1867) του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου, παραθέτουν όσα αναφέρουν σε μια υποσημείωση του Προλόγου των Συντελεστών για αυτή τη μετάφραση (σ. XXX, υποσημ. 15) και προσθέτουν: «Όσοι είχαμε την τύχη να διδαχτούμε από τον Γιώργο Σταμάτη στην περίοδο των πανεπιστημιακών μας σπουδών, δεν μπορούμε παρά να εκτιμούμε τον δάσκαλο που μας έμαθε να πηγαίνουμε την έρευνα ένα βήμα παραπέρα» (Θέσεις, τ. 137, σ. 169). Δεν γνωρίζω αν κάποιοι από τους συντελεστές υπήρξαν φοιτητές μου στο πανεπιστήμιο που δίδαξα. Ούτε φυσικά, αν υπήρξαν, μπορώ να γνωρίζω αν τους δίδαξα να πηγαίνουν την έρευνα ένα βήμα παραπέρα. Δεν νομίζω όμως ότι μπορεί να έχει έτσι το πράγμα, διότι δεν είμαι βέβαιος ότι εννοούμε με έρευνα το ίδιο πράγμα – ιδίως αναφορικά με το εν συζητήσει αντικείμενο.

Πάντως ένα έχω να πω: Νέες μεταφράσεις μεταφρασμένων ήδη κειμένων δεν χρήζουν καμιάς δικαιολόγησης. Μπορώ να φανταστώ μετά την εκπόνηση και δημοσίευση τους λόγους, για τους οποίους καλλίτερα να μην είχαν γίνει. Αλλά αυτοί οι λόγοι έχουν να κάνουν πάντα με αυτές τις ίδιες τις νέες κι όχι με τις ήδη υπάρχουσες παλιές μεταφράσεις. Κατά κανένα τρόπο η ύπαρξη και η καλή ή ακόμη και άριστη ποιότητα μιας ήδη υπάρχουσας μετάφρασης ενός κειμένου δεν μπορεί να αποτελέσει ex ante ή ex post λόγο κατά της εκπόνησης μιας νέας μετάφρασης του ίδιου κειμένου. Αυτό ισχύει φυσικά και για τη νέα μετάφραση του Πρώτου Κεφαλαίου και του Παραρτήματος του 1ου τόμου της 1ης έκδοσης του Κεφαλαίου. Κατά τα λοιπά, μπορεί να κυκλοφορήσει, αν οι εκδόσεις Κριτική αποφασίσουν να την εκδώσουν, και μια τρίτη μετάφραση του ιδίου μαρξικού κειμένου, το οποίο είχαν παραγγείλει τη δεκαετία του 1980, το παρέλαβαν και το πλήρωσαν, αλλά δεν το εξέδωσαν, επειδή διαπίστωσαν ότι ο μεταφραστής, ενώ τους είχε δημιουργήσει την εντύπωση ότι μετέφραζε από το γερμανικό πρωτότυπο, μετέφρασε από μια κακή αμερικάνικη μετάφραση.

Αλλά έτσι για να μαθαίνουμε και πώς γινόταν άλλοτε αλλού. Κατά τη διαμονή του στην Ιταλία, ο Goethe διάβασε το μυθιστόρημα του Alessandro Manzoni I promessi sposi (Οι υπεσχημένοι σύζυγοι), το οποίο επαίνεσε εξαιρετικά επιστρέφοντας στη Γερμανία. Δύο εκδότες ανέθεσαν αμέσως τη μετάφρασή του και τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησαν δύο διαφορετικές μεταφράσεις του μυθιστορήματος.


***


Ας ρίξουμε τώρα μια ματιά στις προτάσεις για μεταφράσεις όρων που κάνουν οι συντελεστές. Κατ’ αρχάς Abschnitt δεν σημαίνει ενότητα, όπως μεταφράζουν οι συντελεστές, (σ. XLII και passim), αλλά τμήμα. Οι συντελεστές μεταφράζουν τον όρο Substanz με υπόσταση (σ. LVI). Φαίνεται ορθά μεταφρασμένο, δεν είναι όμως. Αν ανοίξετε ένα γερμανοελληνικό λεξικό θα δείτε ότι Substanz σημαίνει κυρίως ουσία και κατά κανένα τρόπο υπόσταση. Αν ανοίξετε ένα γερμανικό λεξικό ερμηνείας λέξεων που προέρχονται από άλλες γλώσσες θα δείτε ότι Substanz μεταξύ άλλων (στα οποία δεν συμπεριλαμβάνεται το υπόσταση) σημαίνει «την πίσω από τις ορατές, μεταβαλλόμενες μορφές παραμένουσα ουσία ενός πράγματος, ουσιώδες, πρώτη αιτία».24 Η ορθή μετάφραση είναι ουσία. Έτσι και στο Παράρτημα IV διαβάζουμε: «Γ3 Στη γαλλική έκδοση αυτή η πρόταση έχει ως εξής: “Εάν αυτές οι εργασίες, παρά τη διαφορά των χρηστικών μορφών τους, δεν αποτελούν μια ταυτόσημη ουσία [une essence identique], 25 δεν θα μπορούσαν να αποτελούν ποιοτικά αδιαφοροποίητα μερίδια της συνολικής εργασίας που πραγματοποιείται στο προϊόν. Αντιστοίχως, οι αξίες του βαμβακιού και του αδραχτιού δεν θα αποτελούσαν πλέον ούτε αυτές αναπόσπαστα μέρη της συνολικής αξίας του νήματος”» (σ. 959). Πρόκειται για χωρίο από τη γαλλική έκδοση του πρώτου τόμου του Κεφαλαίου.

Ο Μαρξ χρησιμοποιεί βέβαια τον όρο Substanz και με τη σημασία της υπόστασης, αλλά μόνον εκεί όπου Substanz σημαίνει πράγματι υπόσταση: «Die vergegenständlichte Arbeit, die nötig ist, um sowohl die allgemeine Substanz, an der sein Arbeitsvermögen existiert, also ihn selbst, leiblich zu erhalten, wie um diese allgemeine Substanz zur Entwicklung des besonderen Vermögens zu modifizieren, ist die in ihr vergegenständlichte Arbeit»26 (= «Η αντικειμενοποιημένη εργασία που είναι αναγκαία για να συντηρήσει σωματικά τη γενική υπόσταση όπου υπάρχει το εργατικό του δυναμικό [διάβαζε: η εργασιακή του δύναμη – Γ.Σ.], δηλαδή αυτόν τον ίδιο, όσο και για να τροποποιήσει αυτή τη γενική υπόσταση με στόχο την ανάπτυξη της ιδιαίτερης ικανότητας, αποτελεί την αντικειμενοποιημένη σ’ αυτήν την υπόσταση εργασία»27 ). Εδώ λοιπόν η Substanz είναι η υπόσταση, το υπόβαθρο, το θεμέλιο, ο φορέας της εργασιακής δύναμης, δηλαδή ο ίδιος ο εργάτης.

Αλλά ας δεχτούμε προς το παρόν ότι το ορθόν είναι: υπόσταση. Η μορφή του μόνο είναι χυδαία, αποδίδει όμως την ουσία του πράγματος. Γι’ αυτό και θα το πούμε: Στη θάλασσα θα κατουρήσεις, στ’ αλάτι θα το βρεις!

Στη MEGA2 ΙΙ/8, σ. 127.1 βρίσκουμε τη λέξη Transsubstantiation. Το ίδιο και στην MEGA2 ΙΙ/8, σ. 6.131.11. Πώς την μεταφράζει ο Θανάσης Γκιούρας; Μεθυποστασίαση; Ή μήπως μεθυποστασιοποίηση; Όχι βέβαια! Την μεταφράζει μετουσίωση (σ. 81 και 85).

Οι συντελεστές διατήρησαν, όπως έπρεπε, λένε, τον όρο Quantum ως «ποσό», «όσο και αν ξενίζει η έκφραση “εργασιακό ποσό” (Arbeitsquantum)» (σ. LVII) – ενώ η έκφραση χρηματικό ποσό (Geldquantum) δεν ξενίζει! Αλλά έστω ότι ξενίζει. Τι τους εμποδίζει να αποδώσουν αυτόν τον όρο με «ποσό εργασίας» που δεν ξενίζει; Κι επίσης: Γιατί τονίζουν ότι κρατούν τη μετάφραση αυτού του όρου; Με τι άλλο θα μπορούσαν να την αντικαταστήσουν; Μήπως με «ποσότητα»; Μα «ποσότητα» σημαίνει κάτι άλλο: είναι η ιδιότητα ενός πράγματος να έχει ποσό.

Διαβάζουμε στην ίδια σελίδα LVII: «Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης ο όρος Darstellung [= παράσταση, παρουσίαση – Γ.Σ.] και τα παράγωγά του, καθώς ο τρόπος παρουσίασης της εννοιακής-λογικής συγκρότησης του αντικειμένου αποτελεί για ένα θεράποντα της εγελιανής επιστημονικής αντίληψης, όπως ο Μαρξ, όχι απλώς γραμματολογικό επιγενόμενο, αλλά το εχέγγυο της αντικειμενικότητας της έρευνας. Επιπλέον όμως, η ίδια η απόσταση ανάμεσα στο εκάστοτε ουσιώδες περιεχόμενο (εν προκειμένω της ίδιας της αξιακής υπόστασης) και στην οιονεί αυτοαναφερόμενη μορφή αποτελεί επίσης θεμελιώδες στοιχείο της κριτικής της πολιτικής οικονομίας˙ για το λόγο αυτό28 ως ρηματική απόδοση του Darstellung [δηλαδή το ρήμα darstellen – Γ.Σ.] προτιμήθηκε η δημώδης29 έκφραση “παρασταίνω”, που εμπεριέχει τόσο τη σημασία της διατύπωσης ενός πράγματος όσο και της παράστασης ενός περιεχομένου που δεν ταυτίζεται με τη μορφή».

