1. Η ακύρωση της δυναμικής των εκλογών του '85
Πολλοί είναι αυτοί που μέχρι σήμερα ακόμη δείχνουν να μη κατανόησαν καθόλου την ταξική πόλωση που συμπυκνώθηκε στις εκλογές του '85, πόλωση που εκφράσθηκε κυρίως στην αντίθεση ΝΔ ΠΑΣΟΚ. Η δυναμική εκείνου του αποτελέσματος αποδεικνύεται τώρα ακόμα πιο σημαντική.
Και οι δύο πολιτικές γραμμές που συγκρούσθηκαν σ' εκείνες τις εκλογές στόχευαν μακροπρόθεσμα στη διατήρηση και αναπαραγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας. Στο πολιτικό όμως πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ κατοχυρώνονταν και εκφράζονταν άμεσα λαϊκά συμφέροντα (Κράτος Πρόνοιας - θεσμοί συμμετοχής κλπ.).
Πίσω απ' αυτές τις δύο πολιτικές γραμμές στοιχήθηκαν διαφορετικές κοινωνικές δυνάμεις και συγκρούσθηκαν δύο διαφορετικά κοινωνικά μπλοκ. Η εκλογική βάση της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ συγκροτήθηκε όσο ποτέ άλλοτε στη μεταπολίτευση στη βάση των πιο έκδηλων κοινωνικών και ταξικών διαφοροποιήσεων. Η νίκη της «Αλλαγής» σήμαινε για την εργατική τάξη, που ψήφισε μαζικά το ΠΑΣΟΚ, απόκρουση της νεοφιλελεύθερης επίθεσης του κεφαλαίου και της Δεξιάς.
Το ΠΑΣΟΚ διατηρήθηκε στην εξουσία μόνο χάρη στην εκπληκτική (έστω και κοινοβουλευτική) κινητοποίηση των λαϊκών μαζών.
Η στροφή της οικονομικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ τον Οκτώβριο του '85 από το σοσιαλδημοκρατικό συμβόλαιο της «αναδιανομής» του εισοδήματος στη φιλελεύθερη διαχείριση τη; «σταθεροποίησης» της οικονομίας υπήρξε συνολικά για την πολιτική σκηνή αλλά και για το ΠΑΣΟΚ ειδικότερα σημείο τομής.
Πέντε μόλις μήνες μετά την «βίαιη» σύγκρουση των εκλογών του '85 το ΠΑΣΟΚ εγκαινίαζε μία πολιτική διαχείριση της κρατικής εξουσίας και της οικονομικής κρίσης που ερχόταν σε σύγκρουση με τα ίδια τα κοινωνικά λαϊκά στηρίγματα που κράτησαν το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Η επίθεση του κεφαλαίου σ' όλο το ερχόμενο διάστημα θα πάρει την μορφή χιονοστιβάδας και θα απλωθεί σ' όλα τα οικονομικά, κοινωνικά, θεσμικά και πολιτικά ζητήματα, θα φέρει το ΠΑΣΟΚ σε ρήξη με την ιστορική του καταγωγή και διαμόρφωση, θα θέσει σε κρίση την κοινωνική συμμαχία που το ανέδειξε και το διατήρησε στην κυβέρνηση.
Αλλά και η ίδια η επίθεση του κεφαλαίου σαν συνολικό πολιτικό και κοινωνικό εγχείρημα δεν θα «απελάσει» χωρίς λαϊκές αντιστάσεις και αμφισβητήσεις. Η ιδεολογική «προετοιμασία» της κοινωνίας για την αποδοχή της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής διεξόδου θα αποδειχθεί από ανεπαρκής έως ανύπαρκτη: στη Δ. Ευρώπη και στις ΕΙΠΑ η ιδεολογική «προετοιμασία» είναι ένα εγχείρημα που διήρκεσε τουλάχιστον μια 8ετία. Μέσα στο διάστημα αυτό οι ήττες του εργατικού κινήματος (ανθρακωρύχοι στην Αγγλία, FIAT στην Ιταλία, κρίση και απομαζικοποίηση των Συνδικάτων στη Γαλλία, στις ΗΠΑ, στην Αγγλία...) υπήρξαν καθοριστικές για την επιτυχία του νεοφιλευθερισμού.
Στην Ελλάδα αντίθετα η επίθεση του κεφαλαίου εκδηλώθηκε λίγους μόλις μήνες μετά την ενεργητική αντιπαράθεση των λαϊκών μαζών εναντία στο φιλελευθερισμό, χωρίς δηλαδή τους κατάλληλους κοινωνικούς όρους.
Πολύ περισσότερο γιατί στην Ελλάδα το διαφορετικό κοινωνικό ιδεολογικό κλίμα που επικρατεί (π.χ. η πολιτικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη) οφείλεται σε βαθύτατους ιστορικούς λόγους που μόνο μακροπρόθεσμα είναι δυνατόν να τροποποιηθούν υπέρ της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Το ελληνικό εργατικό και λαϊκό κίνημα δεν βρέθηκε αποδιαρθρωμένο και απομονωμένο τον Οκτώβριο του '85.
Έπρεπε βέβαια να περάσει από πολλές συμπληγάδες: από την πολιτική και οργανωτική του αδυναμία· από το φάσμα της ανεργίας και της εργοδοτικής τρομοκρατίας στον ιδιωτικό τομέα· από τους εκβιασμούς, τις μεταθέσεις, τις συκοφαντίες των «ρετιρέ» στο Δημόσιο Τομέα· από τη καταστολή των ΜΑΤ και των δικαστηρίων από την ανυπαρξία ιστορικά κατακτημένης πολιτικής κουλτούρας.
Το σημαντικότερο όμως γεγονός υπήρξε ότι το κίνημα αντιστάθηκε, επέφερε καίρια πλήγματα στη καπιταλιστική επίθεση και - ας μη το ξεχνάμε - δεν είναι καθόλου εύκολο να χτυπηθεί όπως το εργοστασιακό κίνημα '75'77. Το εργατικό κίνημα δεν είναι σήμερα απομονωμένο πολιτικά και κοινωνικά όπως το εργοστασιακό τότε αλλά έχει επιπλέον κατοχυρωμένη και θεσμοθετημένη μία οργανωτική συγκρότηση, αν και γραφειοκρατική, πράγμα που επίσης δεν διέθετε το εργοστασιακό.
Η δυναμική της βάσης του έγινε πολλές φορές καταλύτης με νικηφόρα αποτελέσματα. Μεγάλο, μέρος επίσης του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος συγκροτήθηκε εκτός των παραδοσιακών λογικών και πάλεψε με αρκετά μεγάλη επιτυχία - όπως δείχνουν όλα τα τελευταία εκλογικά αποτελέσματα σε εργατοϋπαλληλικούς χώρους - για αυτόνομο, ταξικό και αγωνιστικό συνδικαλιστικό κίνημα.
Ο συντηριτισμός των λαϊκών μαζών, η παθητικοποίησή τους και η εξατομίκευση δεν είχαν προχωρήσει σε τέτοιο βαθμό ώστε η νέα οικονομική καπιταλιστική «άνθηση» να είναι εύκολο εγχείρημα.
Η Ν.Δ. είχε δίκιο όταν κατηγορούσε αργότερα το ΠΑΣΟΚ για την πολιτική του στις εκλογές του '85: για να κερδίσει το ΠΑΣΟΚ αυτές τις εκλογές αναγκάσθηκε να πολώσει τις λαϊκές τάξεις απέναντι στο νεοφιλευθερισμό της Ν.Δ. Έπαιξε έτσι το ρόλο του πολιτικού ιδεολογικού οργανωτή των λαϊκών μαζών ενάντια στην επίθεση του Κεφαλαίου, χρησιμοποιώντας μάλιστα τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του Κράτους (Τύπος, Τηλεόραση κλπ.), πριονίζοντας όμως και το κλαδί της μετέπειτα πολιτικής του και της Ν.Δ. στην περίπτωση που θα κληθεί να κυβερνήσει.
2. Η κίνηση των μαζών (οι κοινωνικοί αγώνες) 1985 1987
Μπροστά σε μία τέτοια πραγματικότητα οι κοινωνικοί αγώνες που ξέσπασαν τη διετία αυτή (ασυνήθιστα έντονοι και με διάρκεια) δεν αποτέλεσαν έκπληξη.
Για πρώτη φορά από τότε που ανέλαβε την κυβέρνηση, το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε αντιμέτωπο με τόσες έντονες (διάσπαρτες ή κεντρικές) κοινωνικές κινητοποιήσεις. Η περίοδος χάριτος των λαϊκών μαζών και η συναίνεση στην πολιτική τον ΠΑΣΟΚ διακόπτονται βίαια. Συνοπτική περιοδολόγηση
Από την εποχή εκκίνησης της επίθεσης - Οκτώβριος 1985 - μέχρι σήμερα μπορούμε να διακρίνουμε τρεις φάσεις στην περιοδολόγηση των εργατικών αγώνων:
1) Οκτώβριος 1985 Οκτώβριος 1986 (Δημοτικές εκλογές, Δ86). Περίοδος εκδήλωσης της κρίσης εκπροσώπησης του ΠΑΣΟΚ με τα κοινωνικά του ερείσματα, έντασης της κινητικότητας στους κοινωνικούς χώρους, έκρηξης κοινωνικών αγώνων που χαρακτηρίζονται όμως από «δειλία», αμηχανία, αποσπασματικότητα. Τα αποτελέσματα αυτής της περιόδου καταγράφονται ανάγλυφα στο εκλογικό αποτέλεσμα των Δ86 που κλείνουν ταυτόχρονα αυτήν την φάση ανοίγοντας την επομένη. 2) Οκτώβριος 1986 - τέλη Φλεβάρη 1987. Περίοδος κορύφωσης των κοινωνικών αγώνων. Οι Δ86 καταγράφοντας τις κοινωνικές διεργασίες που έχουν συντελεστεί την προηγούμενη περίοδο στο αποτέλεσμα τους, διαμορφώνουν μια δυναμική που επιταχύνει σημαντικά τις εξελίξεις. Οι κοινοτικοί αγώνες θα κορυφωθούν με τρεις γενικές απεργίες (15 Γενάρη, 12 και 16 Φλεβάρη)που θα απειλήσουν σοβαρά την εισοδηματική πολιτική. Η φάση αυτή κλείνει τέλη Φλεβάρη εξαιτίας της υποχώρησης του ΚΚΕ που ακύρωσε την δυναμική του απεργιακού κινήματος.
3) Μάρτης 1987 μέχρι σήμερα. Η φάση που ακολουθεί την κορύφωση των απεργιακών αγώνων και διαρκεί μέχρι σήμερα (Δεκέμβρης 1987) είναι φάση ύφεσης και αποκλιμάκωσης αλλά διατήρησης των απεργιών κατά χώρο.
Παράλληλα αναπτύσσονται τα δυο τελευταία χρόνια μαζικοί νεολαιίστικοι αγώνες που όμως μέχρι στιγμής δεν έχουν κατορθώσει να συναρθρωθούν με το εργατικό κίνημα.
Μπορούμε να διακρίνουμε και εδώ τρεις «στιγμές» 1) Πολυτεχνείο 1985: έκρηξη της νεολαιίστικης οργής. 2) Οκτώβριος Δεκέμβριος 1986. Ανάπτυξη μαθητικού κινήματος (καταλήψεις πολυκλαδικών, πορεία «120» και υπό την επίδραση των αγώνων στην Γαλλία Ισπανία. 3) Οκτώβριος Δεκέμβριος 1987 το νέο κίνημα των καταλήψεων (φοιτητές, σπουδαστές). Τέλος αναπτύσσονται αυτήν τη διετία έντονες και ορισμένες φορές βίαιες αλλά αποσπασματικές αγροτικές κινητοποιήσεις. Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στην ύπαιθρο επιδεινώθηκαν λόγω συγκυριακών αλλά σοβαρών λόγων (Τσερνομπίλ, παγετός, καύσωνας) οδηγώντας ένα μέρος των αγροτών σε πραγματική απόγνωση (Βλ. π.χ. αυτοπυρπολισμό). Το 1986, πραγματοποιήθηκαν δυο φορές Μάρτης Δεκέμβρης, μεγάλα αγροτικά συλλαλητήρια, με συγκρούσεις στη Β. Ελλάδα, συγκεντρώνει σε 20 πόλεις, καταλήψεις δρόμων κλπ.
Το 1987 αναπτύχθηκαν μεγάλες κινητοποιήσεις τον Φλεβάρη, που συμπέσανε με τις γενικές απεργίες σε 38 νομούς της χώρας. 1. Οκτώβριος 1985 - Οκτώβριος 1986 (Δημοτικές εκλογές)
Οι απεργίες στους χώρους τον εργαζομένων αυξάνονται με ταχύτατο ρυθμό. Όπως φαίνεται καθαρά και στον πίνακα 1 (είτε με την εκδοχή του Υπουργείου είτε της ΕΣΑΚ) η αύξηση των απεργών και των χαμένων ωρών εργασίας είναι θεαματική.
Το 1985 θα κλείσει έχοντας στον απολογισμό του τη μεγάλη γενική απεργία της 14ης Νοεμβρίου, το δικαστικό πραξικόπημα της ΓΣΕΕ, τη διάσπαση της ΠΑΣΚΕ. Την ίδια περίοδο η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ θα χρεωθεί τη δολοφονία του Μ. Καλτεζά και το όργιο της κρατικής και παρακρατικής τρομοκρατίας στην πορεία του Πολυτεχνείου.
Η δολοφονία του 15χρονου ήταν απλά η αφορμή για να εκδηλωθεί η συσσωρευμένη αγανάκτηση της νεολαίας που παίρνει όλο και πιο συχνά τη μορφή των βίαιων εκρήξεων. Η κατάληψη σύγκρουση του Πολυτεχνείου '85 ήταν μια μαζική, νεολαιίστικη έκρηξη οργής, αυθόρμητη απάντηση στην κρατική καταστολή. Κοινωνικό υποκείμενο αυτής της έκρηξης ήταν όλα τα κομμάτια της νεολαίας: α) νεολαία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (μαθητές, σπουδαστές, φοιτητές), 6) εργαζόμενη νεολαία από λαϊκά και εργατικά στρώματα που για πρώτη φορά κατέβηκε τόσο μαζικά στο κέντρο της Αθήνας από τις γειτονιές, γ) η περιθωριοποιημένη νεολαία (άνεργοι, υποαπασχολούμενοι, μαύρη εργασία κλπ.).
Οι κοινωνικές αιτίες που γεννούν τις εκρήξεις της νεολαίας τα τελευταία χρόνια είναι γνωστές. Οι επιπτώσεις της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης πάνω της είναι σκληρές.
Η ανεργία, η κρίση της εκπαίδευσης, η εντεινόμενη καταστολή και ο ρατσισμός συσσώρευσαν μέσα στη νεολαία μια τεράστια δυσφορία.
Η εργατική απεργία και η νεολαιίστικη εξέγερση αν και πρόκειται για δυο κοινωνικές κινήσεις ιδίας κατεύθυνσης, αντίσταση στην καπιταλιστική επίθεση (ανεργία, καταστολή κλπ.), εντούτοις δεν έγινε δυνατό να συμπέσουν και να συναρθρωθούν πολιτικά. Ήταν όμως αρκετές για να ανατρέψουν το συνολικό κλίμα σε βάρος του ΠΑΣΟΚ.
Οι κοινωνικοί αγώνες των εργαζομένων θα συνεχιστούν αμείωτοι το 1986. Οι απεργιακοί αγώνες και οι διαδηλώσεις - αν και κατακερματισμένοι σε διάφορους κλάδους - θα αρχίσουν να γίνονται αισθητά στη κεντρική πολιτική σκηνή από τον Μάρτη του '86.
Αποφασιστικός κρίκος είναι η Κοινή Ωφέλεια, αλλά τη πρώτη μαζική ένταση του '86 θα δώσει το βιομηχανικό προλεταριάτο. Με επίκεντρο τις προβληματικές επιχειρήσεις οι αγώνες στη βιομηχανία θα ενταθούν το καλοκαίρι του '86 χωρίς όμως σύνδεση και κεντρική εμφάνιση ακόμα.
Οι κοινωνικοί αγώνες και οι κοινωνικές διεργασίες του χρόνου που ακολούθησε την στροφή του ΠΑΣΟΚ θα αποκρυσταλλωθούν στο εκλογικό αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών (Οκτώβριος 1986).
Παρά την κυβερνητική γραμμή της υποτίμησης των εκλογών η πολιτικοποίηση πέρασε. Στο εκλογικό αποτέλεσμα συμπυκνώθηκαν: α) Η μεγάλη φθορά του ΠΑΣΟΚ. Το κοινωνικό μπλοκ της Αλλαγής πολώνεται.
Τα Εργατικά και λαϊκά τμήματα ψηφίζουν μαζικά υπέρ της Συμπαράταξης καθηλώνοντας το ΠΑΣΟΚ σ' όλες τις εργατικές περιοχές. (Βλ. Σχολιαστής τεύχος 44, 11 1986).
6) Η άνοδος της ΝΔ. Όχι μόνο διατήρησε σταθερό το ποσοστό το>ν εκλογών του '85 αλλά διαφάνηκε και μικρή αύξηση της.
Αντίστροφα με την κίνηση των εργατικών λαϊκών τμημάτων της «Αλλαγής», τα μικροαστικά τμήματα της, ιδιαίτερα στους 3 μεγάλους Δήμους της χώρας, εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ προς τα Δεξιά. (βλέπε ο.π.).
Η γενικευμένη πολιτική αποδοκιμασία του ΠΑΣΟΚ φάνηκε και στο 6' γύρο, όπου πλέον η γραμμή πολιτικοποίησης από το ΠΑΣΟΚ με σημαία το «αντιδεξιό μέτωπο» απέτυχε και αυτή παταγωδώς, όπως δείχνει το αυξημένο ποσοστό των λευκών. 2. Οκτώβριος 1986 - τέλη Φλεβάρη 1987
Οι κοινωνικοί αγώνες που συνεχίζονται μετά τις δημοτικές εκλογές προσλαμβάνουν δυναμικότερο χαρακτήρα (και λόγο) του κλίματος που πυροδοτείται από τις εκλογές).
Η επανεμφάνιση του βιομηχανικού συνδικαλισμού που για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα κινήθηκε σε μερικά ή τοπικά επίπεδα θα γνωρίσει μια ποιοτική τομή με τη μεγάλη απεργία της ΛΑΡΚΟ και την κεντρική διαδήλωσή της στο κέντρο της Αθήνας. Ας σημειωθεί εδώ ότι σ' όλη αυτή τη φάση η ένταση της καταστολής των ΜΑΤ στους βιομηχανικούς χώρους και η αφαίρεση καταπάτηση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων στη βιομηχανία είναι βασικό χαρακτηριστικό.
Το 1986 όμως θα κλείσει με μία σημαντική νίκη για το εργατικό κίνημα που θα καταγραφεί σαν τέτοια σ' όλους τους εργασιακούς χώρους. Η μεγάλη απεργία των ΠΟΠΟΤΑ με μια πρωτοφανή μαζικότητα θα αναγκάσει την κυβέρνηση σε άτακτη υποχώρηση, αφού πρώτα οι εργαζόμενοι καταπάτησαν την πολιτική επιστράτευση στην οποία είχε καταφύγει. Είναι πολύ χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η κυβέρνηση υποχώρησε τη στιγμή που είδε ότι ούτε η καταστολή των ΜΑΤ, ούτε η πολυήμερη απεργία είχε καταπονήσει τους εργαζόμενους, αλλά επιπλέον είχε αρχίσει να διαμορφώνεται από τα κάτω μέτωπο συμπαράστασης με πρώτους τους οικοδόμους (η μεγάλη πλειοψηφία των εκτάκτων υπαλλήλων των ΟΤΑ που απειλούνταν με απόλυση είναι άνεργοι οικοδόμοι). Η νίκη των ΠΟΠΟΤΑ και το απεργιακό ρεύμα που στο τέλος του '86 βρίσκεται σε κορύφωση θα οδηγήσουν στην ένταση του πρώτου διμήνου του '87.
Το τέλος του '86 όμως θα σημαδευθεί και από μια άλλη σημαντική κοινωνική κινητοποίηση: την επανεμφάνιση του μαθητικού κινήματος.
Έκφραση των οξυτάτων αντιθέσεων μέσα στη νεολαία της κρίσης της εκπαίδευσης που επιδεινώνει η οικονομική και κοινωνική κρίση καθώς και της συνολικής αστικής επίθεσης στο χώρο της εκπαίδευσης, το μαθητικό κίνημα του '86 θα υπάρξει για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση κατά τρόπο αυθεντικό. Ξεκινώντας από τις αντιθέσεις του χώρου του, χωρίς την κυριαρχία του φοιτητικού κινήματος επάνω του και την εξ' επαγωγής αναπαραγωγή του, το μαθητικό κίνημα θα αποτελέσει το προπομπό του φετινού «θερμού» φοιτητικού χειμώνα.
Οι καταλήψεις στα «Πολυκλαδικά» Λύκεια (το πιο υποτιμημένο κομμάτι του μαθητικού χώρου) θα είναι πρωτοφανής για το ιστορικό μαθητικό κίνημα μέθοδος πάλης. Οι ζυμώσεις στον μαθητικό χώρο θα κορυφωθούν με τη μεγαλύτερη (από το '74) μαθητική διαδήλωση που οργάνωσαν 120 Λύκεια της Αθήνας.
To '87 λοιπόν θα ξεκινήσει βρίσκοντας πολλούς κοινωνικούς χώρους σε αναβρασμό. Το κλίμα αυτό θα οδηγήσει σε τρεις αλλεπάλληλες γενικές απεργίες τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο. Οι απεργίες που συνεχίζονται κατά κλάδο στο ενδιάμεσο διάστημα θα δώσουν στις απεργίες του Φεβρουαρίου το χαρακτήρα της συνολικής κλιμάκωσης των αγώνων. Πολύ περισσότερο αφού σ' εκείνες τις απεργίες εκτός από το σύνολο του ιδιωτικού και ημιδημόσιου τομέα και την ΑΔΕΔΥ συμπαρατάχθηκαν και οι επαγγελματοβιοτέχνες.
Οι γενικές απεργίες του Φλεβάρη '87 είναι η κορύφωση του εργατικού κινήματος. Το κλίμα που έχει δημιουργηθεί θα ενισχυθεί με την εξέλιξη δύο «άγριων» απεργιών: της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ και της ΟΤΟΕ.