Πολλά ακατανόητα και κενά περιεχομένου ή εσφαλμένα λόγια για να εισαχθεί η άστοχη μετάφραση του darstellen δια του παρασταίνω. Το darstellen μπορεί να μεταφραστεί ως παριστώπαριστάνω). Πρόκειται για ένα μεταβατικό ρήμα. Και όταν το υποκείμενό του είναι διαφορετικό από το αντικείμενό του, τότε ο παρατηρητής παριστά, παρουσιάζει, εκθέτει κάτι διαφορετικό απ’ αυτόν τον ίδιο και τότε etwas stellt etwas anderes dar (= κάτι παριστά, παρουσιάζει κάτι διαφορετικό απ’ αυτό το ίδιο). Όταν υποκείμενο και αντικείμενο συμπίπτουν, τότε το υποκείμενο παριστά εαυτό ως αντικείμενο σε κάτι άλλο, π.χ. η αξία ενός εμπορεύματος παριστά εαυτήν στην τιμή της, και etwas stellt sich selbst in etwas anderem dar (= κάτι παριστά, παρουσιάζει εαυτό σε κάτι διαφορετικό απ’ αυτό το ίδιο). Τι έχουν να κάνουν όλα αυτά με το δημώδες παρασταίνω;! Αντίστοιχα ισχύουν και για την Darstellung (= παράσταση, έκθεση, παρουσίαση).

Και μια και είμαστε στη σελίδα LVII: Η λέξη Arbeits Process δεν είναι δύο, αλλά μία λέξη και γράφεται ορθά Arbeits-Process (σήμερα γράφεται: Arbeitsprozess, βλ. και υποσημείωση 15).

Η μετοχή prozessierender, e, es, όταν έχει, όπως στον Μαρξ, ως υποκείμενο την αξία και όχι έναν διάδικο, δεν σημαίνει προβαίνων, ουσα, ον, αλλά εν εξελίξει, εν διαδικασία όπως λέμε στα αγγλικά work in progress ή garden in progress. Αυτά τα «προβαίνουσα εργασία» και «προβαίνον χρήμα» είναι εσφαλμένα και ηχούν λίγο «στραμπουληγμένα».

Όσον αφορά τη μετάφραση εν γένει, μπορεί να παραθέσει κανείς λάθη που γίνονται πάντα, χωρίς αυτά να επηρεάζουν το συνολικό αποτέλεσμα. Μια γενική παρατήρηση, που αφορά μεμονωμένες λέξεις και όχι φράσεις, είναι ότι αυτές είναι κατά κάποιο τρόπο «στραμπουληγμένες», όπως η ποίηση της κυρίας Δημουλά. Παράδειγμα τα προαναφερθέντα «προβαίνουσα αξία» και «προβαίνον χρήμα». Άλλο παράδειγμα είναι η μετοχή werthbildende (MEGA2 ΙΙ/8, σ. 71.1) η οποία αποδίδεται ως αξιογενετική (σ. 22). Bilden δεν σημαίνει γεννώ, αλλά σχηματίζω, δημιουργώ, συνεπώς werthbildende = δημιουργούσα αξίαν. Εδώ όμως είναι όλη η μικρή φράση κακά μεταφρασμένη. Το πρωτότυπο: «Wie nun die Größe seines Werthes messen? Durch das Quantum der in ihm enthaltenen “werthbildenden Substanz”, der Arbeit» (MEGA2 II/8, σ. 70.37 ε. και 72.1). Και η μετάφραση των συντελεστών: «Πώς μπορεί λοιπόν να μετρηθεί το μέγεθος της αξίας του; Μέσω του ποσού της “αξιογενετικής υπόστασης”, της εργασίας που περιέχεται σ’ αυτό» (σ. 22). Και η ορθή μετάφραση: «Πώς μπορεί λοιπόν να μετρηθεί το μέγεθος της αξίας του; Δια του ποσού της δημιουργούσας αξία ουσίας [υπόστασης κατά τον Γκιούρα] που περιέχεται σε αυτό, της εργασίας».

Ένα άλλο παράδειγμα «στραμπουληγμένης» λέξης βρίσκουμε και στο ακόλουθο χωρίο του Προλόγου των Συντελεστών: «Η έννοια της υλικής παραγωγής, η σημαντικότερη όλων (σύμφωνα με την Εισαγωγή του 1857 [στα Grundrisse – Γ.Σ.], είναι η “αυθυπερβαίνουσα”, übergreifende, έννοια – μια κάτι περισσότερο από σαφής αναφορά στην αντίστοιχη εγελιανή εννοιολογία), 30 δεν αποτελεί εδώ απλώς την περιγραφή μιας τεχνικής διαδικασίας, αλλά, πολύ περισσότερο, αναδιατυπώνει το ζήτημα της αναγκαιότητας, της αιτιότητας και της ελευθερίας για τον ίδιο τον ανθρώπινο, ιστορικό κόσμο» (σ. XLV).

Πριν φτάσουμε στο «στραμπούληγμα», μια-δυο παρατηρήσεις. Ο Μαρξ στο μέρος της Εισαγωγής, του 1857, το οποίο υπονοούν οι συντελεστές, δεν ομιλεί για κάποια «έννοια της υλικής παραγωγής», ούτε για «υλική παραγωγή», αλλά για «παραγωγή» και εννοεί τη διαδικασία παραγωγής. Έτσι αυτή η τελευταία δεν κινδυνεύει να θεωρηθεί μια λιγότερο ή περισσότερο σαφής αναφορά στην εννοιολογία (;!) του Έγελου. Όσο δε αφορά την άποψη ότι «η έννοια της υλικής παραγωγής […] αναδιατυπώνει το ζήτημα της αναγκαιότητας, της αιτιότητας και της ελευθερίας για τον ίδιο τον ανθρώπινο, ιστορικό κόσμο» – ε, αυτό υπερβαίνει την αντιληπτική μου ικανότητα και την όποια τελοσπάντων ανοχή μου. Και τώρα ο Μαρξ στο εν λόγω σημείο γράφει τα εξής: «Die Produktion greift über, sowohl über sich in der gegensätzlichen Bestimmung der Produktion als über die anderen Momente. Von ihr beginnt der Prozeß immer wieder von neuem. Daß Austausch und Konsumtion nicht das Übergreifende sein können, ist von selbst klar. Ebenso von der Distribution als Distribution der Produkte. Als Distribution der Produktionsagenten aber ist sie selbst ein Moment der Produktion. Eine bestimmte Produktion bestimmt also bestimmte Konsumtion, Distribution, Austausch und bestimmte Verhältnisse dieser verschiedenen Momente zueinander. Allerdings wird auch die Produktion in ihrer einseitigen Form, ihrerseits bestimmt durch die anderen Momente [πρόκειται για αυτό που ονόμασε παραπάνω: (die Produktion) in der gegensätzlichen Bestimmung der Produktion – Γ.Σ.]. Zum Beispiel wenn der Markt sich ausdehnt, d.h. die Sphäre des Austausches wächst, wächst die Produktion dem Umfang nach und teilt sich tiefer ab. Mit Veränderung der Distribution ändert sich die Produktion; z.B. mit Konzentration des Kapitals, verschiedner Distribution der Bevölkerung in Stadt und Land etc. Endlich bestimmen die Konsumtionsbedürfnisse die Produktion. Es findet Wechselwirkung zwischen den verschiednen Momenten statt. Dies der Fall bei jedem organischen Ganzen».31

Και στη μετάφραση του Διβάρη: «Η παραγωγή επικρατεί, τόσο πάνω στον εαυτό της – θεωρημένη στον αντιθετικό προσδιορισμό της παραγωγής – όσο και πάνω στα άλλα συνθετικά στοιχεία [της ολότητας που αναφέρθηκαν μόλις παραπάνω, δηλαδή της παραγωγής, της κατανομής, της ανταλλαγής και της κατανάλωσης – Γ.Σ.]. Απ’ αυτήν ξαναρχίζει ολοένα η διαδικασία. Το ότι ανταλλαγή και κατανάλωση δεν μπορούν να αποτελούν το επικρατέστερο [das Übergreifende – Γ.Σ] στοιχείο, είναι ολοφάνερο. Το ίδιο ισχύει και για τη διανομή [διάβαζε: κατανομή – Γ.Σ.] σαν διανομή των προϊόντων. Σαν διανομή όμως των παραγωγικών συντελεστών [διάβαζε: συντελεστών παραγωγής – Γ.Σ.] είναι και η ίδια συνθετικό στοιχείο της παραγωγής. Μια ορισμένη παραγωγή καθορίζει λοιπόν μιαν ορισμένη κατανάλωση, διανομή, ανταλλαγή και ορισμένες σχέσεις ανάμεσα στα διάφορα αυτά συνθετικά στοιχεία. Ωστόσο, και η παραγωγή, στη μονόπλευρη μορφή της, θα καθορίζεται με τη σειρά της από τα άλλα συνθετικά. Πχ. όταν η αγορά, δηλαδή η σφαίρα της ανταλλαγής διευρύνεται, τότε η παραγωγή επεκτείνεται και ο καταμερισμός της [εννοεί ο μεταφραστής: ο καταμερισμός της εργασίας σε αυτήν – Γ.Σ.] βαθαίνει. Με αλλαγή της διανομής αλλάζει και η παραγωγή˙ π.χ. με τη συγκέντρωση του κεφαλαίου, τη διαφορετική κατανομή του πληθυσμού ανάμεσα σε πόλη και ύπαιθρο κ.λπ. Τέλος, οι καταναλωτικές ανάγκες καθορίζουν την παραγωγή. Υπάρχει αλληλεπίδραση ανάμεσα στα διάφορα συνθετικά στοιχεία. Αυτό συμβαίνει σε κάθε οργανικό όλο».32