Για πρώτη φορά, τουλάχιστον στη μεταπολίτευση, το εργατικό κίνημα έθετε τη δικιά του σφραγίδα στους κοινωνικούς αγώνες και επενέβαινε σαν αυτόνομος παράγοντας στην πολιτική σκηνή. Η δυναμική που ακυρώθηκε τη στιγμή εκείνη, με την άνευ όρων υποχώρηση του ΚΚΕ, υπήρξε τεράστια.
Το απεργιακό κίνημα ήταν σε θέση τη στιγμή εκείνη να ανατρέψει την εισοδηματική πολιτική, πράγμα που θα άνοιγε μια εντελώς νέα φάση συνολικά για το λαϊκό κίνημα και την πολιτική σκηνή.
Μια τέτοια εξέλιξη είχε γίνει ήδη από το Δεκέμβριο του '86 άμεσα ορατή από τα επιτελεία του κεφαλαίου, του Τύπου και της κυβέρνησης. Ο ίδιος ο Παπανδρέου είχε κηρύξει την επίθεση ενάντια στα «ρετιρέ» του ημιδημόσιου τομέα, για να πάρει τη σκυτάλη το ΒΗΜΑ σε μια πρωτοφανή επίθεση συκοφάντησης και διαστρέβλωσης των απεργιακών κινητοποιήσεων. 3. Μάρτης 1987 · Σήμερα
Το μπλοκάρισμα των κοινωνικών αγώνων δεν θα βγάλει μόνο το ΠΑΣΟΚ από τη δύσκολη θέση της σύγκρουσης με τους εργαζόμενους.
Θα καταδικάσει σε μαρασμό όλο το εργατικό κίνημα: από το Μάρτη και μετά το θερμόμετρο πέφτει κατακόρυφα και η απογοήτευση των εργαζομένων θα αντικαταστήσει την αγωνιστικότητα του προηγούμενου τετραμήνου. Οι απεργίες που βέβαια θα συνεχιστούν (αλλά σε κλαδικό ή τοπικό επίπεδο μόνο) δεν θα συνολικοποιηθούν παρά μόνο στο τέλος του '87 με τη νέα πανελλαδική Γενική Απεργία (15 12). Είναι όμως σαφές ότι η ακύρωση της δυναμικής στην αρχή του χρόνου έχει θέση σε γενική κρίση την αξιοπιστία των Συνδικάτων, των διοικήσεων τους, των κομματικών παρατάξεων.
Η διετία των αγώνων του εργατικού κινήματος και των εργαζόμενων ανέδειξε πολλά προβλήματα: τη γραφειοκρατικοποίηση των οργάνων, τη πολυδιάσπαση του συνδικαλιστικού κινήματος, την κομματικοποίηση και τη παρεμπόδιση της αυτόνομης ανάπτυξης του κινήματος, την κοινοβουλευτικοποίηση και την αδυναμία αγωνιστικής κλιμάκωσης και συντονισμού.
Η διετία όμως αυτή είχε ένα άμεσο αποτέλεσμα: μετατόπισε για πρώτη φορά από το '74 το επίκεντρο ανάπτυξης του λαϊκού κινήματος από το φοιτητικό κίνημα και τα νέα μικροαστικά στρώματα στο εργατικό κίνημα.
Εντούτοις οι τελευταίοι μήνες του 1987 θα κλείσουν με την φοιτητική και σπουδαστική έκρηξη.
Το φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα επανέρχεται στο προσκήνιο με εντελώς διαφορετικούς όρους απ' ότι στη μεταπολίτευση. Το «κίνημα του '87» είναι ένα κίνημα περισσότερο αυθόρμητο και λιγότερο πολιτικοποιημένο αλλά σαφώς πιο αυθεντικό. Ήδη κατάφερε να αποκρούσει τις απόπειρες καπιταλιστικής μεταρρύθμισης του πανεπιστημίου, ξανατόνωσε τις μαζικές διαδικασίες που είχαν περιέλθει σε κρίση, δημιούργησε μια νέα πολιτικοποίηση καταρρίπτοντας το μύθο της απολίτικης και συντηρητικής νεολαίας.
Το κίνημα αυτό μπορεί συγκυριακά να ατονήσει. Πιστεύουμε όμως ότι οι αντιθέσεις που έχουν συσσωρευτεί στην ελληνική εκπαίδευση είναι τόσο μεγάλες και ιστορικές ώστε δεν μπορούν να επιλυθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η διατήρηση του νεολαιίστικου κινήματος στο προσκήνιο για μεγάλο χρονικό διάστημα είναι πολύ πιθανή. Οι ανακατατάξεις στις κοινωνικές συμμαχίες την τελευταία διετία 19851987
Την τελευταία διετία έχουν συντελεστεί στην ελληνική κοινωνία σημαντικές ανακατατάξεις των κοινωνικών συμμαχιών.
Οι ανακατατάξεις αυτές που πιστοποιήθηκαν τόσο στα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών του '86 όσο και στα επιμέρους αποτελέσματα των εκλογών στους διάφορους κοινωνικούς χώρους, ενισχύουν ακόμη περισσότερο ένα φαινόμενο που είχε χαρακτηρίσει έντονα τις βουλευτικές εκλογές του 1985. Την ταξική πόλωση της ελληνικής κοινωνίας που αντανακλάται στην κοινωνική εκλογική βάση των πολιτικών κομμάτων. Σ' αυτή τη διετία εκδηλώνεται η διάρρηξη της κοινωνικής συμμαχίας της «Αλλαγής» και ενισχύεται η κοινωνική συμμαχία της «Δεξιάς».
Συγκεκριμένα συντελείται η ολοκλήρωση της δεξιάς στροφής των νέων μικροαστικών στρωμάτων (γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί κλπ.). Η στροφή άρχισε αμέσως μετά το '81, συντελέστηκε κατά βάση στην περίοδο 19811985 αλλά συνεχίστηκε αμείωτα στη διετία αυτή (βλέπε πίνακα 2 και παράρτημα).
Συντελείται επίσης δεξιά μεταστροφή σε τμήμα των αγροτικών στρωμάτων του οποίου δεν γνωρίζουμε τον ταξικό προσδιορισμό. Το σίγουρο είναι ότι το ΠΑΣΟΚ έχασε 15% περίπου της επιρροής του που καρπώθηκε εξ ολοκλήρου η ΝΔ. (Βλέπε Παράρτημα). Συνολικά πάντως το ΠΑΣΟΚ εξακολουθεί να είναι ηγεμονικό στα αγροτικά στρώματα. Αυτήν τη στιγμή αποτελούν την κυριότερη εκλογική βάση του.
Σ' αυτή τη διετία όμως, η διάρρηξη της κοινωνικής συμμαχίας της «Αλλαγής» αφορά επίσης και κυρίως τα μισθωτά εργατικά υπαλληλικά και δημοσιοϋπαλληλικά ερείσματα της. Αντίθετα με την ιδεολογική κατεύθυνση των μικροαστών και των αγροτών, η κίνηση των μαζών αυτών στρέφεται προς τα αριστερά.
Η φθορά του ΠΑΣΟΚ είναι ραγδαία και εντυπωσιακή. Στους βασικούς βιομηχανικούς κλάδους κυμαίνεται από 13% έως 47% της προηγούμενης δύναμης του. Στην Κοινή Ωφέλεια από 13% (ΠΟΣ) έως 65% (ΟΤΕ). Στις τράπεζες σχεδόν 14% και στους δημόσιους υπαλλήλους σχεδόν 47%!
Η αποδέσμευση αυτή από το ΠΑΣΟΚ έχει εκφραστεί σε συνδικαλιστικό επίπεδο με την αυτόνομη συγκρότηση του ρεύματος της ΣΣΕΚ, της ΣΕΑΚ κλπ.
Και σ' αυτούς όμως τους χώρους υπάρχει μια μικρή ενίσχυση της δεξιάς. (βλ. πίνακα).
Το φαινόμενο αυτό είναι πολύ σημαντικό. Όπως φάνηκε και στις Δ86 διαμορφώνεται σήμερα η τάση αυτονόμησης της εργατικής τάξης και γενικότερα των μισθωτών.
Είναι πιθανό δε να υπάρξει και ιδεολογική χειραφέτηση από τα νέα μικροαστικά στρώματα που διαδραμάτισαν, τόσο προδικτατορικά όσο και μεταπολιτευτικά ηγεμονικό ρόλο στους ταξικούς αγώνες.
Από αυτήν την άποψη είναι ενδεικτική και ενθαρρυντική η κοινωνική σύνθεση της ΣΣΕΚ όπως και η εκλογική «γεωγραφία» της.
Σήμερα η ΣΣΕΚ συγκεντρώνει 1015% στους βασικούς βιομηχανικούς κλάδους, 20% στην Κοινή Ωφέλεια, και 10% στις τράπεζες με ανοδική τάση. Η ΣΕΑΚ διαθέτει 2025% στους δημόσιους υπαλλήλους. Αντίθετα το ρεύμα αυτό είναι ανύπαρκτο στα νέα μικροαστικά στρώματα (1,1% στο TEE, μικρή επιρροή στο ΟΒΕ), στους αγρότες, και στα «μεσαία στρώματα». (Βλ. Παράρτημα).
3. Η πολιτική σκηνή σήμερα
Α. Το ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίζεται σήμερα από τη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας του. Η αντίφαση τον, σαν κόμμα διαχειριστής της κρατικής εξουσίας από τη μια και κόμμα εκφραστής των λαϊκών μαζών από την άλλη, έχει βαθύνει. Καμιά πολιτική κίνηση της ηγεσίας του δεν μπόρεσε να την περιορίσει και να την διαχειρισθεί.
Όλες οι πρωτοβουλίες που προσπάθησε να υλοποιήσει το ΠΑΣΟΚ σ' αυτή τη διετία απέτυχαν παταγωδώς:
• η πρόταση του «Εθνικού Διαλόγου» που απέβλεπε στη συναίνεση με την Αριστερά στα κοινωνικοοικονομικά ζητήματα απέτυχε φυσιολογικά: η πολιτική υπέρ του κεφαλαίου αποδείχθηκε μονόδρομος κατά των εργαζομένων. Το θερμόμετρο των κοινωνικών αγώνων δυο φορές παραλίγο να σπάσει τα όρια ανοχής και να ανατρέψει την εισοδηματική πολιτική.
• η αναζήτηση σεναρίων σύγκλισης με μερίδες της Δεξιάς υπό την ηγεμονία του ΠΑΣΟΚ τινάχθηκε στον αέρα με την καθίζηση των Δημοτικών εκλογών. Ο πολιτικός αέρας απέναντι στο Μητσοτάκη εξανεμίστηκε.
• η ίδια η κυβερνητική πολιτική δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να χαρακτηρίζεται από πρωτοφανή αναποτελεσματικότητα. Το ΠΑΣΟΚ απέτυχε στην προσπάθεια να δώσει τουλάχιστον την εικόνα της «ήρεμης δύναμης» που διαχειρίζεται το Κράτος. Τα σκάνδαλα που ξέσπασαν το ένα πίσω από το άλλο μετά τις Δημοτικές ενίσχυσαν την εικόνα της αναξιοπιστίας και της αφερεγγυότητας του κυβερνητικού φορέα.
• Η πολιτική της «ανασυγκρότησης» του κόμματος αποδείχθηκε μέσα στο πολιτικό και κοινωνικό κλίμα ένα μεγάλο φιάσκο. Οι ίδιοι οι εμπνευστές της όπως ο Λαλιώτης δηλώνουν σήμερα ότι «ανασυγκρότηση» του κόμματος χωρίς πολιτικό ρεύμα είναι αδύνατη. Η διάλυση του κομματικού μηχανισμού είναι σήμερα μη αντιστρέψιμη: στα δύο χρόνια της λιτότητας βρέθηκαν εκτός κινήματος πάνω από το 60% των μελών του, ενώ ένας ακόμη μεγάλος αριθμός αδρανοποιήθηκε. (Βλ. πίνακα 3 και διάγραμμα). Η κοινωνική μετάλλαξη τον ΠΑΣΟΚ με την απώλεια των μισθωτών και εργατικών στρωμάτων είναι ολοφάνερη. (Στον πίνακα 4 παραθέτουμε την κοινωνική σύνθεση των επιτροπών ανασυγκρότησης του ΠΑΣΟΚ, που εξάγουμε από επεξεργασία των ονομάτων όπως δημοσιεύθηκαν στην Ελευθεροτυπία (5 11 87) και στον πίνακα 5 την σύνθεση κατά κοινωνικούς χώρους της ΚΕ της ΣΣΕΚ καθώς και της διευρυμένης σύσκεψης στελεχών του μαζικού κινήματος, που πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία της (Μάιος 1987). Η αντιπαραβολή των στοιχείων είναι εύγλωττη).
• Απέτυχε τέλος (προς το παρόν) η προσπάθεια μιας συνολικής αναδόμησης της
φυσιογνωμίας της οργάνωσης. Το νέο «ιδεολογικό Μανιφέστο» και η ένταξη στη Σοσιαλιστική Διεθνή δεν ολοκληρώθηκαν.
Το ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίζεται σήμερα από μια διπλή απομόνωση: κοινωνική και πολιτική.
Μετά την δεξιά στροφή της οικονομικής πολιτικής και την σταθεροποίηση της λιτότητας προσπάθησε να απαντήσει στη λαϊκή δυσαρέσκεια και στους κοινωνικούς αγώνες με τη στρατηγική της αναδιάρθρωσης των κοινωνικών συμμαχιών του. Οι συμμαχίες του με μερίδες του κεφαλαίου, διαμεσολαβούμενες από την κυβερνητική πολιτική και το χτύπημα των λαϊκών μαζών, προχώρησαν σε σημαντικό βαθμό. Ας μη ξεχνάμε επίσης ότι μια σημαντική πλευρά των σκανδάλων υπήρξε η «αποκάλυψη» των διαπλοκών μεταξύ στελεχών του ΠΑΣΟΚ και κορυφών του Κεφαλαίου.
Παρ' όλα αυτά το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να «κερδίσει» την εμπιστοσύνη των μερίδων αυτών, να μετασχηματίσει τη συμμαχία του σε σχέση εκπροσώπησης μαζί τους. Οι μερίδες αυτές εξακολουθούν να εκπροσωπούνται στο σύνολο τους όπως έδειξαν και οι Δημοτικές εκλογές του '86 και οι εκλογές στα Εμπορικά Βιομηχανικά Επιμελητήρια πριν λίγες μέρες, στο κατεξοχήν αστικό κόμμα της Ν.Δ. (Βλέπε Παράρτημα).
Το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε σε μια διπλή κρίση όσον αφορά τις κοινωνικές του συμμαχίες: απώλεσε ένα μεγάλο μέρος της εργατικής και λαϊκής γενικότερα υποστήριξης που απολάμβανε, και από την άλλη μεριά όχι μόνο δεν κέρδισε την υποστήριξη αστικών μερίδων αλλά επιπλέον ολοκληρώθηκε (έχει αρχίσει αμέσως μετά το 81) η στροφή προς τη Δεξιά των παραδοσιακών μικροαστικών στρωμάτων (όπως έδειξαν άλλωστε και τα Βιοτεχνικά και Επαγγελματικά Επιμελητήρια) και των νέων μικροαστικών στρωμάτων όπως είπαμε προηγούμενα. Το ΠΑΣΟΚ είναι σήμερα μειοψηφία μέσα στην κοινωνία.
Η κοινωνική απομόνωση του ΠΑΣΟΚ μπορεί να μας εξηγήσει σαφώς και την απομόνωση του στην πολιτική σκηνή. Από την απλή αναλογική μέχρι την «ελεύθερη» ραδιοφωνία και από τον Τρίτση μέχρι τον Τόμπρα το ΠΑΣΟΚ δεν έχει πια το ρόλο του ηγεμόνα της πολιτικής σκηνής.
Ένα άλλο στοιχείο επίσης που βαθαίνει την πολιτική του δυσκαμψία είναι η απόσταση που αρχίζει να κρατά απέναντι του μεγάλο μέρος του συμπολιτευόμενου Τύπου, όπως αναγνώρισε και ο ίδιος ο Παπανδρέου. Το στοιχείο αυτό έγινε το τελευταίο καιρό πολύ καθαρό στην περίπτωση του ΕΘΝΟΥΣ αλλά και στη διακριτική υποστήριξη του ΒΗΜΑΤΟΣ στον Σημίτη.
Το ερώτημα που τίθεται είναι αν τελικά το ΠΑΣΟΚ θα καταφέρει να αντιστρέψει όλη αυτή την κατάσταση.
Υπάρχει η άποψη που υποστήριζε ότι με το τέλος του «σταθεροποιητικού» προγράμματος και της λιτότητας, η επιστροφή σε μια πολιτική κοινωνικών παροχών και κάποια ανοίγματα «δημοκρατικού» χαρακτήρα (συνέδριο ΓΣΕΕ, απλή αναλογική κλπ.) θα επανέφεραν το ΠΑΣΟΚ σε μια ηγεμονική πολιτική θέση.
Η άποψη αυτή είναι κατά τη γνώμη μας λαθεμένη. Πριν απ' όλα πρέπει να μη ξεχνάμε ότι η οικονομική πολιτική του '85 δεν ήταν απλώς μία πολιτική εισοδηματική. Η οικονομική πολιτική του '85 εγκαινίασε τη συνολική κρατική υποβοήθηση της επίθεσης του Κεφαλαίου για αναδιάρθρωση της παραγωγής, πολιτική που δεν έχει μόνο ένα «εισοδηματικό» χαρακτήρα, είναι αντίθετα κατά πολύ ευρύτερη.
Μια μερική τροποποίηση (ή και άρση) της εισοδηματικής πολιτικής ούτε ανατρέπει τη συνολική κρατική πολιτική του κεφαλαίου ούτε βέβαια αρκεί για να ξαναθέσει στο προσκήνιο το ΠΑΣΟΚ. Προφανώς η κυβέρνηση θα επιχειρήσει κάποια βήματα αντιστροφής του σημερινού πολιτικού κλίματος.
Μια τέτοια προσπάθεια άλλωστε ξεκίνησε με την μερική αναθεώρηση της εισοδηματικής πολιτικής που οδήγησε στην παραίτηση Σημίτη. Όμως ακόμα κι αν τελικά τέτοιες κινήσεις υλοποιηθούν - πράγμα καθόλου αυτονόητο - δεν μπορούν να ξαναφέρουν το ΠΑΣΟΚ στην πρωτοκαθεδρία, κι αυτό γιατί: 1) η ίδια η έκταση της οικονομικής κρίσης όχι μόνο περιορίζει τα περιθώρια του κεφαλαίου για παραχωρήσεις, έτσι που οι απώλειες του εισοδήματος των εργαζομένων σ' αυτή τη διετία να μη καλύπτονται ούτε κατά διάνοια, αλλά και δεν έχει αναιρέσει σε τίποτα την συνολικότερη επίθεση τον κεφαλαίου (μερική απασχόληση, ελαστικό ωράριο, σύνδεση μισθού παραγωγικότητας, προβληματικές κλπ.).
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι την «αναθεώρηση» της εισοδηματικής πολιτικής και την παραίτηση Σημίτη ακολούθησε κορύφωση του απεργιακού κινήματος και η γενική Πανελλαδική Απεργία.
2) Τέτοιες πολιτικές κινήσεις επίσης, δεν μπορούν να αποκαταστήσουν την κοινωνική συμμαχία της Αλλαγής. Η διάρρηξη της είναι γεγονός μη αντιστρέψιμο.
Ακόμα κι αν δεχτούμε ότι τα εργατικά και λαϊκά στρώματα που έχουν εγκαταλείψει σήμερα το ΠΑΣΟΚ θα επέστρεφαν σ' αυτό (τουλάχιστον εκλογικά) λόγω ανυπαρξίας άλλου φορέα ή μπροστά στο κίνδυνο της Δεξιάς - αντίληψη που υποτιμά κατά τη γνώμη μας το πολιτικό αισθητήριο των λαϊκών μαζών και υπερτιμά τις δυνατότητες της κρατικής πολιτικής - και πάλι το ΠΑΣΟΚ δεν θα ήταν πρώτο κόμμα. Κι αυτό γιατί η διάρρηξη της κοινωνικής συμμαχίας της Αλλαγής έχει συντελεστεί όπως δείξαμε και προς τη Δεξιά. Αυτή η μετατόπιση είναι ολοκληρωτικά χαμένη για το ΠΑΣΟΚ. Για τα στρώματα αυτά η μόνη αποτελεσματική και δυναμική πολιτική λύση εξουσίας είναι η Ν.Δ.
3) Στο έδαφος αυτής της κρίσης των κοινωνικών στηριγμάτων του ΠΑΣΟΚ, ένα σενάριο ανάλογο μ' αυτό του «Καραμανλή» το 1985 δεν μπορεί να αποδώσει. Το «ανάλογο» αυτό σενάριο είναι φυσικά οι Βάσεις. Διώχνοντας τις βάσεις ή κάποιες βάσεις λέει μια τέτοια άποψη, το ΠΑΣΟΚ έχει τη δυνατότητα να «πολώσει» προς το μέρος του το σύνολο των λαϊκών μαζών, να εκβιάσει τις μάζες του ΚΚΕ και να κερδίσει τις εκλογές κατηγορώντας ίσως τη Ν.Δ. για μειοδοσία.
Πέρα από το γεγονός ότι κάτι τέτοιο (αν η βούληση για τις Βάσεις ήταν πραγματική) θα έθετε σε κίνδυνο συνολικά την νέα ελληνοαμερικανική ιμπεριαλιστική συμμαχία, που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επεδίωξε σ1 όλα τα επίπεδα (οικονομικό, στρατιωτικό, εξωτερική πολιτική), υπάρχουν δυο ακόμη σημαντικά στοιχεία: α) όπως επισημαίνει και το ΒΗΜΑ, αν υπάρχει ένα πεδίο που η συνολική εικόνα του ΠΑΣΟΚ είναι θετική (λόγω «ανεξάρτητης» και «αδέσμευτης» πολιτικής) αυτό είναι το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Δεν είναι όμως αυτό το πεδίο που εκφράζει την σημερινή κρίση του ΠΑΣΟΚ.
6) για να είναι αποδοτική μια τέτοια κεντρική πολιτική κίνηση πρέπει το κοινωνικό μπλοκ στη βάση να είναι συγκροτημένο και σχετικά αρραγές. Αν η κίνηση του «Καραμανλή» το Μάρτη του '85 ήταν πετυχημένη είναι γιατί το ΠΑΣΟΚ τότε στηριζόταν σε μια αδιάσπαστη κοινωνική συμμαχία. Η κίνηση αυτή της έδωσε τον αέρα της κινητοποίησης και της νίκης, δεν ήταν όμως αυτή που την συγκρότησε.
Μια ανάλογη κίνηση για τις βάσεις σήμερα κινδυνεύει να αποδειχθεί απλώς τυχοδιωκτική.