Αυτό το Übergreifende είναι όχι η «έννοια της υλικής παραγωγής», αλλά η παραγωγή (ως διαδικασία) η οποία καθορίζει αφενός μεν εαυτήν, αφετέρου δε την κατανάλωση, την κατανομή, την ανταλλαγή και ορισμένες σχέσεις ανάμεσα σ’ όλα αυτά. Εξ αυτού προκύπτει ότι αυτό δεν έχει απολύτως τίποτα να κάνει με τον Έγελο και όλα τα υπόλοιπα. Και τώρα στο «στραμπούληγμα». Με ποια λογική αυτό το Übergreifende, που αφορά τώρα την παραγωγή και όχι την έννοια της υλικής παραγωγής αποδίδεται με αυθυπερβαίνουσα; Το ρήμα übergreifen σημαίνει βέβαια σύμφωνα με το λεξικό και υπερβαίνω τα όρια, κάνω υπέρβαση, επεμβαίνω σε, εδώ όμως σημαίνει, όπως είδαμε, επικρατώ, καθορίζω – συμπεριλαμβανομένων και των επικρατώ εις εαυτόν και καθορίζω εαυτόν. Οι συντελεστές επιλέγουν το εσφαλμένο εδώ υπερβαίνω εαυτόν – και πετυχαίνουν έτσι την επίσης εσφαλμένη μετάφραση του Übergreifende ως αυθυπερβαίνουσα, διότι και κατ’ αυτήν την επιλογή το Übergreifende δεν σημαίνει αυθυπερβαίνουσα, αλλά υπερβαίνουσα εαυτήν. Κι αυτό επειδή το υπερβαίνω είναι μεταβατικό, έτσι που και το αυθυπερβαίνω δεν μπορεί παρά να είναι μεταβατικό και να σημαίνει, αν θέλει κανείς – καίτοι είναι nonsense – να του προσδώσει ένα κάποιο νόημα: εγώ ο ίδιος υπερβαίνω κάτι. Οι συντάκτες όμως θέλουν να πουν κάτι άλλο: ότι η παραγωγή ή έστω η έννοια της υλικής παραγωγής υπερβαίνει εαυτήν. Τουτέστιν: Όχι μόνον το υπερβαίνω είναι εσφαλμένο, αλλά και το αυθυπερβαίνω είναι nonsense. Διότι τι αυθυπερβαίνει «η έννοια της υλικής παραγωγής»;

Στη σ. 23 το Durchschnittsexemplar (MEGA2 ΙΙ/8, σ. 71.34) αποδίδεται εσφαλμένα με «μέσο υπόδειγμα» αντί του ορθού «μέσο αντίτυπο». Και το Anwendbarkeit (MEGA2 ΙΙ/8, σ. 72.11) αποδίδεται εσφαλμένα με «εφαρμογή» (σ. 23), αντί του ορθού «εφαρμοσιμότητα». Στην MEGA2 ΙΙ/8, σ. 75.34, στέκει «Verausgabung menschlicher Arbeit überhaupt» και αποδίδεται γλωσσικά σωστά με «ξόδεμα ανθρώπινης εργασίας εν γένει» (σ. 27). Ωστόσο αυτό που στέκει στην MEGA2 ΙΙ/8, σ. 75.34, είναι πραγματολογικά λανθασμένο. Το ορθό είναι «Verausgabung von menschlicher Arbeitskraft» (= «ξόδεμα ανθρώπινης εργασιακής δύναμης»). Οι μεταφραστές όφειλαν να το έχουν διορθώσει.

Στη MEGA2 ΙΙ/8, σ. 76.7, στέκει potenzirte. Οι μεταφραστές μεταφράζουν «υψωμένη στη δύναμη» (σ. 27). (Σε ποια ακριβώς δύναμη;) Το ορθό είναι: υψωμένη σε δύναμη. Στην MEGA2 ΙΙ/8, σ. 307.29 στέκει «… “die Unwissenheit ein hinreichender Grund ist”». Οι συντελεστές μεταφράζουν: «… “η άγνοια είναι αποχρών λόγος”» (σ. 277), αντί του ορθού: «… “η άγνοια είναι ικανός λόγος”».

Ακόμη ένα παράδειγμα «στραμπουληγμένης» και λανθασμένης λέξης: Στην MEGA2 ΙΙ/8, σ. 81.29 ε., στέκει: «[…] wird die in ihm steckende Arbeit der in ihr steckenden Arbeit gleichgesetzt». Και στη μετάφραση: «… εργασία που είναι εμπηγμένη σ’ αυτό εξομοιώνεται με την εργασία που είναι εμπηγμένη στο άλλο» (σ. 33). Το «στραμπουληγμένο» και λανθασμένο «εμπηγμένη» αντί του απλού και ορθού «που περιέχεται» ή έστω «εμπεριέχεται»! Οι συντελεστές κάνουν εδώ το εξής λάθος: Υπάρχουν δύο ρήματα stecken, το ένα είναι μεταβατικό και σημαίνει εμπήγω, καρφιτσώνω, βάζω, τοποθετώ, το άλλο ουδέτερο και σημαίνει περιέχομαι, εμπεριέχομαι. Εδώ το ρήμα stecken είναι ουδέτερο και όχι μεταβατικό. Οι συντελεστές το μεταφράζουν σαν να ήταν μεταβατικό ως εμπήγω.


***


Μερικά ακόμα παραδείγματα μεταφραστικής ακρίβειας:

Στην MEGA2 ΙΙ/8, σ. 202.22-24, διαβάζουμε: «Sofern die Arbeit des Spinners […] von der Arbeit des Kanonenbohrers, […]». Και στη μετάφραση (σ. 164): «εφόσον η εργασία του κλώστη […] από την εργασία του κατασκευαστή κανονιών […]». Το sofern δεν σημαίνει εφ’ όσον, δηλαδή εφ’ όσον χρόνον, αλλά καθ’ όσον, δηλαδή στον βαθμό που, στο μέτρο που. Και Kanonenbohrer δεν σημαίνει κατασκευαστής κανονιών, αλλά διατρυπητής, εγχαράκτης ραβδώσεων (αν η κάνη φέρει ευθείες ραβδώσεις) ή χειριστής ελικοτομίδος ή ελικοεγχαράκτης (αν η κάνη φέρει ελικοειδείς ραβδώσεις), της κάνης του κανονιού. Το δεύτερο και τελευταίο είναι και διασκεδαστικό: Επεξηγώντας έναν στίχο από τον Φάουστ του Goethe, οι συντελεστές γράφουν (σ. 169): «** Στίχος από τον Φάουστ, ο οποίος επαναλαμβάνεται πολλάκις (στ. 2132 κ.ε.) ως μέρος ενός τραγουδιού από την παρέα των φοιτητών στο κελάρι του Αούερμπαχ». Δεν υπάρχει ein Keller eines (Herrn) Auerbachs oder ein Keller von einem (Herrn) Auerbach στον Φάουστ του Goethe, δηλαδή ένα κελάρι ενός (κυρίου) Αούερμπαχ, αλλά ένα καπηλειό με όνομα Auerbachskeller, δηλαδή με όνομα Το Κελάρι του Αούερμπαχ. Μικρό όμως το κακό. Άλλοι, περίσημοι αυτοί, συγχέουν, πάλι στον Faust, το μαρμάρινο δάπεδο του περίφημου ναού του Αγ. Αντωνίου στην Πάδουα με τόπους χλοερούς. Δύσκολος αυτός ο Faust, κάτι σαν το Κεφάλαιο.

Οι μεταφραστές μεταφράζουν με «ενδιάμεσα σκέλη» (σ. 277) το «Mittelglieder» (MEGA2 ΙΙ/8, σ. 307.20). Η λέξη Glied έχει πολλές και διάφορες σημασίες μεταξύ αυτών μέλος του σώματος καθώς και μία, πάλι καλά που οι μεταφραστές δεν έπεσαν πάνω σ’ αυτήν, η παραπομπή στην οποία κάνει τις σεμνότυφες κοπέλες να ερυθριούν από αιδημοσύνη και τις ζωηρούλες να κρυφοχαμογελούν για γευθείσες ήδη ή προσδοκώμενες χαρές. Εδώ Glied σημαίνει σύνδεσμος, κρίκος και Mittelglieder διαμεσολαβητικοί σύνδεσμοι, διαμεσολαβητικοί κρίκοι. Αλλά ας τελειώνουμε με τις άχαρες μεταφραστικές αστοχίες.

Ορθώς δεν κράτησαν τον όρο των Μαυρομμάτη et al. εργατική δύναμη για τον μαρξικό όρο Arbeitskraft (ή σε προγενέστερα του Κεφαλαίου κείμενα Arbeitsvermögen) και χρησιμοποίησαν αντ’ αυτού τον όρο εργασιακή δύναμη οι συντελεστές. Διότι εργατική δύναμη είναι η δύναμη (σωματική, νοητική ή όποια άλλη) του εργάτη, ενώ εργασιακή δύναμη (Arbeitskraft, Arbeitsvermögen) είναι η ικανότητα κάποιου προς εργασίαν, δηλαδή προς παραγωγή αγαθών, χρήσιμων πραγμάτων, αξιών χρήσης ή χρηστικών αξιών (όπως προτιμούν οι συντελεστές), και το ξόδεμα αυτής της ικανότητας είναι η εργασία. Η εργασιακή δύναμη η ίδια είναι μια αξία χρήσης και υπό προϋποθέσεις ένα εμπόρευμα, του οποίου η χρήση συνιστά την εργασία, είναι η εργασία.

Οι συντελεστές δεν είναι οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν τον όρο εργασιακή δύναμη. Δεν θεωρούν ωστόσο αναγκαίο να γνωστοποιήσουν στους αναγνώστες τους ποιος τον εισήγαγε στα ελληνικά.

Για τον μαρξικό όρο Akkumulation des Kapitals οι μεταφραστές χρησιμοποιούν, όπως οι Μαυρομμάτης et al, και όλοι σχεδόν, με εξαίρεση τον γράφοντα, τον όρο συσσώρευση του κεφαλαίου. Ο όρος αυτός αποτελεί λανθασμένη μετάφραση του μαρξικού όρου Akkumulation. Η λέξη Akkumulation δεν σημαίνει γλωσσικά συσσώρευση αλλά επισώρευση. Αλλά και όσον αφορά το ίδιο το πράγμα, αυτό που κάνουν εδώ οι καπιταλιστές είναι επισώρευση και όχι συσσώρευση κεφαλαίου. Να πώς γίνεται αυτό: Από τα κέρδη μιας περιόδου οι καπιταλιστές ένα μέρος το καταναλώνουν και ένα μέρος δεν το καταναλώνουν, αλλά το αποταμιεύουν και το επενδύουν.33 Αυτό το τελευταίο μέρος των κερδών ονομάζεται επένδυση και συνιστά την αύξηση του κεφαλαίου που υπήρχε ήδη στην αρχή της περιόδου. Αυτή λοιπόν η αύξηση του κεφαλαίου κατά τη διάρκεια της περιόδου προστίθεται στο αρχικό κεφάλαιο. Έτσι λοιπόν επισωρεύεται και δεν συσσωρεύεται κεφάλαιο, γι’ αυτό και ομιλούμε για επισώρευση [= Akkumulation] και όχι για συσσώρευση (Agglomeration) του κεφαλαίου. Έτσι και το κεφάλαιο σε μια ορισμένη χρονική στιγμή είναι το άθροισμα όλων των επισωρεύσεων κεφαλαίου των παρελθουσών περιόδων. Συσσώρευση είναι, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η συνάθροιση υπαρχόντων ήδη κεφαλαίων κατά την πρωταρχική συσσώρευση που διαρκεί μια ορισμένη περίοδο μιας κάποιας διάρκειας και μόνο στις απαρχές του καπιταλισμού. Έτσι ο Μαρξ θα έπρεπε να ονομάζει ursprüngliche Agglomeration ό, τι ονομάζει ursprüngliche Akkumulation, την οποία μεταφράζουν όλοι ως πρωταρχική συσσώρευση, ενώ, όπως είδαμε, γλωσσικά ορθό είναι το πρωταρχική επισώρευση. To ursprüngliche Akkumulation (= πρωταρχική επισώρευση) είναι όμως πραγματολογικά εσφαλμένο, διότι δεν εκφράζει τη διαδικασία για την οποία πρόκειται και την οποία εντέλει θέλει να εκφράσει αυτός ο όρος. Να τι θέλει να εκφράσει αυτός ο όρος: «Weder erfand, noch fabrizierte das Geldvermögen Spinnrad und Webstuhl. Aber losgelöst von ihrem Grund und Boden gerieten Spinner und Weber mit ihren Stühlen und Rädern in die Botmässigkeit des Geldvermögens etc. Eigen ist dem Kapital nichts als die Vereinigung der Massen von Händen und Instrumenten, die es vorfindet. Es agglomeriert sie unter seiner Botmässigkeit. Das ist sein wirkliches Anhäufen; das Anhäufen von Arbeitern auf Punkten nebst ihren Instrumenten»34 («Η χρηματική περιουσία ούτε εφεύρε ούτε κατασκεύασε το ροδάνι και τον αργαλειό. Αλλά οι κλώστες και υφαντές αποσπάστηκαν [διάβαζε: αποσπασμένοι – Γ.Σ.] από τη γη τους και πέρασαν [διάβαζε: τους κατέληξαν – Γ.Σ.] με τους αργαλειούς και τα ροδάνια τους στις διαταγές [διάβαζε: στην υποτέλεια – Γ.Σ.] της χρηματικής περιουσίας κ.λπ. Το κεφάλαιο δεν κάνει [διάβαζε: Στο κεφάλαιο δεν προσήκει – Γ.Σ.] τίποτε άλλο παρά [διάβαζε: από το – Γ.Σ.] να συνενώνει τις μάζες από χέρια και εργαλεία που βρίσκει μπροστά του. Τις συναθροίζει κάτω από τις διαταγές του [διάβαζε: στην υποτέλειά του – Γ.Σ.]. Αυτό είναι η πραγματική του συσσώρευση˙ το σώριασμα [διάβαζε: η συσσώρευση – Γ.Σ.] εργατών σε διάφορα σημεία δίπλα στα εργαλεία τους».35

Δύο δυνατότητες έχει κανείς: Ή (α) να διορθώσει το ursprüngliche Akkumulation σε ursprüngliche Agglomeration (πρωταρχική συσσώρευση) ή (β) να κρατήσει το ursprüngliche Akkumulation [= πρωταρχική επισώρευση] και να το μεταφράσει εσφαλμένα ως πρωταρχική συσσώρευση. Και οι δύο φαινομενικά διαφορετικές δυνατότητες είναι προφανώς ταυτές ως προς το αποτέλεσμα. Διότι και οι δύο οδηγούν στα ελληνικά στον ίδιο όρο: πρωταρχική συσσώρευση. Ωστόσο η δεύτερη δυνατότητα είναι η βολικότερη, διότι δεν χρειάζεται να διορθωθεί κάτι στον Μαρξ παρά μόνον να διατηρηθεί ένα μεταφραστικό λάθος (ursprüngliche Akkumulation = πρωταρχική συσσώρευση), το οποίο διορθώνει άθελα και τυχαία ένα πραγματολογικό λάθος του Μαρξ: ursprüngliche Akkumulation (το λανθασμένο) αντί ursprüngliche Agglomeration (το ορθόν). Επιπροσθέτως, η πρώτη δυνατότητα, αν επελέγετο, θα περιείχε προφανώς –στα γερμανικά, αλλά όχι στη λανθασμένη ελληνική μετάφραση του Akkumulation ως συσσώρευση– και έναν πλεονασμό, αφού η Agglomeration (= συσσώρευση) εν αντιθέσει προς την Akkumulation (= επισώρευση) δεν μπορεί παρά να είναι ursprünglich (= πρωταρχική). Ωστόσο, εμείς προσωπικά προτιμούμε να κρατήσουμε το εσφαλμένο ursprüngliche Akkumulation και να το μεταφράσουμε εσφαλμένα ως πρωταρχική συσσώρευση, διορθώνοντας έτσι το πραγματολογικό λάθος του Μαρξ με ένα μεταφραστικό λάθος δικό μας.

Στον Πρόλογό τους οι συντελεστές χρησιμοποιούν ήδη στη δεύτερη σελίδα του (σ. XVIII), αλλά και πολλές φορές στη συνέχεια τον όρο ειδικά καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής εντός εισαγωγικών. Δεν ορίζουν τι εννοούν με αυτόν ούτε προκύπτει τρόπον τινά γιατί τον χρησιμοποιούν και δη σε κάθε άσχετη συνάφεια. Ο όρος είναι του Μαρξ. Τον αναπτύσσει στα περί μεγάλης βιομηχανίας και σημαίνει εκείνον τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, ο οποίος παράγει μηχανές με τη βοήθεια μηχανών αλλά –και αυτό είναι το σημαντικότερο– χρησιμοποιεί τέτοιες τεχνικές παραγωγής, 36 οι οποίες, για να αυξήσουν κατά ένα ορισμένο ποσοστό την παραγωγικότητα της εργασίας, αυξάνουν κατά ένα μεγαλύτερο ποσοστό την τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου, δηλαδή την ποσότητα των μηχανών (μέσων παραγωγής) ανά εργάτη. Αυτές οι τεχνικές ονομάζονται ειδικά καπιταλιστικές τεχνικές παραγωγής και κυριαρχούσαν ήδη πριν τα χρόνια του Μαρξ και κυριάρχησαν περίπου μέχρι τον Μεσοπόλεμο. Πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν και άλλες διαφορετικές από τις παραπάνω καπιταλιστικές τεχνικές παραγωγής που αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας ποσοστιαία το ίδιο ή περισσότερο απ’ ό, τι την τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου. Και ονομάζονται απλώς καπιταλιστικές τεχνικές παραγωγής και ο αντίστοιχός τους τρόπος παραγωγής απλώς καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Η έννοια του ειδικά καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής είναι εξαιρετικά σημαντική για την πραγμάτευση του μαρξικού νόμου της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους. Ο όρος αγνοήθηκε και αγνοείται από όλους τους ασχολούμενους με τον Μαρξ. Τον ανέπτυξα και τον χρησιμοποίησα στη μελέτη μου για την τάση του ποσοστού κέρδους στον Μαρξ.37 Είναι ελπιδοφόρο ότι οι συντελεστές τουλάχιστον τον κρατούν σε ανάμνηση.