Σημαίνουν μήπως όλ' αυτά ότι το ΠΑΣΟΚ είναι καταδικασμένο; Σήμερα - Γενάρης 1988 - σε επίπεδο εκλογών ναι, είναι πιστεύουμε φανερό. Σε επίπεδο όμως μακροπρόθεσμης πολιτικής σκηνής, όχι.
Το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να χάνει τις εκλογές, θα προσπαθήσει παρ' όλα αυτά να μονιμοποιήσει την παρουσία του στην πολιτική σκηνή.
Η μετατροπή του σε τυπικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ευρωπαϊκού τύπου, η δημιουργία Σχολής κομματικών στελεχών, η απόκτηση ιδιόκτητων γραφείων, το Κέντρο Σοσιαλιστικών Μελετών προετοιμάζουν την μόνιμη παρουσία του στη μελλοντική πολιτική σκηνή και τη θεσμική κατοχύρωση των διαπλοκών του με τις κορυφές του Κράτους και του Κεφαλαίου.
Ιδιαίτερη βαρύτητα για την έκβαση του εγχειρήματος προσλαμβάνει η μορφοποίηση για πρώτη φορά τάσεων στις κορυφές της ηγεσίας του.
Άτυπα άρχισε να υλοποιείται μετά την Δ86 - ονομάστηκε «άτυπος ανασχηματισμός: α) Κουτσόγιωργας, «κεντρογενής» κράτος. 6) Σημίτης, «τεχνοκράτης», οικονομία, γ) Γεννηματάς, «σοσιαλιστής», Κράτος Πρόνοιας. Σήμερα. μετά την αποπομπή του Σημίτη και την περιθωριοποίηση Γεννηματά που θα δεχθεί τα πυρά του εργατικού κινήματος... οι τάσεις διαμορφώνονται ως εξής:
Από τη μια η συμμαχία Λαλιώτη Τζουμάκα (ΕΓ«κόμμα») - «Συνδικαλιστών» που υποστηρίζει ο Γ. Παπανδρέου με πεδίο αρμοδιότητας την ανασυγκρότηση τον κόμματος. Από την άλλη ο κεντρογενής λαϊκισμός Κουτσόγιωργα Λιβάνη με πεδίο αρμοδιότητας την ανατροπή της κυβερνητικής εικόνας και του δυσμενούς πολιτικού κλίματος.
Το ΠΑΣΟΚ δεν θα καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος, θα προσπαθήσει να μονιμοποιηθεί μεταλλάσσοντας τη μεταπολιτευτική του φυσιογνωμία.
Το ερώτημα αν το εγχείρημα αυτό πετύχει και σε ποια έκταση είναι κάτι που δεν μπορεί να είναι σήμερα γνωστό, θα εξαρτηθεί από το γενικότερο πολιτικό ιδεολογικό κλίμα της χώρας και σε μεγάλο βαθμό από την κίνηση στα επόμενα χρόνια της εργατικής τάξης. Αυτό που είναι σίγουρο όμως είναι ότι το ΠΑΣΟΚ, μετά από όλη την εμπειρία διαχείρισης της καπιταλιστικής εξουσίας από το 1981, δεν θα είναι το κόμμα της (έστω και θολής) σοσιαλιστικής επαγγελίας και του αντιιμπεριαλισμού, όπως υπήρξε στην μεταπολίτευση.
Η «απορρόφηση» του από το σύστημα θα είναι ολοκληρωτική, όπως φάνηκε και στην περίπτωση του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και σ' αυτή του Ισπανικού.
Ως προς το στοίχημα της μετάλλαξης και μονιμοποίησης του το ΠΑΣΟΚ διαθέτει σε δύο συγκυριακά μέτωπα την πρωτοβουλία των κινήσεων: στον χρόνο των εκλογών και στον εκλογικό νόμο. Λεν υπάρχει αμφιβολία πως η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ θα οδηγήσει το κόμμα στις εκλογές με τους καλύτερους δυνατούς όρους ως προς τα δύο αυτά μέτωπα, επιχειρώντας τις καλύτερες δυνατόν υποθήκες για τις μετεκλογικές εξελίξεις.
Σοβαρό τέλος ερώτημα αποτελεί ο ίδιος ο Α. Παπανδρέου: μέχρι στιγμής δεν έχει διαφανεί αν θα οδηγήσει ο ίδιος το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές, ακόμα και με ενδεχόμενο εκλογικής ήττας ή θα επιλέξει τη μεταπήδηση σε «τιμητικά» αξιώματα.
Β. Η Ν.Δ. σήμερα είναι αναμφισβήτητα η πρώτη πολιτική δύναμη. Από εκτίμηση με βάση τα αποτελέσματα των Δ86 και των εκλογών σ' όλους τους κοινωνικούς χώρους, η ΝΔ αυτή τη στιγμή - Γενάρης '88 - κινείται μεταξύ 43% 45%.
Το γεγονός αυτό οφείλεται σ' ένα μεγάλο βαθμό στην εκπληκτική ενότητα της κοινωνικής της βάσης, ενότητα που έχει αποκρυσταλλωθεί σε ένα πρωτοφανές για αστικό κόμμα κομματικό μηχανισμό. Βλ. πίνακα 3 και διάγραμμα. Η ενότητα αυτή είναι ο βασικός παράγοντας της πολιτικής χρεοκοπίας στελεχών όπως ο Στεφανόπουλος, ο Μπούτος, ο Ράλλης και άλλοι. Ο Μητσοτάκης, με όπλο το μηχανισμό αυτό, κατάφερε να σταθεροποιηθεί στην κορυφή της Ν.Δ. παρά την δεδηλωμένη αντίθεση όλης της ιστορικής ηγεσίας της Δεξιάς (πλην του Αβέρωφ) στο πρόσωπο του. Για την Ν.Δ. το πρόβλημα της ηγεσίας και της εμφάνισης της λύθηκε ντεφάκτο, ακυρώνοντας κάθε σκέψη και φιλοδοξία του Καραμανλή και των φίλων του.
Το βασικότερο πρόβλημα για τη Ν.Δ. σήμερα δεν είναι ούτε η ηγεσία της, ούτε το αν είναι πρώτο κόμμα. Το πρόβλημα βρίσκεται αλλού: πριν απ' όλα η Ν.Δ. θα πρέπει να πείσει τις μάζες που έχει συσπειρώσει μ' ένα αντιπολιτευτικό λαϊκισμό, για την ανάγκη θυσιών και (μεγαλύτερης ίσως) λιτότητας, πράγμα καθόλου εύκολο γι' αυτήν.
Η Ν.Δ. εμπλέκοντας τις δεξιές μάζες στην πολιτική εσωτερίκευσε σαν καταναγκασμό αυτή την πολιτική της. Τα πρώτα αποτελέσματα αυτής της αντίφασης έχουν διαφανεί στην πρακτική των συνδικαλιστών της ΔΑΚΕ (όπου πολλές φορές πλειοδοτούν αγωνιστικά), αποκρυσταλλώθηκαν όμως έντονα στις διαμάχες μέσα στην ΟΝΝΕΔ στο συνέδριο της (πραξικοπηματική επιβολή Βουλγαράκη) και στη γραμμή της στις καταλήψεις των ΑΕΙ όπου συγκρούστηκαν έντονα δυο διαφορετικές πολιτικές γραμμές (Βουλγαράκης Χατζηδάκης). Μια άμεση εμφάνιση της αντίφασης αυτής αποτελεί και ο ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ: αντανακλά στο χώρο του Τύπου την άνοδο του δεξιού λαϊκισμού μετά τα μέτρα του '85, άνοδος που είναι καταλυτική. Όπως φαίνεται και στον πίνακα 6 (και διάγραμμα) ο Ε.Τ. (που αποτελεί την επίσημη «κομματική» εφημερίδα της Ν.Δ. σύμφωνα και με τις εσωτερικές εγκυκλίους) από τον Οκτώβριο του '85 έως και τον Αύγουστο του '87 παρουσίασε μια αύξηση των πωλήσεων του κατά 53,6% (44.481 φύλλα σε απόλυτο μέγεθος). Αντίθετα η έκφραση του ΠΑΣΟΚικού λαϊκισμού, η ΑΥΡΙΑΝΗ, σημείωσε πτώση στο ίδιο διάστημα 15,6%(19.120 φύλλα).
Εκτιμούμε πως η κοινωνική ενότητα της Ν.Δ. θα διαλυθεί πολύ ευκολότερα απ' αυτή του ΠΑΣΟΚ.
Το πρόβλημα όμως αυτό δεν αφορά μόνο τη δική της κοινωνική βάση. Τα πιο διορατικά και στρατηγικά επιτελεία της Ν.Δ. έχουν κατανοήσει τον ευρύτερο χαρακτήρα αυτής της αντίφασης. Ενώ η προοπτική διακυβέρνησης είναι ανοιχτή, οι ιδεολογικοί και κοινωνικοί όροι για την υλοποίηση του ακόμα πιο επιθετικού προγράμματος της είναι ανεπαρκείς. Σ' αυτό συνέβαλαν ως ένα σημείο και δυνάμεις της ίδιας της Ν.Δ. όπως επισήμαινε και επισημαίνει ακόμα σαν αντίφαση (αλλά και κίνδυνο) η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: «Διότι αυτή τη στιγμή ενώ η Ν.Δ. δεν διαφωνεί κατά βάση με τα μέτρα, συμπορεύεται στον αντικυβερνητικό αγώνα με δυνάμεις που έχουν άλλους στόχους και άλλες επιδιώξεις (...)
Αν έγκαιρα δεν καταπολεμηθούν οι απλοϊκές αυτές αντιλήψεις (Σ.Σ. να ξεπεραστεί η κρίση χωρίς θυσίες), μπορούν να γίνουν ένα ανεξέλεγκτο λαϊκό κίνημα (sic!! Χ.Β.Γ.Μ.) που θα ανοίξει το δρόμο στους εφιάλτες της δημοκρατίας». (20 10 85).
Η Ν.Δ. διαισθάνεται ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει η ίδια τη λαϊκή δυσαρέσκεια από το νεοφιλελευθερισμό τη στιγμή που το ίδιο το ΠΑΣΟΚ με άλλες ιστορικές σχέσεις με το λαό, μοιάζει να αποτυγχάνει.
Η ελληνική Δεξιά έχει τη στιγμή αυτή εμπλακεί σε μια αδιέξοδη αντίφαση. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ ο νεοφιλευθερισμός έχει εισέλθει σε φάση κρίσης, ενώ στην Ελλάδα παρά τις φιλότιμες προσπάθειες δεν έχει υλοποιηθεί έως το υψηλότερο σημείο του.
Για τη Ν.Δ. το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι να πάρει την κυβέρνηση. Είναι η αντικειμενική αδυναμία της να υλοποιήσει με τους δεδομένους συνολικούς κοινωνικούς συσχετισμούς το πρόγραμμα της. Και εδώ πιστεύουμε ότι βρίσκεται μια επιπλέον συγκυριακή αντίφαση για τη Ν.Δ.: από τη μία ζητά συνεχώς εκλογές, αναγκαίος ορός για να κρατά σε φάση οργανωτικής και ψυχολογικής ετοιμότητας τις δυνάμεις της, να υπενθυμίζει στο ΠΑΣΟΚ το σημερινό συσχετισμό και να εμπεδώνει ακόμα περισσότερο ο Μητσοτάκης την κυριαρχία του στην κορυφή της. Από την άλλη, η αδυναμία της να κυβερνήσει σήμερα όπως θα ήθελε μέσα στα όρια κοινωνικής ειρήνης, την κάνουν να απεύχεται τις άμεσες εκλογές, στην πραγματικότητα να αναμένει και πράγματι στο ζήτημα των εκλογών να αφήνει την πρωτοβουλία των κινήσεων στο ΠΑΣΟΚ.