***


Ας περάσουμε τώρα σε κάτι σημαντικότερο: Στα όσα γράφουν οι συντελεστές για το ίδιο το Κεφάλαιο του Μαρξ, δηλαδή για το περιεχόμενο και την ουσία του, τα οποία περιέχονται στο μέρος «2. Το Κεφάλαιο. Χαρτογράφηση μιας γενετικής πορείας» του Προλόγου τους, αντιπαρερχόμενοι, με λίγες εξαιρέσεις, αυτή την ίδια την «χαρτογράφηση», όλα όσα αφορούν τη σχέση του Marx με τον Hegel (σ. XXII, XXIII και XLIII) και αυτά τα άγουστα που αφορούν εκπροσώπους της Ιστορικής Σχολής της Γερμανίας.38 Δύο, πρώτα, διευκρινίσεις, πριν περάσουμε στο κυρίως ζήτημά μας.

Πρώτη: Η γαλλική μετάφραση μάλλον δεν έγινε μόνον από την πρώτη όπως ισχυρίζονται οι συντελεστές (σ. XXXIV και XXXV), αλλά και από τη δεύτερη έκδοση του Κεφαλαίου.39 Οι συντελεστές παρατηρούν ότι από τέτοιες αντιπαραθέσεις όπως εκείνη μεταξύ Benjamin και Adorno για την «ψυχή του εμπορεύματος» (!;) του πρώτου, με τον τελευταίο να τον προτρέπει σε μια κριτική της μαρξικής έννοιας του φετιχισμού, «επρόκειτο να γεννηθούν ολόκληρα θεματικά ερευνητικά πεδία στη διάρκεια του 20ού αιώνα – για παράδειγμα, αναφορικά με την έννοια της “φαντασμαγορίας” – χωρίς και πάλι να εξαντλήσουν το δυνητικό εύρος του Πρώτου Βιβλίου» (σ. XLVI).

Απ’ ό, τι φαίνεται είμαι ο μόνος που δεν αντελήφθη την συνεπεία των αντιπαραθέσεων του παραπάνω είδους «γέννηση» ολόκληρου θεματικού και ερευνητικού πεδίου σαν αυτό το σχετικό με την έννοια της «φαντασμαγορίας». Μα τι είναι αυτά; Ο Μαρξ χρησιμοποιεί απλώς το επίθετο phantasmagorisch, το οποίο έχει από τις Επιλεκτικές Συγγένειες του Goethe. Η λέξη Phantasmagorie προέρχεται από τη γλώσσα του θεάτρου και σημαίνει την εμφάνιση στη θεατρική σκηνή φανταστικών παραστάσεων μέσω φωτιστικών τεχνασμάτων, δηλαδή ό, τι σήμερα λέμε σκηνικά φωτιστικά εφέ. Τι διάολο ερευνητικό πεδίο υπήρξε αυτό για τα σκηνικά φωτιστικά εφέ;

Ας επιστρέψουμε στο ζήτημα που θέσαμε. Οι συντελεστές ομιλούν συχνά χωρίς ιδιαίτερη κατανόηση περί τίνος πρόκειται για «μορφικούς παράγοντες», «μορφικές στιγμές», «μορφική δυναμική», «μορφικούς προσδιορισμούς» (όλοι, με εξαίρεση τον τελευταίο, αδόκιμοι-ανύπαρκτοι όροι), τους οποίους αντιπαραθέτουν στην «σοβιετικής προέλευσης» «αντίληψη», «που έδινε έμφαση στην κοινωνική [διάβαζε: αφηρημένη – Γ.Σ.] εργασία ως περιεχόμενο της αξίας» (σ. XLII). Δεδομένου ότι οι συντελεστές προέβηκαν «σε νέα μετάφραση και επιμέλεια του Πρώτου Βιβλίου του Κεφαλαίου, [...], επιδιώκοντας επιπλέον να αξιοποιήσουν αφενός τις θεωρητικές συζητήσεις που αναπτύχθηκαν κυρίως στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα – και οι οποίες αφορούν τόσο πραγματολογικές όσο και ερευνητικές πτυχές του μαρξικού έργου»40 (σ. XVIII), είμαστε υποχρεωμένοι να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας αυτό το τελευταίο. Έτσι λοιπόν δεν μού φαίνεται να γνωρίζουν τι είναι ανάλυση της μορφής της αξίας και τι μορφικοί προσδιορισμοί. Ούτε καν τι είναι αυτή η ανάλυση του είδους του Backhaus. Έχουν όμως γραφτεί επ’ αυτών και άλλα πράγματα. Οι ισότητες, για τις οποίες ομιλεί ο Μαρξ κατά την ανάπτυξη της αξιακής μορφής, στην πραγματικότητα δεν είναι ισότητες, αλλά διπολικές σχέσεις ισοδυναμίας, για τις οποίες κατά περίπτωση δεν ισχύει ο όρος της συμμετρίας ή ο όρος της ανακλαστικότητας. Η Κονστρουκτιβιστική Σχολή ή και Σχολή της Ερφούρτης λεγόμενη φιλοσοφική σχολή έχει ασχοληθεί με αυτά τα πράγματα – και σε σχέση με τον Μαρξ – και ο ιδρυτής της έχει γράψει ένα σημαντικότατο άρθρο για τις σχέσεις ισοδυναμίας μεταξύ αφηρημένων αντικειμένων. Επηρεασμένος απ’ αυτήν τη Σχολή έχει γράψει μια ενδιαφέρουσα διδακτορική διατριβή για την αξιακή μορφή στον Μαρξ ο Nanninga. Και ο καθηγητής μαθηματικών Krause έχει γράψει μια ανάλογη εργασία για την αφηρημένη εργασία. Πέραν τούτων η θεωρία της αξίας του Μαρξ περιλαμβάνει και τον μετασχηματισμό των αξιών σε τιμές παραγωγής, για τον οποίο σημαντικά είναι τα άρθρα του Mühlpfordt και του von Bortkiewicz και το βιβλίο του Charasoff στην καμπή του 19ου προς τον 20ό αιώνα.41 Όλ’ αυτά φαντάζομαι είναι γνωστά βέβαια στους συντελεστές.

Όσον αφορά την «ουσιοκρατία» των σοβιετικών, οι τελευταίοι δεν είχαν καμία απολύτως επιρροή στη σχετική συζήτηση στη Δύση. Με εξαίρεση τον Rubin, ο οποίος κάθε άλλο παρά «ουσιοκράτης» είναι. Κατά τα λοιπά οι συντελεστές γνωρίζουν βεβαίως ότι για να υπολογίσει κανείς τις αξίες των εμπορευμάτων, πρέπει να μπορεί να υπολογίσει τη γνωστή τους ασφαλώς αντίστροφη του Leontiev. Αν ο αριθμός των εμπορευμάτων είναι σχετικά μεγάλος, ακόμη και μεγάλοι ηλεκτρονικοί υπολογιστές χρειάζονται μερικούς μήνες ή χρόνια real time για να την υπολογίσουν. Πρώτοι οι «ουσιοκράτες» σοβιετικοί επινόησαν έναν σύντομο προσεγγιστικό τρόπο υπολογισμού της.

Κι όταν ο Ian Steedman «απέδειξε» ότι στη σύνθετη παραγωγή δύνανται να εμφανιστούν αρνητικές αξίες εμπορευμάτων και αρνητική υπεραξία, έτσι που η μαρξική θεωρία της αξίας και της ερμηνείας του κέρδους φαινόταν πως πήγαιναν για μπάνιο, όσοι είχαν ασχοληθεί μόνον με την ανάλυση της μορφής έξυναν το κεφάλι τους και σιωπούσαν. Ορισμένοι μάλιστα, όπως ο Joachim Hirsch, ο οποίος εξέδιδε τότε ετησίως ένα τομίδιο στον Suhrkamp, όχι μόνον αρνήθηκε να δημοσιεύσει μια απάντηση στον Steedman, η οποία έδειχνε ότι η «απόδειξη» του τελευταίου ήταν εσφαλμένη, υπό την έννοια ότι δεν απεδείκνυε ό, τι αυτός νόμιζε πως αποδεικνύει, αλλά εξύβρισε στην απορριπτική του επιστολή τον αποστολέα της απάντησης στον Steedman που τόλμησε να κρίνει τον σοσιαλιστή κ. Steedman.42 Κι αυτοί που αντιπαρατάχθηκαν στους νεορικαρδιανούς και νεοκλασικούς οικονομολόγους, όταν οι τελευταίοι, όπως ο Samuelson, θυμήθηκαν τη ρήση του Βöhm-Bawerk, ότι η αφηρημένη εργασία του Μαρξ είναι ένα μεσαιωνικό tertium comparationis, αυτοί που αντιτάχθηκαν επιτυχώς ήταν οι «ουσιοκράτες».

Η μόνη μεγάλη και σημαντική συζήτηση, που διεξήχθη μεταξύ οικονομολόγων μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν αυτή μεταξύ νεοκλασικών και νεορικαρδιανών οικονομολόγων γύρω από το εξής ζήτημα: Ποιος συντελεστής παραγωγής, η εργασία ή το κεφάλαιο, παράγει το καθαρό προϊόν; Οι νεοκλασικοί πρέσβευαν ότι η εργασία παράγει ό, τι παίρνει, δηλαδή τους μισθούς, και το κεφάλαιο επίσης ό, τι παίρνει, δηλαδή το κέρδος. Οι νεορικαρδιανοί έδειξαν ότι αυτό δεν δύναται να λεχθεί, επειδή το κεφάλαιο (= μέσα παραγωγής) δεν είναι ένα ομοιογενές, απόλυτα μετρήσιμο μέγεθος. Έτσι η συζήτηση έληξε υπέρ αυτών. «Ουσιοκράτες» μαρξιστές συνέχισαν τη συζήτηση, δείχνοντας ότι το καθαρό προϊόν παράγει η εργασία και μόνον η εργασία – διαπίστωση, την οποία κατά κανένα τρόπο δεν ήθελαν να εξάγουν οι νεορικαρδιανοί ως τελικό συμπέρασμα από τη συζήτηση.43 Όλ’ αυτά δεν σημαίνουν βέβαια ότι όσοι τονίζουν τη σημασία της αφηρημένης εργασίας ως της ουσίας της αξίας και εντέλει της τιμής, δεν γνωρίζουν την ανάλυση της μορφής της αξίας και τη σημασία της.

Ας δούμε πώς αντιλαμβάνονται οι συντελεστές τα περιεχόμενα του Πρώτου Βιβλίου του Κεφαλαίου. Στις σελίδες XLII ε. οι συντελεστές εκθέτουν αυτά τα περιεχόμενα. Πριν μερικά χρόνια το Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα και το περιοδικό Ουτοπία οργάνωσαν μια ημερίδα με ομιλητές τον David Laibman και τον Ben Fine. Τότε συζητιόταν η λεγόμενη new solution του προβλήματος του μετασχηματισμού των αξιών σε τιμές παραγωγής. Ο Laibman μίλησε για τη δική του new «new solution», όπως την ονόμαζε ο ίδιος, και κουνώντας φιλάρεσκα την αλογοουρά του σαν νεοϋρκέζα γραία, έγραψε στον πίνακα ένα σύστημα εξισώσεων, από την επίλυση του οποίου προέκυπτε, κατά τον ισχυρισμό του, η εν λόγω λύση. Συνεργάτης μου που καθόταν δίπλα μου με σκούντησε και με κοίταξε σαν να με ρωτούσε αν βλέπω ό, τι βλέπει, δηλαδή ότι το σύστημα ήταν υπερπροσδιορισμένο και ως εκ τούτου δεν είχε λύση. Συμφωνήσαμε. Αυτός θέλησε να μιλήσει και να του επιστήσει την προσοχή σ’ αυτό το σημείο. Του είπα ότι δεν έχει νόημα, διότι ο άνθρωπος νομίζει ότι μιλάει σε γελαδάρηδες του Τέξας. Ακολούθησε ο Fine, ο οποίος μας είπε τι περιέχουν οι τρεις τόμοι του Κεφαλαίου. Είπε μερικά, κοίταξε το ρολόι του και είπε: «Σε πέντε λεπτά ο πρώτος τόμος». Συνέχισε, ξανακοίταξε το ρολόι του και είπε: «Σε τρία λεπτά ο δεύτερος τόμος του Κεφαλαίου». Και συνεχίζοντας ξανακοίταξε μετά από λίγο το ρολόι του και είπε: «Σε τέσσερα λεπτά ο τρίτος τόμος του Κεφαλαίου». Ό, τι είπε για τον πρώτο τόμο δεν συνέπιπτε με αυτά που λένε οι συντελεστές για τον ίδιο τόμο. Δεν είχε νόημα να του απαντήσει κανείς. Διότι ο άνθρωπος νόμιζε πως ομιλούσε σε αμνοποιμένες των υψιπέδων της Σκωτίας.

Ας ρίξουμε και μια ματιά στην άποψη των συντελεστών για το τι είναι το Πρώτο Βιβλίο του Κεφαλαίου που μετέφρασαν. «Η άρθρωση του Βιβλίου αυτού [εννοούν τον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου – Γ.Σ.] είναι με τέτοιον τρόπο συγκροτημένη, ώστε να περιέχει “υποδοχές” (αλλά μόνο υποδοχές) περιεχομενικής ανάπτυξης για πεδία όπως το δίκαιο, η θρησκεία, η πολιτική (στη δημόσια σφαίρα και το κράτος), η ιστοριογραφία, η τεχνολογία – αλλά, όσο κι αν φαίνεται απροσδόκητο, και η αισθητική. Οι δυναμικές αυτές “διασταυρώσεις” της μεθοδικής παρουσίασης απασχόλησαν με τη σειρά τους την απέραντη γραμματολογία, χωρίς διόλου αυτή να τις έχει εξαντλήσει – μια και λόγω της ίδιας της φύσης τους απαιτούν διαρκή συμπλήρωση και αναδιατύπωση λόγω του διαρκώς μεταβαλλόμενου ιστορικού ορίζοντα. Είναι ένα σύγγραμμα που χρησιμοποιεί μαθηματικούς όρους, αλλά δεν είναι μαθηματική μελέτη˙ είναι ένα σύγγραμμα που χρησιμοποιεί τους πιο προηγμένους για την εποχή του φυσικοεπιστημονικούς όρους, αλλά δεν είναι φυσικό επιστημονικό εγχειρίδιο, είναι ένα σύγγραμμα που χρησιμοποιεί νομική ορολογία, αλλά δεν είναι νομική πραγματεία˙ είναι ένα σύγγραμμα που χρησιμοποιεί φιλοσοφική ορολογία, αλλά – εφαρμόζοντας αυστηρά την πρότερη διαπίστωση του συντάκτη του ότι “αργότερα είναι αναγκαίο […] να διορθωθεί το ιδεαλιστικό ύφος της παρουσίασης, το οποίο γεννά την επίφαση ότι πρόκειται μόνο για εννοιακούς προσδιορισμούς και τη διαλεκτική αυτών των εννοιών” (Grundrisse) – δεν είναι φιλοσοφικό έργο με την τρέχουσα έννοια˙ είναι ένα από τα παραστατικότερα πεζογραφήματα της νεωτερικότητας, αλλά δεν είναι λογοτέχνημα˙ είναι ένα σύγγραμμα, τέλος, που διατυπώνει μια κριτική της πολιτικής οικονομίας, αλλά, σε πείσμα πλείστων επίδοξων επικριτών του, δεν είναι αποκλειστικά οικονομική πραγματεία» (σ. XLVII). Δηλαδή, έτσι για να συννενοούμεθα, ο πρώτος τόμος του Κεφαλαίου έτσι όπως δεν είναι μαθηματική μελέτη, έτσι όπως δεν είναι φυσικοεπιστημονικό εγχειρίδιο, έτσι όπως δεν είναι νομική πραγματεία, έτσι όπως δεν είναι φιλοσοφικό έργο με την τρέχουσα έννοια, έτσι όπως δεν είναι λογοτέχνημα, έτσι – σε πείσμα πλείστων επίδοξων επικριτών του (;!), οι οποίοι προφανώς ισχυρίζονται ότι είναι αποκλειστικά οικονομική πραγματεία – δεν είναι και αποκλειστικά οικονομική πραγματεία.

Ε, λοιπόν, το Κεφάλαιο, και εν προκειμένω ο πρώτος του τόμος, είναι ένα σημαντικότατο οικονομικό βιβλίο, γραμμένο από έναν μεγάλο, εξαιρετικά καταρτισμένο και καλλιεργημένο κομμουνιστή οικονομολόγο. Γνώριζε κι άλλα πράγματα ίσως εξίσου καλά με τα οικονομικά. Αλλά το Κεφάλαιο είναι ένα οικονομικό βιβλίο. Ωστόσο πρέπει να το κατανοήσει κανείς ό, τι είδους βιβλίο κι αν είναι, αν θέλει να μιλήσει για αυτό. Σε κάθε περίπτωση είναι εξαιρετικά επικίνδυνη η άποψη ότι «δεν είναι αποκλειστικά οικονομική πραγματεία». Αυτή η σχετικά διαδεδομένη άποψη επέτρεψε στους Αλτουσέρ et al. μέχρι και στον Βεργόπουλο να παριστάνουν τους γνώστες του Μαρξ, με αποτέλεσμα τα φληναφήματά τους να υποκαθιστούν τη μαρξική οικονομική θεωρία. Αλλά ανεξάρτητα από το τι είδους βιβλίο είναι το Κεφάλαιο, αυτός που το μεταφράζει θα πρέπει να κατανοεί ό, τι μεταφράζει. Μη μου πείτε ότι κατανόησαν οι συντελεστές πως στο 13ο κεφάλαιο ο Μαρξ κάνει λεκτικά λογαριθμικές παραγωγίσεις, εξαιρετικά χρήσιμες για την ανάπτυξη του νόμου της πτωτικής τάσης του γενικού ποσοστού κέρδους;

Παραθέτω ένα σχετικά μεγάλο χωρίο για να θέσω δύο ακόμη ερωτήσεις: «Ο παραπάνω διαπιστωμένος νόμος λαμβάνει λοιπόν την εξής μορφή: Με δεδομένη την αξία της εργασιακής δύναμης και με ίσο βαθμό εκμετάλλευσής της, οι μάζες αξίας και υπεραξίας που παράγονται από διαφορετικά κεφάλαια είναι ευθέως ανάλογες προς τα μεγέθη των μεταβλητών τμημάτων αυτών των κεφαλαίων, δηλαδή των συστατικών μερών τους που έχουν μετατραπεί σε ζωντανή εργασιακή δύναμη.