Γ. Για το ΚΚΕ η ιστορική του αδυναμία να υπάρξει σαν αντικαπιταλιστική δύναμη άρχισε ήδη να οξύνει τη βασική τον αντίφαση. Ενώ από τη μια σαν κόμμα λαϊκό και εκφραστής ενός μέρους των εργατικών μαζών αποτελεί αντικειμενικά μια βασική συνιστώσα της λαϊκής αντίστασης στην επίθεση του κεφαλαίου, από την άλλη οι τάσεις του για «συμμετοχή» στο κυβερνητικό μπλοκ και ενσωμάτωσης του στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα έχουν ενταθεί. Εξ αιτίας αυτής της αντίφασης δεν κατόρθωσε να διαχειριστεί τη δυναμική της «Συμπαράταξης» των Δημοτικών εκλογών (Οκτώβρης '86) ούτε στην κατεύθυνση της αγωνιστικής κλιμάκωσης ούτε όμως και ως (κοινοβουλευτική) εκλογική ενίσχυση.
Ειδικά ο τελευταίος χρόνος έδειξε πως η δεύτερη τάση είναι αυτή που ηγεμονεύει. Το ΚΚΕ μπλοκάρισε κυριολεκτικά την δυναμική του εργατικού κινήματος πέρυσι, σε μια περίοδο όπου η ανατροπή της εισοδηματικής πολιτικής διαγραφόταν σαν πιθανότατη. Υπέσκαψε την αγωνιστική του ενότητα όταν (μετά την νίκη των εργαζόμενων στους ΟΤΑ τις δυο γενικές απεργίες, την κλιμάκωση των Τραπεζών κλπ.) ο «κίνδυνος» από την παρουσία του συνδικαλιστικού κινήματος σαν αυτόνομου παράγοντα της πολιτικής σκηνής είχε σημάνει συναγερμό στην «έγκυρη» μερίδα του αστικού Τύπου (ΒΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ).
Το ΚΚΕ πήρε δύο πολιτικές κεντρικές πρωτοβουλίες στο τελευταίο διάστημα. Η πρώτη είναι η ενίσχυση της καμπάνιας για την απλή αναλογική. Η δεύτερη είναι η επεξεργασία της πρότασης για «ανάπτυξη νέου τύπου», θα σταθούμε κυρίως στη δεύτερη πρωτοβουλία του γιατί είναι ενδεικτική για την εξέλιξη της αντίφασης του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ επιχειρεί σήμερα στο επίπεδο της στρατηγικής και του πολιτικού του προγράμματος την επαναδιατύπωση και τον εκσυγχρονισμό της «Αλλαγής» και μάλιστα με τεχνοκρατικότερες αποχρώσεις. Παράλληλα επιχειρεί μια ανανέωση της φυσιογνωμίας του και στον τρόπο που ασκεί πολιτική.
Η γραμμή αυτή όμως έρχεται σε σύγκρουση με τον ιστορικό χαρακτήρα του ΚΚΕ (σαν λαϊκού μαζικού κόμματος) που στους κοινωνικούς χώρους είναι «αναγκασμένο» να αντιστέκεται καθημερινά στην καπιταλιστική αναδιάρθρωση. Την αντίφαση αυτή επιχειρεί - με αποφασιστικό σταθμό και το 12ο Συνέδριο Μάιος 1987 - να διαχειριστεί η ηγετική ομάδα του ΚΚΕ (Ανδρουλάκης).
Αποπειράται να διατυπώσει ένα καθαρά ρεφορμιστικό σχέδιο ενσωμάτωσης του ΚΚΕ στον «Εθνικό κορμό» με αντικαπιταλιστικό όμως λεξιλόγιο.
Αν και το εγχείρημα αυτό βρίσκεται σήμερα σε εξέλιξη είναι σαφές ότι το ΚΚΕ όχι μόνο δεν έχει ενισχυθεί συνολικά από την κίνηση των μαζών αυτής της διετίας, αλλά αντίθετα η όξυνση της αντίφασης του το έχει φέρει σε σύγκρουση με ένα σοβαρό κομμάτι της κοινωνικής εργατικής όασης του. Κάτι τέτοιο πιστοποιούν όχι μόνο τα αποτελέσματα στους εργατοϋπαλληλικούς κοινωνικού σ χώρους όπου το εμφανίζουν στάσιμο (και πολλές φορές σε μικρή πτώση) αλλά και οι μαζικές αποχωρήσεις εργατικών μελών στην Πάτρα, στην ΠΕΝΕΝ, στις Τράπεζες και αλλού.
Δ. Οι δύο πόλοι του παλιού ΚΚΕ εσωτ. εμφανίζονται σήμερα καταφανώς περιθωριοποιημένοι. Η Ε. Α Ρ. μετά το πρώτο θόρυβο που δημιούργησε τεχνητά μέσω του αστικού Τύπου προσαρμόσθηκε στην καθημερινότητα της. Κατεξοχήν κόμμα της «προοδευτικής» ευρωπαϊκής τεχνοκρατίας, κόμμα παραγόντων με μηδαμινή πρόσβαση στο μαζικό κίνημα, θολής και «κεντρώας» ιδεολογίας θα υποστεί μια άνευ προηγουμένου συντριβή στις ερχόμενες εκλογές.
Το ΚΚΕεσ. ΑA με την εμμονή στην «ανανέωση» και την ιδεοληψία του «κόμματος», με διαρκώς μειούμενες προσβάσεις στα μαζικά κινήματα που διατηρούσε επιρροή (νεολαία και Τεχνικό Επιμελητήριο - βλέπε Παράρτημα) επιχειρεί με τις «θέσεις» του Συνεδρίου του μια επαναδιατύπωση του χρεοκοπημένου ιστορικά ευρωκομουνισμού (κυρίως στα ζητήματα του Κράτους και της στρατηγικής).
Κατά τη γνώμη μας το κομμάτι αυτό θα αντιμετωπίσει στο επόμενο διάστημα ένα βασικό δίλημμα: ή θα συνεισφέρει στο μέτωπο των αντικαπιταλιστικών δυνάμεων των εργαζομένων ή η επιμονή στην «ανανέωση» του Κ.Κ. θα το διαμορφώσουν αντικειμενικά σε μια ομάδα κριτικής υποστήριξης του ΚΚΕ.
4. Η κρίση εκπροσώπησης και οι 3 τάσεις επίλυσης της (Νεοφιλελευθερισμός, Σοσιαλδημοκρατία, Αντικαπιταλιστικό ρεύμα).
Είναι αυτονόητο ότι οι αντιφάσεις των σημερινών φορέων καθορίζουν τη ρευστότητα και κινητικότητα της πολιτικής σκηνής. Στη διετία αυτή όλοι οι πολιτικοί χώροι και τα κόμματα γνώρισαν αναδιατάξεις, συγκρούσεις ή και διασπάσεις, προσπάθειες μετεξέλιξης ή μεταλλαγής του χαρακτήρα τους.
Θα ξαναπούμε εδώ ότι οι κοινωνικές διεργασίες δεν θα προσλάβουν ενδεχομένως στους επόμενους μήνες μια «καθαρή» αντανάκλαση στην πολιτική σκηνή. Η διαδικασία επίλυσης της κρίσης εκπροσώπησης (για τις λαϊκές μάζες) και της πολιτικής γραμμής (για τις δυνάμεις της αστικής διαχείρισης) θα είναι μακροχρόνια, όπως ήδη έδειξε η τελευταία διετία.
Τα σύγχρονα μαζικά αστικά κόμματα (μακ), θεσμοί νομιμοποίησης και εμπέδωσης της κρατικής πολιτικής μέσα στις μάζες, έχουν γενικά τη δυνατότητα να εσωτερικεύουν την κοινωνική κρίση, να επιλύουν στους κόλπους τους τις αντιδράσεις, να τις φιλτράρουν χωρίς ευρύτερους και ανεξέλεγκτους κοινωνικούς κραδασμούς. (Στο εσωτερικό των μ.α.κ. η κοινωνική κρίση εμφανίζεται σαν «κινητικότητα» δηλ. συσσώρευση αντιθέσεων και κρίση).
Αντίθετα με τη Δυτική Ευρώπη όπου έχει διαγράψει προ πολλού την ανοδική καμπή της και βρίσκεται σήμερα σε φάση εκφυλισμού, στην Ελλάδα η αντιπροσώπευση μπορεί ακόμα να λειτουργεί σαν κυματοθραύστης της κοινωνικής κρίσης. Σ' ένα μεγάλο βαθμό οφείλεται σε ιστορικούς λόγους (μετεμφυλιακό κράτος, δικτατορία, μεταπολίτευση, πρόσφατη σχετικά ένταξη των μαζών στα κόμματα κλπ.).
Με δεδομένη την εμπέδωση και διεύρυνση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στη μεταπολιτευτική φάση 19811985, η μεταβατική περίοδος όπου θα επιλυθεί η κρίση εκπροσώπησης που εξελίσσεται την τελευταία 2ετία θα είναι σαφώς μεγαλύτερη απ' ότι π.χ. ήταν στην περίοδο 197477. Τότε η κρίση εκπροσώπησης, και βέβαια οι κοινωνικοί αγώνες της περιόδου, εκδηλώθηκαν αδιαμεσολάβητα. Τα πολιτικά κόμματα έμπαιναν τότε μόλις σε φάση συγκρότησης.
Σήμερα όμως συγκροτημένα και διαρθρωμένα σ' όλους τους κοινωνικούς χώρους, λειτουργούν σαν τροχοπέδη, φαλκιδεύουν το κοινωνικό αντί να το απελευθερώνουν. Στην Ελλάδα σήμερα δεν υπάρχει χρίση των κομμάτων σαν ιδεολογικών μηχανισμών διαμεσολάβησης και αντιπροσώπευσης των μαζών στο Κράτος. Υπάρχει όμως όξυνση των συγκεκριμένων τους αντιφάσεων (συγκυριακών ή μονιμότερων) που προσπαθήσαμε να περιγράψουμε, όξυνση που ακριβώς υποδηλώνει την εσωτερίκευση και συσσώρευση μέσα σ' αυτά των κοινωνικών αντιθέσεων.
Βασικότερος λόγος για την όξυνση των αντιφάσεων είναι βέβαια η κίνηση των μαζών και οι αγώνες που αναπτύχθηκαν.
Η Μεταπολίτευση (19741985) διένυσε με το ΠΑΣΟΚ την τελευταία της φάση (19811985). Οι κυρίαρχες στρατηγικές αυτής της περιόδου («Κράτος Δικαίου» ΕΟΚ «Αλλαγή»), οι κοινωνικές συμμαχίες που τις στήριζαν και το κομματικό σύστημα πάνω στο οποίο αξονίσθηκε η μεταπολιτευτική πολιτική σκηνή βρίσκονται σήμερα σε φάση αναδιοργάνωσης και μετάλλαξης.
Ταυτόχρονα η κίνηση της Μεταπολίτευσης 1974-1985 κλείνει μια πολύ μεγαλύτερη ιστορική περίοδο για την ελληνική κοινωνία, την μεταμφυλιακή. Η εξάντληση της διαιρετικής τομής του εμφύλιου συμπίπτει με μια πρωτόγνωρη (από την εποχή του μεσοπολέμου) εμπειρία για την ελληνική κοινωνία - την παρατεταμένη καπιταλιστική οικονομική κρίση. Οι δυο αυτοί παράγοντες ανοίγουν μια εντελώς νέα περίοδο. Οι τάσεις της κοινωνικής κίνησης που θα αναπτυχθούν τα επόμενα χρόνια έχουν ήδη εγγραφεί. Και βέβαια η κάθε μια με τις αντιφάσεις της που καθιστούν αβέβαιο το τέλειο αποτέλεσμα. Σχηματικά και αφαιρετικά οι τάσεις αυτές είναι:
Α. Ο νεοφιλελευθερισμός. Αποτελεί το συνολικό καπιταλιστικό πολιτικό σχέδιο και ιδεολογικό όραμα για την έξοδο από την κρίση.
Η τάση αυτή εγγράφηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα στης εκλογές τον 1985. Για πρώτη όμως φορά σήμερα τείνει να γίνει ηγεμονική μέσα στην ελληνική κοινωνία.
Η κοινωνική συμμαχία του νεοφιλελευθερισμού εμφανίζεται ενισχυμένη, διευρυμένη και οργανωμένη (στο κόμμα της ΝΔ).
Ιδεολογικά ο νεοφιλελευθερισμός έχει εξαπολύσει τα τελευταία 23 χρόνια σοβαρή επίθεση (εκδόσεις, Τύπος, Πανεπιστήμια) που σήμερα ενισχύεται κατακόρυφα με την δεξιά παρέμβαση στους Δημοτικούς ραδιοσταθμούς.
Τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά, στο νέο πρόσωπο της δεξιάς. Μεγάλο μέρος διανοούμενων που στην Ελλάδα για ιστορικούς λόγους ήταν τοποθετημένοι στην Αριστερά, έχει ενσωματωθεί πλέον οργανικά και συνεισφέρει στην εκπόνηση της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας (ΕΑΡ, FM984, ΒΗΜΑ, κλπ.).
Η τάση αυτή τέλος ενισχύεται λόγω της χρεοκοπίας του οράματος του «σοσιαλισμού» που υλοποίησε κυβερνητικά το ΠΑΣΟΚ.
Σαν αντίθετη τάση στα παραπάνω εμφανίζονται τα εξής στοιχεία:
1. Το γεγονός ότι ο ΝΦ έχει εξαρχής ηττηθεί πολιτικά («εν τη γενέσει του») στις Β85. Οι λαϊκές μάζες έχουν πολωθεί (χάρις στο ΠΑΣΟΚ) ταξικά απέναντι του. Ο νεοφιλελεύθερος κίνδυνος έχει γίνει συνείδηση γι' αυτές. Παρά την επίθεση που αναπτύσσεται σήμερα στο ιδεολογικό επίπεδο, η αποδοχή της ιδεολογίας από τις λαϊκές μάζες έχει δυσχερανθεί ουσιαστικά.
Η δυσκολία αυτή γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν αναλογιστούμε την ιστορική ένδεια της ιδεολογικής παράδοσης που διαθέτει η αστική τάξη στην Ελλάδα. Η εμπειρία της ΕΑΜικής επανάστασης που βιώθηκε από τις λαϊκές μάζες έγινε ανυπέρβλητο εμπόδιο στην διαμόρφωση ηγεμονικής αστικής ιδεολογίας μετεμφυλιακά ικανής να ενσωματώσει τις κυριαρχούμενες τάξεις. Έτσι μέχρι πρόσφατα οι αστικές δυνάμεις δεν είχαν να επιδείξουν άλλο εκτός από τον εσωστρεφή αντικομουνισμό. Η ανυπαρξία ελκτικής αστικής ιδεολογίας και ό,τι αυτή συνεπάγεται (ιδεολογική κρίση εκπαιδευτικών μηχανισμών, ριζοσπαστικοποίηση των διανοουμένων, κλπ.) όσο κι αν έχει σήμερα αμβλυνθεί, απέχει πολύ από μια ριζική ανατροπή του ιδεολογικού συσχετισμού προς όφελος του κεφαλαίου.
2. Το γενικό πολιτικό και κοινωνικό κλίμα, που οφείλεται σε ιστορικούς λόγους (και στον προηγούμενο) όπως έχουμε περιγράψει. 3. Η διεθνής κάμψη τον ΥΦ.
Ο νεοφιλευθερισμός έχει ήδη αρχίσει να προκαλεί μεγάλους κοινωνικούς τριγμούς. Είναι φανερό ότι τα όρια αντοχής των λαϊκών τάξεων στην Δ Ευρώπη καις τις ΗΠΑ (τώρα πια και στην Ιαπωνία) έχουν εξαντληθεί. Τα πρωτοφανή κινήματα νεολαίας στην Γαλλία, στην Ισπανία, στο Βέλγιο, στην Δ. Γερμανία με αφορμή τις αντιδραστικές εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις έχουν φέρει την στρατηγική του νεοφιλελευθερισμού στην αρχή του τέλους της. Πολύ περισσότερο τη στιγμή που επέδρασαν καταλυτικά στην επανεμφάνιση τόσο των εργατικών κινημάτων (Γαλλία, Ιταλία) όσο και των κινημάτων κοινωνικής κριτικής (Π.χ. ειρηνιστικό στις ΗΠΑ).
Ο νεοφιλελευθερισμός βέβαια, παρά τα πλήγματα που δέχεται, εξακολουθεί να κυριαρχεί στην Δ. Γερμανία, στην Αγγλία, στην Γαλλία, στην Ιταλία, στην Αυστρία... Κι αυτό γιατί η σοσιαλδημοκρατία, το μόνο αντίπαλο δέος της Συντήρησης σ' επίπεδο κυβερνητικής διαχείρισης, βρίσκεται σήμερα στην μεγαλύτερη κρίση της μεταπολεμικής ιστορίας της. Παρά τις εκλογικές του όμως νίκες τον τελευταίο χρόνο (Αγγλία, Δ. Γερμανία, Αυστρία), η νεοσυντηρητική δεκαετία φτάνει στο τέλος της. Β. Η Σοσιαλδημοκρατία
Πάλι για πρώτη φορά στην Ελλάδα τίθεται πολιτικά το ζήτημα να υπάρξει δυτικού τύπου σοσιαλδημοκρατία, σε σταθερή σχέση εκπροσώπησης με την εργατική τάξη. Το στοίχημα αυτό παίζεται στην νέα φυσιογνωμία (μετάλλαξη) του ΠΑΣΟΚ και τη συγκράτηση σημαντικού μέρους των λαϊκών κοινωνικών του ερεισμάτων. Αυτή η τάση μπορεί να ενισχυθεί από την ιστορική αδυναμία του ΚΚΕ να διατυπώσει στρατηγικό σχέδιο σε ρήξη με την σοσιαλδημοκρατία. (Άλλωστε και η στρατηγική Γκορμπατσώφ στηρίζει πολλά στη συμμαχία της με την Δυτικο Ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία) είτε όμως και λόγω μιας νέας ιστορικής και ολοκληρωτικής ήττας των μαζών στην Ελλάδα από την αστική επίθεση.t
Ας μην ξεχνάμε ακόμη ότι το βιομηχανικό προλεταριάτο στράφηκε στο ΠΑΣΟΚ μόνο μετά τη συντριβή του εργοστασιακού κινήματος 197577 από τη Δεξιά και το κεφάλαιο.
Σαν αντίρροπη δύναμη στο εσωτερικό αυτής της τάσης λειτουργεί η ένταση της σημερινής κρίσης του ΠΑΣΟΚ, η σοβαρή πιθανότητα εκλογικής καθίζησης και η απώλεια ίσως του μεγαλύτερου μέρους των λαϊκών μαζών.
Σ' αυτά πρέπει να προσθέσουμε και τη δυσμενή για τη σοσιαλδημοκρατία διεθνή συγκυρία.
Αφού σιγά-σιγά σύρθηκε σε φιλελεύθερες λύσεις αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα φυσιογνωμίας, στρατηγικής και πολιτικής γραμμής, εξαιτίας των τριγμών της κοινωνικής της όασης.
Το Εργατικό Κόμμα στην Αγγλία δεν επικράτησε της παραπαίουσας Θάτσερ, το SPD στην Γερμανία δεν κέρδισε τίποτα από την φθορά του Κολ, οι σοσιαλιστές στην Αυστρία σύρθηκαν σε συνασπισμό με τους ποπουλιστές του Βαλντχάϊμ, το Σοσιαλιστικό Κόμμα Γαλλίας βρίσκεται αφερέγγυο στην αντιπολίτευση λόγω της δεξιάς πολιτικής του, τα ισπανικά συνδικάτα αποχώρησαν από το Σ.Κ. (P.S.O.E). Γ. Το αντικαπιταλιστικό ρεύμα (Το τέλος της μετεμφυλιακής Αριστεράς)
Για πρώτη φορά τέλος στην Ελλάδα τίθεται σαν προοπτική το ζήτημα να υπάρξει ένα αντικαπιταλιστικό ρεύμα. Δεν πρόκειται για την αναγκαιότητα (εν γένει και διαχρονική) αλλά για την δυνατότητα (πολιτική και συγκυριακή). Τρεις είναι οι λόγοι που διαμορφώνουν, κατά τη γνώμη μας, αυτή τη δυνατότητα.
Πρώτο, η απεμπλοκή μεγάλου τμήματος της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών από το ΠΑΣΟΚ, όπου είχαν εκφραστεί ιστορικά στη μεταπολίτευση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την συγκρότηση ενός αυτόνομου ρεύματος μέσα στο εργατικό κίνημα (ΣΣΕΚ. ΣΕΑΚ κλπ.).
Δεύτερο, η ίδια η καπιταλιστική επίθεση που δεν αφήνει σήμερα στην Ελλάδα περιθώριο για τη διαμόρφωση μιας στρατηγικής «αμυντικού δημοκρατικού» χαρακτήρα όπως ήταν η στρατηγική της Αριστεράς μετά την ήττα του εμφύλιου. Στρατηγική που άλλωστε με το ΠΑΣΟΚ έχει στο μεγαλύτερο της μέρος υλοποιηθεί.
Γι αυτόν τον λόγο και η «ανανέωση» του ΚΚΕ, δεν πείθει εύκολα την εργατική του βάση και τη νεολαία του. Υπενθυμίζουμε ότι για πρώτη φορά στη μεταπολίτευση αποχωρήσεις από το ΚΚΕ και μάλιστα εργατικές διατηρούνται και διευρύνουν την παρουσία τους (στον ιματισμό, στην κλωστοϋφαντουργία, στους ναυτεργάτες, στα νοσοκομεία κ.ά.). Το ρεύμα αυτό είναι πολύ πιθανό να συγκλίνει με τις δυνάμεις που αποδεσμεύονται από το ΠΑΣΟΚ.
Αν μιλήσουμε περισσότερο αποστασιοποιημένα μπορούμε να πούμε ότι το τέλος της Μεταπολίτευσης βαδίζει παράλληλα με μια δεύτερη ιστορική ολοκλήρωση: το τέλος της Μετεμφυλιακής Αριστεράς.