Ο νόμος αυτός αντιφάσκει προφανώς σε κάθε εμπειρία που βασίζεται σε φαινομενικές διαπιστώσεις. Ο καθένας γνωρίζει ότι ένας εργοστασιάρχης βαμβακοκλωστηρίου ο οποίος, αν υπολογίσουμε τα ποσοστά του συνολικού χρησιμοποιούμενου κεφαλαίου, χρησιμοποιεί σχετικά πολύ σταθερό και λίγο μεταβλητό κεφάλαιο δεν εισπράττει γι’ αυτόν το λόγο μικρότερο κέρδος ή υπεραξία από έναν αρτοποιό ο οποίος θέτει σε κίνηση σχετικά πολύ μεταβλητό και λίγο σταθερό κεφάλαιο. Για τη λύση αυτής της φαινομενικής αντίφασης απαιτούνται ακόμη πολλά ενδιάμεσα σκέλη, όπως και από τη σκοπιά της στοιχειώδους άλγεβρας απαιτούνται πολλά ενδιάμεσα σκέλη για να κατανοήσουμε ότι το 0/0 μπορεί να αποτελεί ένα πραγματικό μέγεθος. Αν και η κλασική πολιτική οικονομία δεν διατύπωσε ποτέ αυτόν τον νόμο, είναι προσκολλημένη ενστικτωδώς επάνω του, διότι είναι μια αναγκαία συνέπεια του αξιακού νόμου εν γένει. Επιδιώκει να τον διασώσει με μια βίαιη αφαίρεση από τις αντιφάσεις του φαινομένου. Θα δούμε αργότερα με ποιον τρόπο η ρικαρντιανή σχολή σκόνταψε σ’ αυτή την πέτρα του σκανδάλου. Η χυδαία οικονομική επιστήμη, η οποία “πραγματικά δεν έχει μάθει τίποτα”, επιμένει εδώ, όπως παντού, στο επιφαινόμενο ενάντια στο νόμο του φαινομένου. Σε αντίθεση προς τον Spinoza, πιστεύει ότι “η άγνοια είναι αποχρών λόγος”» (σ. 276 ε.).

«Η λύση αυτής της φαινομενικής αντίφασης» δεν απαιτεί πολλούς ακόμα ενδιάμεσους κρίκους. Είναι πολύ απλή. Ποια είναι; Και το 0/0 μπορεί να αποτελεί ένα πραγματικό μέγεθος; Ναι ή όχι; Ή μήπως αποτελεί μια ανοησία;

Ένα τελευταίο έχει μια κάποια σημασία. Άποψη των συντελεστών είναι ότι «Δεν υπάρχει εν προκειμένω [δηλαδή στο Πρώτο Βιβλίο του Κεφαλαίου – Γ.Σ.] κάποιο συγκροτημένο σοσιαλιστικό πρόγραμμα σοσιαλιστικής διαχείρισης η οποία μέλλει να προκύψει με νομοτελειακό τρόπο [...]» (σ. XLVI). Και ακολουθούν (σ. XLVI ε.) διάφορα ακατανόητα ή στερούμενα νοήματος ή ανακριβή, με εξαίρεση την επιδίωξη των συντελεστών να πείσουν τον αναγνώστη ότι το Πρώτο Βιβλίο του Κεφαλαίου, αλλά και γενικότερα το έργο του Μαρξ ενδείκνυται για πολλά και διάφορα, αλλά δεν ενδείκνυται για ένα μόνον: ως βάση για μία πραγματικά κομμουνιστική πολιτική που επιδιώκει την εδραίωση μιας σοσιαλιστικής και στη συνέχεια κομμουνιστικής κοινωνίας. Ήδη το Κεφάλαιο αποτελεί το σημαντικότερο μέρος αυτής της βάσης. Διότι εκεί ο Μαρξ δείχνει άκρως «ουσιοκρατικώς» ότι το καθαρό προϊόν της κοινωνίας παράγουν οι μισθωτοί εργαζόμενοι και μόνον αυτοί και ότι παίρνουν μέρος μόνον από αυτό, ενώ το άλλο το παίρνουν, για λόγους που δεν μπορούν να εξηγηθούν εν συντομία εδώ, οι καπιταλιστές. Δείχνει λοιπόν ότι οι μισθωτοί εργαζόμενοι έχουν συμφέρον να αλλάξουν τον τρόπο παραγωγής αυτής της κοινωνίας και, για να καρπούνται αυτοί και μόνον το προϊόν της εργασίας τους, να εγκαθιδρύσουν μια σοσιαλιστική-κομμουνιστική κοινωνία στη θέση της καπιταλιστικής. Αντιθέτως, οι αστοί οικονομολόγοι προσπαθούν να δείξουν ότι όχι μόνον το καθαρό προϊόν δεν παράγεται μόνο από την εργασία, αλλά και από το κεφάλαιο, αλλά επίσης ότι οι εργαζόμενοι λαμβάνουν ως μισθούς ό, τι ακριβώς παράγει η εργασία τους, και οι καπιταλιστές ως κέρδη ό, τι ακριβώς παράγει το κεφάλαιό τους, έτσι που κανείς δεν θα έπρεπε να έχει συμφέρον να αλλάξει αυτόν τον ιδανικό, τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Κατά τα λοιπά υπάρχουν στον Μαρξ παραστάσεις για ένα «συγκροτημένο πρόγραμμα σοσιαλιστικής διαχείρισης» (σ. XLVI). Με αυτές τις παραστάσεις ασκεί κριτική στο «Πρόγραμμα της Γκότα». Το ότι οι συντελεστές φορτώνουν αυτό το πρόγραμμα με απαιτήσεις (όπως «συγκεκριμένο») και με αρνητικούς προσδιορισμούς («διαχείρισης», λες και πρόκειται για καπιταλιστική επιχείρηση, και «σοσιαλιστικής διαχείρισης η οποία μέλλει να προκύψει με νομοτελειακό τρόπο»), μαρτυρεί την επιθυμία τους να παραστήσουν ένα πρόγραμμα εγκαθίδρυσης μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας ως αδύνατον να υπάρξει και, εάν υπάρξει, τότε είναι κάτι που δεν αρμόζει σε ανθρώπους, αλλά σε υποκείμενα διαχείρισης κι ούτε σε μια ανθρώπινη κοινωνία, αλλά σε πράγματα της άβιας φύσης, για την οποία ισχύουν μόνο φυσικές νομοτέλειες.


***


Και το συμπέρασμα απ’ όλα τα παραπάνω; Στην έκδοση θα ταίριαζε πολύ ένας Πρόλογος αντάξιος του έργου και του συγγραφέα του. Κατά τα λοιπά καλώς εκπονήθηκε και εκδόθηκε η μετάφραση; Βεβαίως! Για τους λόγους που αναφέραμε, αλλά και αναφέρουν οι ίδιοι οι συντελεστές στον Πρόλογό τους. Να διαβάζει κανείς τώρα πλέον αυτή την μετάφραση; Ναι! Και αυτήν! Αλλά ανεξάρτητα από αυτό, κυρίως: Διαβάστε Μαρξ από πρώτο χέρι. Εννοώ τον ίδιο τον Μαρξ σε ελληνική μετάφραση (όποιος δεν διαβάζει γερμανικά) κι όχι από αμφιβόλου ποιότητας μαρξολόγους. Και μην ξεχνάτε ότι κανείς βέβαια, και δικαίως, δεν συμπαθεί τους Fachidioten, δηλαδή τους χωρίς πνεύμα, καλλιέργεια και ευρύτητα σκέψης, αποκλειστικά σε ένα μόνον ορισμένο στενό επιστημονικό πεδίο ειδήμονες. Αυτό όμως δεν πρέπει να μας κάνει να ξεχνούμε πως πνεύμα, καλλιέργεια και ευρύτητα σκέψης δεν συμβαδίζουν με τον Hansdampf in allen Gassen, τον πολυπράγμονα δηλαδή, και πως αντιθέτως η συνοδευόμενη από πνεύμα, καλλιέργεια και ευρύτητα σκέψης επιστημονική γνώση προϋποθέτει καταμερισμό της επιστημονικής εργασίας.



1 Karl Marx, Το Κεφάλαιο. Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας, τόμος πρώτος. Μετάφραση: Θανάσης Γκιούρας. Επιστημονική επιμέλεια: Θανάσης Γκιούρας – Θωμάς Νουτσόπουλος σε συνεργασία με τον Διονύση Γράβαρη. Επιλογή και επιμέλεια του εποπτικού υλικού - CD: Ηλίας Γεωργαντάς. Γλωσσική επιμέλεια - διόρθωση: Βάσω Μπαχούρου. Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα 2016.

2 Κάπως έτσι μεταφράζει και ο Καψάσκης: «Η amor matris, υποκειμενική και αντικειμενική γενική. μπορεί να είναι το μόνο αληθινό πράγμα στη ζωή» (σ. 251).

3 Καψάσκης: «Amor matris˙ υποκειμενική και αντικειμενική γενική. Με το αδύνατο αίμα της και το ξυνόγαλά της τον είχε αναθρέψει […]» (σ. 52).