Το ιστορικό πρόγραμμα που διαμόρφωσε η Αριστερά στην Ελλάδα μετά την ήττα του εμφύλιου και βάσει του οποίου κινήθηκε σχεδόν 4 δεκαετίες, προδικτατορικά και μεταπολιτευτικά, σήμερα έχει πλέον υλοποιηθεί με την διακυβέρνηση τον ΠΑΣΟΚ. Η ιστορική μετεμφυλιακή (και μεταπολιτευτική) αριστερά μαζί με το πρόγραμμα της εξαντλήθηκε και η ίδια.
Σήμερα οποιαδήποτε επαναδιατύπωση (δεξιότερης ή αριστερότερης απόχρωσης) είναι καταδικασμένη είτε να αποτύχει είτε να φυτοζωεί.
Η καπιταλιστική επίθεση ευνοεί την ανάπτυξη του αντικαπιταλιστικού ρεύματος έξω από τα Σ Δ κόμματα. Πράγματι, όπως διαφαίνεται σε διεθνές επίπεδο, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αδυνατούν να εκπροσωπήσουν μέσα στα όρια του συστήματος τις κινητοποιούμενες λαϊκές μάζες, έχουν θέσει έτσι σε κρίση τον ιστορικό τους ρόλο. Βρισκόμαστε σήμερα σε μια ιστορική κίνηση στην Δ. Ευρώπη: η δημοκρατία της συγκατάθεσης δίνει τη θέση της σε μαζικές κινήσεις που τροφοδοτούνται από την καπιταλιστική επίθεση και που παραμένουν έξω από τις καλένδες των πολιτικών θεσμών νομιμοποίησης, δύσπιστες στην ιστορική Αριστερά (είτε στη σοσιαλδημοκρατική, είτε στην φιλοσοβιετική ευρωκομμουνιστική εκδοχή).
Η ιστορική αυτή κίνηση σίγουρα δεν θα αφήσει ανεπηρέαστη και την Α. Ευρώπη. Οι πρωτοβουλίες Γκορμπατσώφ που στοχεύουν σε μια συνολική αναδιάρθρωση της παραγωγής και στην καλύτερη δυνατόν ενσωμάτωση στην παγκόσμια αγορά εμπεριέχουν μια δομική αντίφαση: πρέπει αναγκαστικά να χαλαρώσουν τους αυταρχικούς μηχανισμούς και να οργανώσουν μορφές πολιτικής αντιπροσώπευσης και διαμεσολάβησης της κοινωνίας. Κάτι που δύσκολα πια θα συγκρατήσει τα κινήματα νεολαίας, ειρήνης όπως και το εργατικό κίνημα της Α. Ευρώπης.
Από την άλλη, η τάση αυτή υπονομεύεται εσωτερικά: πρώτο από την ιστορική έλλειψη αντικαπιταλιστικής ιδεολογικής παράδοσης του εργατικού κινήματος, δεύτερο από την κάμψη της μεταπολιτευτικής πολιτικοποίησης που εκδηλώνεται στα φαινόμενα αποστράτευσης, κόπωσης και απογοήτευσης της μεταπολιτευτικής γενιάς, τρίτο την πολιτική ήττα (πιθανή επάνοδος της Δεξιάς) και ιδεολογική καταρράκωση των λαϊκών μαζών που επένδυσαν τα οράματα τους στην «Αλλαγή».
Παρ' όλα αυτά μόνο η συγκρότηση τέτοιου ρεύματος μπορεί να αποτελέσει καινούργιο ιδεολογικό ηγεμονικό όραμα στην Ελλάδα, αντίπαλο στην μαζική εξαθλίωση με την οποία - όπως απέδειξε περίτρανα η διεθνής εμπειρία - απειλεί ο νεοφιλευθερισμός.
Είναι όμως άγνωστες οι μορφές που θα πάρει το ρεύμα αυτό, στο βαθμό βέβαια που καταφέρει να αναδειχθεί. Μπορεί να πάρει τη μορφή ενός νέου κομματικού φορέα, τη μορφή νέου τύπου Συνδικάτου, ή και τη μορφή ενός μετώπου των μαζικών κινήσεων, συσπειρώσεων και ομάδων του λαϊκού κινήματος. Το σίγουρο είναι ότι αν υπάρξει ένα τέτοιο ρεύμα, θα υπάρξει σαν συγχώνευση όλων των ιστορικών ρευμάτων της μεταπολιτευτικής Αριστεράς, σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών σε μια νέα πρωτότυπη σύνθεση.
Συνοψίζοντας, η έκβαση της σύγκρουσης ανάμεσα στις 3 αυτές τάσεις που περιγράψαμε σχηματοποιημένα και που εμφανίζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα όπως επίσης και της σύγκρουσης των αντιφατικών κινήσεων στο εσωτερικό τους, δεν είναι δυνατόν να προβλεφτεί από πριν. Τι μορφή θα πάρει ο ελληνικός νεοφιλελευθερισμός και η ελληνική σοσιαλδημοκρατία, αν θα υπάρξουν επί μέρους συγκλίσεις, τι μπλοκ διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης και ποιες νέες κομματικές μορφές θα μορφοποιηθούν, αν τέλος θα υπάρξει ή όχι αντικαπιταλιστικό ρεύμα είναι τα στοιχήματα της επόμενης περιόδου τόσο για τις δυνάμεις του Κεφαλαίου όσο όμως και της εργασίας.
Επεξηγήσεις Παραρτήματος
1. Οι εκλογές των κοινωνικών χωρών που παρατίθενται στο παράρτημα αφορούν σαν συνολικό δείγμα την (εκφρασμένη ήδη) πολιτική συμπεριφορά 2.000.000 περίπου ανθρώπων. Χωρίς να πιστεύουμε προφανώς ότι η ίδια ακριβώς συμπεριφορά θα μεταφερθεί αυτούσια και σε επίπεδο βουλευτικών εκλογών, είναι εντούτοις σαφές ότι ένα τέτοιο δείγμα είναι το πιο έγκυρο γκάλοπ που μπορεί να γίνει. Πολύ περισσότερο, πιστεύουμε ότι η κίνηση των 2.000.000 αποτελεί μία συγκεκριμένη ιδεολογική απογραφή του 30% περίπου του εκλογικού σώματος.
2. Πρέπει να διευκρινισθεί ότι η αντιπροσωπευτικότητα στους κοινωνικούς χώρους που περιγράφουμε είναι σχεδόν καθολική. Στους αγροτικούς συλλόγους για π.χ. συμμετείχαν στις εκλογές 800.000 σ' όλη την Ελλάδα. Αναφέρουμε ενδεικτικά επίσης ποσοστά συμμετοχής στους εργατοϋπαλληλικούς χώρους: ΟΒΕΣ 87%, ΠΟΕΜ 99%, Διυλιστήρια 71%, Οικοδόμοι 57%, ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ 100%, ΟΜΕ ΟΤΕ 88%, Ολυμπιακή 84%, ΟΤΟΕ 86%, ΕΛΤΑ 83%, Π.Ο.Σ. 91% (Πηγή: Κουκουλές Τζανετάκος 1986, Συνδικαλιστικό κίνημα 19811986, ΟΔΥΣΣΕΑΣ και Συνδικαλιστική Επιθεώρηση, τεύχος 15, Μάρτιος 1986).
Στο Τ.Ε.Ε. η συμμετοχή στις τελευταίες εκλογές (Νοέμβρης '87) ήταν 77%. Αντίστοιχα ποσοστά είχαμε στο Οικονομικό Επιμελητήριο (75%, όπου όμως είναι χαμηλό το ποσοστό συμμετοχής των οικονομολόγων στο Επιμελητήριο), Οδοντίατροι Αθήνα (83%), ΕΙΝΑΠ 72%.
Αντίθετα με τους υπόλοιπους κοινωνικούς χώρους η συμμετοχή στα Επιμελητήρια είναι χαμηλή. Ενδεικτικά: Εμπορικό Βιομηχανικό Αθήνας9,4%, Επαγγελματικό Αθήνα 11,6%, Εμπορικό Βιομηχανικό Θεσσαλονίκης 61%, Επαγγελματικό θες. 22%, Βιοτεχνικό θεσς. 32%. Παρά το γεγονός όμως της χαμηλής συμμετοχής, τα αποτελέσματα είναι αντιπροσωπευτικά της αντιδραστικής και συντηρητικής κοινωνικοπολιτικής τοποθέτησης αυτών των στρωμάτων.
Είναι σαφές ότι αύξηση της συμμετοχής θα διαμόρφωνε ολοκληρωτική υπεροχή της Δεξιάς. Τα αποτελέσματα αυτά ήταν τα καλύτερα δυνατά για την Αριστερά.
3. Μεταξύ Εργατικών Κέντρων και Ομοσπονδιών υπάρχει μια σημαντική διαφορά που εξηγεί και την διαφορετική εικόνα που δίνουν: ενώ στις Ομοσπονδίες ο συνδικαλισμός είναι καθετοποιημένος ναι πολύ περισσότερο αντιπροσωπευτικός άρα, στα Εργατικά Κέντρα συμμετέχουν οριζόντια όλοι οι εργαζόμενοι της περιοχής, πολλές φορές με κλαδικά μη αντιπροσωπευτικά σωματεία σφραγίδες. Αυτός ο «αμοιβεπαγγελματικός» πολλές φορές συνδικαλισμός ευνοεί την παραδοσιακή εργατοπατερική γραφειοκρατία. Έτσι το ΚΚΕ για παράδειγμα εμφανίζεται στα Εργατικά Κέντρα με δυσανάλογη δύναμη απ' αυτή που διαθέτει στην πραγματικότητα.
4. Λόγω έλλειψης χώρου δεν αναφέρουμε τις εκλογές σε πρωτοβάθμια σωματεία (κυρίως εργοστασιακά). Αναφέρουμε επίσης κυρίως ης βασικές δυνάμεις που έχουν συγκροτηθεί μέσα στο χώρο, υπάρχουν κατά περιπτώσεις ανεξάρτητοι υποψήφιοι ή συνδυασμοί που είναι αδύνατον στα πλαίσια αυτά να εξηγούνται αναλυτικά.
5. Όπου αναφέρουμε «ΚΚΕ-ΚΚΕεσ.» πρέπει να είναι σαφές ότι οι συντριπτικά μεγαλύτερες δυνάμεις αναφέρονται στο ΚΚΕ, εκτός από ειδικές περιπτώσεις ευρύτερων συνδυασμών (ΠΟΕΜ, Ε.Κ. Βόλου) όπου όμως και πάλι το ΚΚΕ έχει τη μερίδα του λέοντος.
Όπου επίσης αναφέρουμε «ΚΚΕεσ.», διευκρινίζουμε ότι εννοούμε το ενιαίο ΚΚΕ ία. Δεν έχει αποτυπωθεί η διάσπαση του κόμματος στους κοινωνικούς χώρους όπου τις περισσότερες φορές άλλωστε οι δύο μερίδες του κόμματος κατεβαίνουν ενιαία.
6. Πηγές: πέρα από τις πρωτογενείς πηγές στις οποίες ανατρέξαμε (συνδικαλιστές, σωματεία Ομοσπονδίες, αρχεία ΣΣΕΚ κλπ.), χρησιμοποιήσαμε επίσης: ΠΟΝΤΙΚΙ. Συνδικαλιστική Επιθεώρηση, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, ΕΞΟΡΜΗΣΗ. ΠΡΩΤΗ, ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ. Στο τέλος του παραρτήματος παρουσιάζουμε επιλεκτικά σε διαγράμματα ορισμένα αντιπροσωπευτικά αποτελέσματα.