4 Οι συντελεστές γράφουν παντού MEGA αντί MEGA2. To MEGA2υπονοεί ότι η πρώτη MEGA ήταν αυτή του Ραζιάνωφ. Επίσης μεταφράζουν το MEGA (= Συνολική Έκδοση των Marx και Engels) ως Άπαντα των Marx και Engels και αναφέρονται εν συντομία σε αυτά ως Άπαντα.

5 Δεν εξηγούν σε τι τους χρησίμευσαν οι τόμοι 24 και 25 της MEW, δηλαδή ο δεύτερος και τρίτος τόμος του Κεφαλαίου.

6 Στη MEGA2 II/6, 1987 (χωρίς παραπομπή σε σελίδες) παραπέμπουν σε άλλο σημείο και οι ίδιοι οι συντελεστές (δες σ. XXXIII και στην ίδια σ. υποσ. 17).

7 Η υπογράμμιση δική μου – Γ.Σ.

8 Η υπογράμμιση δική μου – Γ.Σ.

9 Δες Georgios Stamatis, “Notiz zur Redaktion von MEGA2 II/5: Karl Marx: Das Kapital. Erster Band. Hamburg 1867”, Beitr ä ge zur Marx-Engels-Forschung, Neue Folge 2007, Argument Verlag, Berlin 2007, σ. 314-317.

10 Ο αναγνώστης ας ευαρεστηθεί να σημειώσει τη διαφορά μεταξύ nervusκαι nexus.

11 Ψάχνουμε στο Korrekturverzeichnis (= Κατάλογος Διορθώσεων) στη MEGA2 ΙΙ/10, Apparat, αν υπάρχει διόρθωση απόnervus rerum σεnexus rerum στη σ. 121.30 της MEGA2 ΙΙ/10 (Κείμενο). Στην αντίστοιχη σελίδα 785 του Apparat δεν υπήρχε. Υπήρχε όμως στις Erläuterungen (= Επεξηγήσεις) για την προαναφερθείσα διόρθωση στη σ. 834 του Apparat η εξής επεξήγηση:

121.30 nexus rerum] Zusammenhang der Dinge, Hauptsache

δηλαδή

121.30 nexus rerum] συνάρτηση των πραγμάτων, κύριο ζήτημα.

Η επεξήγηση είναι αχαρακτήριστη. Αχαρακτήριστη είναι και η «διόρθωση», δηλαδή η σιωπηρή αλλαγή στο κείμενο. Διότι όπως είδαμε, δεν άλλαξε σιωπηρά σ’ αυτό το σημείο ο Engels από τη δεύτερη και την τρίτη του Μαρξ στη δική του τέταρτη έκδοση το κείμενο. Αλλά οι συντάκτες της MEGA2 άλλαξαν από τη δεύτερη και τρίτη έκδοση του Μαρξ και τις δικές τους δεύτερη και τρίτη έκδοση καθώς και από την τέταρτη έκδοση του Engels στη δική τους τέταρτη έκδοση – σιωπηρά και χωρίς καμία αιτιολόγηση – το κείμενο από nervus rerum σε nexus rerum.

12 Το παιγνιώδες προκύπτει ως εξής: Αντί να πουν Nerv der Dinge (= νεύρο των πραγμάτων) για το χρήμα, λένε συνειδητά ψευτολόγια nervus rerum. Διότι ναι μεν το λατινικό rerum σημαίνει στα γερμανικά Dinge στη γενική πληθυντικού (= των πραγμάτων), το nervus όμως δεν σημαίνει παρά μόνον στην ιατρική Nerv (= νεύρο).

13 Δεν κατανοούμε σε τι τους χρησίμευσαν ο 24ος και 25ος τόμος των MEW, δηλαδή ο δεύτερος και τρίτος τόμος του Κεφαλαίου.

14 Εννοούν προφανώς «που αφορούν τη δεύτερη έκδοση».

15 Κατά τα λοιπά, όσον αφορά αυτά τα «Αποσπάσματα», το ορθό είναι Arbeits-Process και όχι Arbeits Process (δες σ. 958, σημείο Γ2). Δες και σ. LVII.

16 Πώς συμβιβάζεται αυτή η κρίση με το γεγονός ότι οι συντελεστές, όταν παραθέτουν από τα Grundrisse, δεν παραθέτουν από τη μετάφραση του Διβάρη, αλλά μεταφράζουν αυτοί οι ίδιοι; (Δες σ. ΧΧIV ε.)

17 Karl Marx, Grundrisse …, Frankfurt und Wien, χ.χ., σ. 441.

18 Karl Marx, Βασικές Γραμμές …, τόμος Β΄, μετ. Δ. Διβάρη, Στοχαστής, Αθήνα, χ.χ. σ. 411.

19 Karl Marx, Grundrisse …, σ. 436.

20 Karl Marx, Βασικές Γραμμές …, σ. 408.

21 Karl Marx, Grundrisse …, σ. 311.

22 Karl Marx, Βασικές Γραμμές …, σ. 307.

23 Δες Γιώργος Μεταξάς, «Η έκδοση της MEGA2και το Κεφάλαιο», Θέσεις, Νο 136, σ. 39.

24 Der gro ße Duden. Fremdwörterbuch, Mannheim 1960, σ. 621, λήμμα Substanz.

25 Τα πλάγια δικά μου – Γ.Σ.

26 Karl Marx, Grundrisse …, Frankfurt und Wien, χ.χ., σ. 193.29-32 και σ. 194.1.

27 Karl Marx, Βασικές Γραμμές …, τόμος Β΄, μετ. Δ. Διβάρη, Στοχαστής, Αθήνα, χ.χ. σ. 29.

28 Ομολογώ ότι στα παραπάνω δεν διακρίνω κανένα λόγο για την απόδοση του darstellen ως παρασταίνω.

29 Η μαρξική γλώσσα είναι ηθελημένα και κατ’ εξοχήν λόγια – καθόλου δημώδης.

30 Εδώ μάλλον θα έπρεπε να βρίσκεται μια παύλα αντί για την παρένθεση – Γ.Σ.

31 Karl Marx, Grundrisse …, Frankfurt und Wien, χ.χ., σ. 20 ε.

32 Karl Marx, Βασικές Γραμμές …, τόμος Α΄, σ. 65 ε.

33 Χάριν απλούστευσης του πράγματος προϋποθέτουμε ότι δεν λαμβάνουν πιστώσεις για επενδύσεις, δηλαδή ότι επενδύουν μόνον το μέρος των κερδών τους που δεν καταναλώνουν, δηλαδή την αποταμίευσή τους.

34 Karl Marx, Grundrisse…, σ. 407.

35 Karl Marx, Βασικές γραμμές…, σ. 383.

36 Τεχνικές παραγωγής και όχι «παραγωγικές τεχνικές», όπως γράφουν οι συντελεστές (σ. ΧΧΧV). Μια τεχνική παραγωγής μπορεί να είναι παραγωγική ή μη παραγωγική τεχνική.

37 Δες G. Stamatis, Die spezifisch kapitalistischen Produktionsmethoden und der tendenzielle Fall der Profitrate bei Karl Marx, Verlag Mehrwert, Berlin 1977. Ελληνική μετάφραση: Τεχνολογική εξέλιξη και ποσοστό κέρδους στον Karl Marx, Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα 1993.

38 Ειδικά αυτά του Sombart είναι κλασικό παράδειγμα για ό, τι ο Ένγκελς ονομάζει Definitionswissenschaft, δηλαδή επιστήμη μέσω ορισμών.

39 Διότι πώς αλλιώς εξηγείται ο τίτλος της MEGA2 II/10, Apparat, σ. 732, «Κατάλογος χωρίων από τη γαλλική έκδοση, τα οποία δεν συμπεριλήφθησαν στην 3η και 4η γερμανική έκδοση», τον οποίο οι συντελεστές στο Παράρτημα IV παραποιούν σε «Αποσπάσματα της γαλλικής έκδοσης που δεν συμπεριλήφθηκαν σε άλλες εκδόσεις [δηλαδή ούτε στη 2η γερμανική έκδοση – Γ.Σ.]»; Ασφαλώς ότι η γαλλική έκδοση έχει κοινά χωρία, ενώ η παραποίηση των συντελεστών, συμπεριλαμβάνοντας σ’ αυτές τις «άλλες εκδόσεις» φυσικά και τη 2η γερμανική έκδοση, διευκολύνει τον ισχυρισμό των συντελεστών ότι η γαλλική έκδοση βασίζεται μόνον στην πρώτη έκδοση. Δεν θα με εξέπληττε αν οι συντελεστές στην ανθολόγηση αυτών των χωρίων που έκαναν άρρητα από τον Κατάλογο της MEGA2παρέλειψαν ακριβώς τα κοινά στη γαλλική και τη 2η γερμανική έκδοση. Είναι άχαρος όμως ένας τέτοιος έλεγχος και χωρίς νόημα.

40 Σε τι συνίσταται η διαφορά μεταξύ αυτών των πραγματολογικών και των ερευνητικών «πτυχών» του μαρξικού έργου;

41 Δες τα σχετικά άρθρα του γράφοντος στα Τεύχη Πολιτικής Οικονομίας, Νο 4 (1989), Νο 6 (1990) και Economic Systems Research, Vol. 11 (1999).

42 Τελικά την απάντηση δημοσίευσε το αμερικανικό περιοδικό Review of Radical Political Economics σε ένα τεύχος του 1983.

43 Δες Γ. Σταμάτης, Συμπεράσματα από την έριδα των δύο Cambridges για το κεφάλαιο, Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα 2016.